Τριγμοί από το παρελθόν
Τρεις νέοι άνθρωποι ανακαλύπτουν πως στο οικογενειακό τους παρελθόν υπήρξε ένα ατύχημα που ίσως τελικά να ήταν δολοφονία. Ξεκινάνε αμέσως τις έρευνες και βρίσκουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες κι ενώ το κουβάρι ξετυλίγεται διαπιστώνουν πως υπάρχουν πολλά μυστικά καλά κρυμμένα στα βάθη του χρόνου. Αυτή θα είναι η αρχή μιας σειράς περιπετειών που θα τους φέρει αντιμέτωπους με κλειστά στόματα, θαμμένες αλήθειες και ψέματα.
Η Άνα Ζάχαρη έγραψε ένα ενδιαφέρον αστυνομικό μυθιστόρημα που αναπτύσσεται σε τρεις ξεχωριστές ιστορίες, με την Αλίκη και τα ξαδέρφια της, Μίμη και Μίκη, να κάνουν τους αυτόκλητους ντετέκτιβ με μεγάλη επιτυχία. Στα «Θαμμένα μυστικά» έχουμε το χρονικό της διερεύνησης του θανάτου της προγιαγιάς Λίνας Μερκούτη και της μαγείρισσάς της, στη «Χαμένη διαθήκη» οι τρεις φίλοι αναλαμβάνουν να εντοπίσουν κάτι τόσο πολύτιμο που κάποιοι δε διστάζουν μπροστά σε τίποτα για να το αποκτήσουν και στον «Αναμενόμενο φόνο» διαπράττεται ένα έγκλημα κυριολεκτικά «κεκλεισμένων των θυρών»! Οι τρεις αυτές ιστορίες επιπλέον δένονται αναπάντεχα και αποτελούν ένα ενιαίο χρονικό της οικογένειας Μερκούτη από τις ρίζες του απώτατου παρελθόντος ως το σήμερα, με τις φαινομενικά άσχετες μεταξύ τους ιστορίες να αλληλοσυμπληρώνονται ενώ το Χρονικό που ακολουθεί τα «Θαμμένα μυστικά» είναι μια συναρπαστική καταγραφή εξελίξεων και γεγονότων που θα δεθούν με όλες τις υποθέσεις. Η συγγραφέας, μέσα από τρεις πολύ καλογραμμένες και ανατρεπτικές ιστορίες, δημιούργησε ένα αρραγές κείμενο που με εντυπωσίασε και με κράτησε σε εγρήγορση, μιας και πολλά κομμάτια του οικογενειακού παζλ τοποθετήθηκαν σε απρόσμενα σημεία ολοκληρώνοντας με τον πιο ευφάνταστο τρόπο την πλοκή.
Η Αλίκη Λασκαράτου με πρωτοπρόσωπη αφήγηση εξιστορεί τα γεγονότα και μας καλωσορίζει στο οικογενειακό σπίτι της γιαγιάς Νίνας στην Κηφισιά. Η Νίνα μετά τον θάνατό της το άφησε στον γιο της, Κωνσταντίνο, και τη γυναίκα του, Γκαλίνα, των οποίων τα παιδιά, Μίκης και Μίμη (Δήμητρα), μεγάλωσαν μαζί με την Αλίκη. Εξερευνούσαν στα μικράτα τους το σπίτι, άκουγαν και συγκρατούσαν τις ιστορίες για τα μέλη της οικογένειας, προσπαθούσαν να αναπαραστήσουν τον τόπο και τον χρόνο από κάθε αφήγηση. Η Αλίκη, ψάχνοντας κάτι χαρτιά στη σοφίτα, ανακαλύπτει έναν θησαυρό από παλιά αντικείμενα, βιβλία, χαρτιά και περιοδικά, κάτι που την ξετρελαίνει ως βιβλιοφάγος που είναι αλλά και ένα τετράδιο συνταγών. Σε αυτό κρύβεται ένα σημείωμα της μαγείρισσας της προγιαγιάς, Μαργαρίτας Ψυχούλη, η οποία τονίζει πως η κυρά της δολοφονήθηκε και δεν πέθανε από φυσικού! Η μαγείρισσα φαίνεται πως αυτοκτόνησε λίγο καιρό μετά, με σημάδια κατάθλιψης από την απώλεια της Λίνας Μερκούτη, ήταν όμως αυτή η αιτία ή δολοφονήθηκε κι εκείνη; Έτσι οι τρεις νέοι αρχίζουν να σκαλίζουν την υπόθεση.
