Η Τόνι Μόρισσον (Toni Morrison) γεννήθηκε το 1931 στο Λορέν του Οχάιο με το όνομα Χλόη Γουόφορντ. Ήταν το δεύτερο από τα τέσσερα παιδιά μιας οικογένειας μαύρων της εργατικής τάξης και από πολύ νωρίς επέδειξε ιδιαίτερη κλίση προς τη λογοτεχνία. Ασχολήθηκε με τις ανθρωπιστικές σπουδές στα πανεπιστήμια Χάουαρντ και Κορνέλ και στη συνέχεια ακολούθησε πανεπιστημιακή καριέρα στα πανεπιστήμια Σάουθερν, Χάουαρντ, Γιέιλ, και από το 1989 κατέχει έδρα στο Πρίνστον. Επίσης έχει εργαστεί ως κριτικός για τον εκδοτικό οίκο Ράντομ Χάουζ και έχει δώσει δημόσιες διαλέξεις, με ειδίκευση στην αφροαμερικανική λογοτεχνία. Ως μυθιστοριογράφος έκανε το ντεμπούτο της το 1970, αποσπώντας την προσοχή των κριτικών και ενός ευρύτερου ακροατηρίου με την επική δύναμή της, το αλάνθαστο αυτί της όσο αφορά στους διαλόγους και για την φορτισμένη ποιητικά και εκφραστικά πλούσια απεικόνιση της Αμερικής των μαύρων.Από το 1981 είναι μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Γραμμάτων και Τεχνών, και της έχουν απονεμηθεί πολλές λογοτεχνικές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων το βραβείο Πούλιτζερ, το 1988 και το βραβείο Nobel, το 1993.
Η Μόρισον άρχισε να γράφει μυθιστορήματα ως μέλος μιας άτυπης ομάδας ποιητών και συγγραφέων στο Πανεπιστήμιο Χάουαρντ που πραγματοποιούσαν συναντήσεις για να συζητούν σχετικά με τη δουλειά τους. Σε κάποια συνάντηση παρουσίασε ένα διήγημα για ένα μαύρο κορίτσι που λαχταρούσε να έχει μπλε μάτια. Η ιστορία εξελίχθηκε αργότερα στο πρώτο μυθιστόρημά της, «Γαλάζια Μάτια» (1970), το οποίο έγραψε ανατρέφοντας δύο παιδιά και διδάσκοντας στο Χάουαρντ. Το 1975 η νουβέλα της «Sula» (1973) προτάθηκε για το εθνικό βραβείο βιβλίων. Με το τρίτο μυθιστόρημά της «Το τραγούδι του Σόλομον» (1977) κατάφερε να αποσπάσει την προσοχή ενός ευρύτατου κοινού.
Το βιβλίο της Μόρισον «Αγαπημένη» γνώρισε μεγάλη επιτυχία και το 1998 γυρίστηκε ταινία με τον ίδιο τίτλο.
Τον Μάιο του 2006 το The New York Times Book Review ανακήρυξε την «Αγαπημένη» ως το καλύτερο αμερικανικό μυθιστόρημα που δημοσιεύθηκε τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια.
Αν και τα μυθιστορήματά της επικεντρώνονται στις μαύρες γυναίκες, το έργο της Μόρισον δεν χαρακτηρίζεται ως φεμινιστικό, ενώ έχει δηλώσει πως θεωρεί απωθητικό για τους αναγνώστες το να θεωρείται κάποιος συγγραφέας ενός φεμινιστικού βιβλίου. «Δεν υποστηρίζω την πατριαρχία, ούτε σκέφτομαι ότι πρέπει να πάρει τη θέση της η μητριαρχία. Απλά πιστεύω πως όλοι πρέπει να έχουν ίσα δικαιώματα και όλες οι πόρτες να είναι ανοιχτές προς όλους».
Εκτός από τα μυθιστορήματά της, η Μόρισον έχει γράψει και βιβλία για παιδιά σε συνεργασία με το νεώτερο γιο της, Σλέιντ Μόρισον, ο οποίος είναι ζωγράφος και μουσικός.
Άλλα έργα της είναι το «Τζαζ», «Έλεος», «Αγάπη» και «Παράδεισος».
πηγές: nobelprize.org και wikipedia