Ένας νεαρός άντρας που ασχολείται με τη μουσική ταξιδεύει σε διάφορα μέρη της Ευρώπης και της Αμερικής ώστε με αφορμή διάφορα γκρουπάκια που προμοτάρει να γνωρίζει τον τόπο και τους ανθρώπους του. Ποιος όμως είναι πραγματικά ο σκοπός των ταξιδιών του; Θα καταφέρει να ξεφύγει από τα συναισθηματικά βάρη που τον κυνηγάνε;
Ο Μιχάλης Παπαγεωργίου με το πρώτο του μυθιστόρημα μας γνωρίζει έναν ολοκληρωμένο χαρακτήρα, ο οποίος, όπως όλοι μας, ψάχνει κάτι που θα τον γεμίσει και θα τον ικανοποιήσει. Χρησιμοποιεί τα ταξίδια και τη μουσική για να ταξιδέψει και να γνωρίσει κόσμο, να ερωτευτεί και να αγαπήσει, να κάνει επιτυχία και να καταφέρει κάτι στη ζωή του. Όλα αυτά όμως είναι δοσμένα τόσο προσεγμένα που το βιβλίο ούτε ταξιδιωτικός οδηγός είναι ούτε γεμίζει σελίδες με φιλοσοφίες. Η ιστορία είναι γεμάτη εκπλήξεις και ανατροπές, οι χαρακτήρες ενδιαφέροντες και η κεντρική ιδέα παραμένει ως το τέλος, όπου οδηγούμαστε σ’ ένα συγκινητικό κλείσιμο του κύκλου που άνοιξε στην Καρθαγένη. Εκεί ο Αντρέας γνώρισε την Πιλάρ, μια γυναίκα με την οποία ερωτεύονται αμέσως, ένα γοητευτικό πλάσμα που όμως έχει τα δικά της μυστικά, όσο κι αν η σχέση τους την ηρεμεί και τη μεταμορφώνει. Μαζί ανακαλύπτουν το μέρος όπου ζουν, την Ταγγέρη, καθώς και άλλες πόλεις της Ισπανίας και της Αφρικής στην απέναντι μεριά της Μεσογείου. Τα κεφάλαια τα διαποτίζει η γλυκιά η μυρωδιά από την αμαρυλλίδα στον κήπο του πατέρα της Πιλάρ και οι παραστατικές περιγραφές δείχνουν την ομορφιά της Καρθαγένης. Ώσπου η Πιλάρ δίνει στον Αντρέα έναν κλειστό φάκελο και του τονίζει πως θα καταλάβει μόνος του πότε πρέπει να τον ανοίξει.
Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση ενέχει δυναμισμό, παραστατικότητα και ταχύτητα, καταγράφονται ωραίες εικόνες και δίνονται σωστά και μετρημένα ψυχογραφήματα που ευτυχώς δεν απλώνονται σε πολλές σελίδες κι έτσι δε χάνουμε τον σφυγμό του κειμένου. Ο Αντρέας έχει πάθος για το βινύλιο, αγαπάει τη μουσική, ανακαλύπτει αξιόλογα γκρουπάκια απ’ όλο τον κόσμο και τα προωθεί μέσω της δισκογραφικής εταιρείας που ίδρυσε με τον φίλο του, τον Σωκράτη. «Η μουσική είναι από τα καλύτερα οχήματα για να γνωρίσει κανείς ανθρώπους» (σελ. 39). Γιατί όμως αναγκάζεται να ταξιδέψει στο Μεξικό αφήνοντας για πάντα πίσω του την Ισπανία; Από τι προσπαθεί να ξεφύγει; Τι τον στοιχειώνει; «Δεν ταιριάζουν οι άνθρωποι, ταιριάζουν οι στιγμές τους» (σελ. 53), αυτό φαίνεται να τον αντιπροσωπεύει σε κάθε του βήμα. Οι πόλεις που επιλέγονται έχουν αντιπροσωπευτικά χαρακτηριστικά και η κάθε μία κάτι αφήνει στον πρωταγωνιστή μα και στον αναγνώστη. Καλά τα πάρτι στο Λος Άντζελες αλλά οι αισθήσεις και η απόλαυση απογειώνονται στο Μεξικό, με κουλτούρες, ανθρώπους, φαγητά να διαδέχονται το ένα το άλλο από πόλη σε πόλη. Κι από κει γιατί ταξίδεψε στη Βομβάη; «Έτρεχα να ξεφύγω ή έτρεχα να βρω;» (σελ. 105), αναρωτιέται χαρακτηριστικά ο ήρωας του βιβλίου. Κι από κει φτάνουμε στο Λονδίνο, σε ένα από τα τελευταία μαγαζιά δίσκων βινυλίου, όπου ακούμε τους βρυχηθμούς ενός ασθενούς που αργοπέθαινε εξαιτίας της κασέτας και του cd αλλά τώρα ανένηψε, μιας και ο μικρόκοσμος αυτός στηρίζεται από φανατικούς πιστούς ή εμπλουτίζεται με καινούργιους οπαδούς.