Μέσα από συναρπαστικά γεγονότα και ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες ταξιδεύουμε πίσω στη δεκαετία του 1910 και γνωρίζουμε τη Λίνα και τον Τζώρτζη Μερκούτη, αξιότιμο πολιτικό και πρώην υπουργό. Με ωραία και προσεγμένη χρήση της καθαρεύουσας στο ημερολόγιο του Τζώρτζη ζωντανεύουν περιστατικά που αναβιώνουν την εποχή του πρώτου έρωτα και του γάμου του με τη Λίνα, την καριέρα του στο Υπουργείο Στρατιωτικών, πώς ανακάλυψε ότι κάποιος από το σπίτι του έκλεψε πολύτιμα στρατιωτικά έγγραφα έναν χρόνο μετά προδίδοντας έτσι την πατρίδα, πώς αντέδρασε στον θάνατο της γυναίκας του και πολλά άλλα. Ποιος «έκρυβε τα χαρτιά στον τοίχο»; Σε ποιον τοίχο και τι γράφουν αυτά τα χαρτιά;
Μαγείρισσα, σοφέρ, δύο καμαριέρηδες, κηπουρός, γκουβερνάντα και ο αδερφός του Τζώρτζη, Τίμος, που γύρισε από το Παρίσι όπου σκορπούσε την περιουσία που του άφησε ο πατέρας του είναι οι βασικοί ύποπτοι για τον θάνατο της εγκύου Λίνας. Ταυτόχρονα, ζωντανεύει μια πανέμορφη Αθήνα, με τους κήπους της, με τις δεξιώσεις της, με την έντονη κοινωνική ζωή, με την άφιξη του δευτερότοκου γιου του βασιλιά, Γεωργίου, Ύπατου Αρμοστή της Κρήτης, που αναστατώνει τα σαλόνια κ. ά. Οι σχέσεις του Τζώρτζη με τον άσωτο αδελφό του, οι κρίσεις του για την πολιτική και στρατιωτική κατάσταση της εποχής, ο διορισμός του ως υπουργός εν όψει των Βαλκανικών πολέμων, οι δυο κόρες που απέκτησε, ο χαρούμενος κι ευτυχισμένος μικρόκοσμος στη βίλα τους στην Κηφισιά, τα πρόσωπα που έβλεπε η Μαργαρίτα σε άσχετες στιγμές σε άκαιρους χώρους είναι μικρές λεπτομέρειες που συμπληρώνουν ένα παζλ γεμάτο μυστήριο και υποψίες ενώ ξεπηδά η αστική τάξη των αρχών του 20ού αιώνα, τα τραπεζώματα, τα μεγάλα ονόματα που θεωρούνται ανυπόληπτα και δεν έχουν βλάψει ποτέ κανέναν αλλά στα κρυφά διαπράττουν σκάνδαλα κλπ.
Μου άρεσαν πολύ οι χαρακτήρες των νέων παιδιών και ειδικά η Αλίκη, η οποία, αν και γόνος αστικής οικογένειας, με σχετική οικονομική άνεση, είναι καταδεκτική και καθόλου υπεροπτική, ο λόγος της και ο τρόπος σκέψης της σχεδόν «λαϊκός», ενώ το ίδιο συμπεριφέρονται και τα ξαδέλφια της. Ίσως με αυτήν την επιλογή η συγγραφέας δείχνει πώς αλλάζουν οι γενιές και οι εποχές και κυρίως πως οι επίγονοι και οι απόγονοι στρέφουν την πλάτη τους σε όλο αυτόν τον καθωσπρεπισμό και το πρωτόκολλο, ανούσιες λεπτομέρειες που, παρ’ όλ’ αυτά, διατηρήθηκαν για καιρό. Λέει μάλιστα χαρακτηριστικά ο Μίκης: «Κι εμείς αν δε μέναμε στο ίδιο σπίτι, σιγά μην ήξερε ο ένας τι κάνει ο άλλος»! (σελ. 36). Αυτό το διακριτικό και φίνο χιούμορ ελαφραίνει σε αρκετά σημεία το σασπένς είτε με εκφράσεις όπως «είχανε του κερατά τα τρεχάματα» είτε με ξεκαρδιστικές ατάκες όπως «-Αυτός ο Βαγγέλης μια χαρά παιδί είναι. Άμα δεν τον θες εσύ, πες το ν’ απλώσω δίχτυα» (σελ. 41) είτε με σαρκασμό: «-Αχ, πουλάκι μου, (δεν μπορεί, θα φτερώσω καμιά ώρα)…» (σελ. 92).
Οι επόμενες δύο υποθέσεις δεν υπολείπονται σε κάτι ως προς την αγωνία, την ένταση και το σασπένς. Στη «Χαμένη διαθήκη», ο Δημήτρης, φίλος της Αλίκης από τη Φιλοσοφική, της αναθέτει να βρει τη χαμένη διαθήκη του προπάππου του. Οι έρευνες της Αλίκης την οδηγούν στη Σύμη, όπου κάποιος διαρρηγνύει το πατρικό του φίλου της, ενισχύοντας την πεποίθησή της πως η διαθήκη υπήρξε και πως κάποιος ψάχνει κάτι πολύτιμο. Βοηθοί της στη νέα αυτή έρευνα είναι φυσικά τα ξαδέλφια της, Μίκης και Μίμη. Θα λύσουν άραγε τα αινίγματα που θα βρουν γραμμένα σε απρόσμενα σημεία; Τι συνέβη στη Σύμη του 1942; Είναι μια ακόμη πιο συναρπαστική από την πρώτη ιστορία που μας ταξιδεύει στην αρχαιότητα, στις σκοτεινές στοές της Μασονίας, στην εποχή του αμφιλεγόμενου Καλλιόστρο και, γιατί όχι, στο σήμερα, στην οικογένεια Μερκούτη που δένεται απρόσμενα με τις εξελίξεις στη Σύμη. Η συγγραφέας καταφέρνει με επιδεξιότητα να αναπαραστήσει τις τόσο διαφορετικές μεταξύ τους εποχές (αρχαιότητα, μεσαίωνα, Τουρκοκρατία) και τόπους (Ιταλία, Σκωτία, Μεσολόγγι) και να ενώσει αναπάντεχα τους εκάστοτε πρωταγωνιστές σ’ ένα μεγάλο μυστικό που πρέπει να προφυλαχθεί από κακόβουλα χέρια και μυαλά.
Τέλος, «Η χαμένη διαθήκη» ακολουθεί το απαραίτητο και εξίσου συναρπαστικό Χρονικό, χάρη στο οποίο μαθαίνουμε, μέσα από μυθιστορηματικά δοσμένα περιστατικά, πολλές πτυχές της οικογένειας Μερκούτη, από τον πρώτο πρόγονο στην Ενετοκρατία ως το παρόν. Έτσι γνωρίζουμε καλύτερα τις καταβολές του Τζώρτζη Μερκούτη και τη δημόσια και ιδιωτική στάση του μετά την οικογενειακή τραγωδία, καθώς και για τις τύχες των θυγατέρων του, Ευγενίας ή Νίνας και Ελισάβετ (ή Έλης) και των απογόνων τους. Όλο αυτό το βάρος των πληροφοριών υπαναχωρεί με τον «Αναμενόμενο φόνο», μια πιο λιτή και απλή μα δύσκολη υπόθεση. Εδώ έχουμε έναν φόνο που διαπράττεται κεκλεισμένων των θυρών, μιας και το θύμα βρίσκεται δολοφονημένο σ’ ένα κλειδωμένο σπίτι χωρίς ίχνη παραβίασης, εισόδου και εξόδου. Συγγενής του θύματος είναι ένας καλός φίλος των δίδυμων Μίκη και Μίμης κι έτσι ξεκινούν τις έρευνες. Η νεκρή ήταν μια γυναίκα παράξενη, ιδιότροπη, όλοι οι γείτονες που γνωρίζουν οι τρεις νέοι δεν έχουν να πουν καλά λόγια για κείνη ενώ λέγεται πως αγόρασε το σπίτι κοψοχρονιά πετώντας έξω τον προηγούμενο ιδιοκτήτη του που δεν πρόλαβε να πάρει τα πράγματά του και της τα απαιτούσε! Τη σκότωσε ο ταλαιπωρημένος από τη συμπεριφορά άντρας της, ο προηγούμενος ιδιοκτήτης ή κάποιος άλλος;
Οι «Τριγμοί από το παρελθόν» είναι ένα μυθιστόρημα-πρόκληση, το οποίο ο αναγνώστης μπορεί να το αντιμετωπίσει σαν τρία εκτεταμένα διηγήματα και να διαβάζει όσο και ως όπου θέλει αλλά συνδέονται μεταξύ τους πολύ στενά και συγκροτούν ένα ενιαίο στην ουσία κείμενο, εξ ου και δεν μπορεί να παραλείψει κάποια από αυτές ή να τις διαβάσει με σειρά άλλη από αυτήν που παρατίθενται. Επιπλέον, η κάθε μια από αυτές μέσα σε λίγο σχετικά αριθμό σελίδων καταφέρνει να στήσει ένα υπέροχο και διαφορετικό κάθε φορά ιστορικό υπόβαθρο ενώ η συγγραφέας δε διστάζει να ταξιδεύει τον αναγνώστη από το χτες στο σήμερα, πιο μακριά στο απώτερο παρελθόν, να τον ξαναφέρνει κάπου κοντά για να τον τραβήξει στο σήμερα κι όλα αυτά με τρόπο που δεν κουράζει και δεν μπερδεύει. Επιπλέον, η Ικαρία και η Σύμη στήνονται προσεγμένα, με το ντόπιο χρώμα τους, με την αληθινή και αυθεντική τους ταυτότητα, με την ντοπιολαλιά τους, βοηθώντας με τον τρόπο τους στη διερεύνηση των υποθέσεων. Το σασπένς και η αγωνία χτυπούν κόκκινο και στα τρία κείμενα, τα μυστήρια είναι διαφορετικά και ποικίλα, το ταξίδι κάθε φορά και πιο εθιστικό! Ένα πρωτότυπο και διαφορετικό αστυνομικό μυθιστόρημα που με άφησε απόλυτα ικανοποιημένο.
Πάνος Τουρλής