Ερωτικό μα και σκληρό κείμενο, τρυφερό και κοφτερό, με αναπάντεχες εξελίξεις και μια συναρπαστική αναζήτηση ιδεών και εαυτού, όλα αυτά αφιερωμένα στην ψυχική και πνευματική αναζήτηση του Αντρέα. Η σύντομη έκταση του κειμένου και η ιδανική εξισορρόπηση φιλοσοφικών σκέψεων και δράσης κρατάνε αμείωτο το ενδιαφέρον και βοηθάνε την πλοκή να μη χαλαρώσει ούτε στιγμή. Επίσης, βρήκα γοητευτικό τον τρόπο που παρεμβάλλεται η μουσική και ο ρόλος της στη ζωή του Ανδρέα. Ο πρωταγωνιστής είναι ένας από τους κρίκους της αλυσίδας της οποίας αποτελεί βασικό κομμάτι και μέσα από την ιστορία βλέπουμε πώς εξαρτώνται όλα τα στάδια το ένα από το άλλο, πώς για παράδειγμα ένα γκρουπάκι από το γκαράζ του σπιτιού του φτάνει σε ευήκοα ώτα κι από κει σε ανθρώπους που θέλουν τη μουσική τους, τα τραγούδια τους, τον ρυθμό τους!
«Το αίμα της αμαρυλλίδας» είναι ένα μυθιστόρημα για έναν άντρα που ζει μέσα σε κύκλους ζωής που κλείνουν ο ένας μετά τον άλλον, αφήνοντάς του μια επίγευση χαράς και επιτυχίας, που βιώνει πολύτιμες για την προσωπικότητά του εμπειρίες, δεν παύει όμως να θέλει να γυρίσει στην Ελλάδα, οπότε προχωράει σε ανασύνταξη και επανατοποθέτηση στόχων, χωρίς να ξεχνάει ούτε στιγμή την καριέρα του που χτίστηκε σταδιακά και μέσα από επιτυχίες μα και λάθη. Με πόση μαστοριά κλείνει ο συγγραφέας τον κύκλο των αναζητήσεων: «Μόλις συνειδητοποίησα ότι βάδιζα σημειωτόν στο ίδιο σημείο ενός κύκλου εδώ και πολύ καιρό, ούτε μπρος ούτε πίσω. Είχα παγιδευτεί. Για να βγω από την αδράνεια και να τον κλείσω επιτέλους μόνο ένας τρόπος υπήρχε… έπρεπε να αντιμετωπίσω επιτέλους τους φόβους μου» (σελ. 130). Μια τρυφερή και ρεαλιστική νουβέλα που με κράτησε ως το τέλος, όπου υπάρχει QR Code που οδηγεί στην playlist των τραγουδιών που αναφέρονται στο τέλος κάθε κεφαλαίου και που μπορεί να βρει ο αναγνώστης σε youtube και spotify.
Πάνος Τουρλής