Το μεταφυσικό της Αλιέντε, η πλοκή του Πολυράκη, τα συναισθήματα της Παπαδάκη, οι γυναίκες της Παπαοικονόμου, η σύγχρονη ελληνική τοιχογραφία του Τερζάκη, τα πρόσωπα της Ζατέλη...Όλα αυτά σε ένα φρέσκο, πρωτότυπο δημιούργημα. Με ταξίδεψε, με συγκίνησε, με εξόργισε, με άγγιξε. Η Πλουσία, αγκαλιά με τα κεράσια, φεύγει από την πατρίδα της, αναζητώντας σαν τις κερασιές που φυτεύει, να ριζώσει κι αυτή καπου. Κάνει οικογένεια, γνωρίζει ανθρώπους, χάνει ανθρώπους, και τα κεράσια πάντα εκει, να της χτυπάνε την πόρτα κυρίως για κακό. Ένα απίστευτο μεταφυσικό εύρημα που ταιριάζει τόσο ωραία με τις εξελίξεις. Βγάζω το καπέλο στο Δημήτρη που κατάφερε να μη χάσει τον μπούσουλα με τόσα πρόσωπα και να προσαρμόσει τις περιπέτειες, τα συναισθήματα και τις ιστορίες τους στις σύγχρονες ιστορικές εξελίξεις. Είναι όντως πολλά τα πρόσωπα κι αν το διαβάσει κάποιος με μεγάλα χρονικα διαστήματα θα χαθεί και θα χάσει και τη μαγεία του βιβλίου. Γιατί αν το πιάσεις ενιαία, ο συγγραφέας με παρεμβολές σε βοηθάει να καταλάβεις για τι πράγμα μιλάει, σε ποιον αναφέρεται κλπ. Όντως θα έπρεπε η αφήγηση να συμβαδίζει με την εποχή και όντως αυξηθήκαμε και πληθύναμε μετά τον πόλεμο. Πώς καταφέρνουν όμως οι ήρωες να βρουν τον δρόμο τους, να βρουν δουλειά και να ανταπεξέλθουν σε όλες τις δυσκολίες της ζωής...Μπορεί να είναι χαζό για όσους είναι απαισιόδοξοι αλλά είναι μαγικό για κάποιον που το διαβάζει και για κείνον που το γράφει. Η αλήθεια είναι ότι η ιστορία είναι τραβηγμένη από τα μαλλιά σε ελάχιστα σημεία ευτυχώς. Δυστυχώς επιτρέψατε μου να εναντιωθώ σε ένα πράγμα, που με ξένισε αρκετά: δεν είναι δυνατόν, όσο προχωρημένης νοοτροπίας και να είσαι, έστω και μάνα να είσαι που θες το καλό του παιδιού σου, να ανεχτείς την ομοφυλοφιλική σχέση του γιου σου, σε μια περίοδο που η ομοφυλοφιλία ήταν παράνομη (αυτό καταργήθηκε με το ΠΑΣΟΚ το 1981, αν θυμάμαι καλώς) και πάλι καλά που τη γλύτωσε ελαφρώς ο Φώτης στον στρατό (έχω διαβάσει για πολύ χειρότερες περιπτώσεις). Ήταν μια περίοδος που κρατούσες τέτοιου είδους πράγματα κρυφά μετά φόβου Θεού. Ούτε καν αναφέρθηκε κάτι τέτοιο στο έργο. Οι συνθήκες γνωριμίας και ανάπτυξης αυτής της σχέσης δόθηκαν τρυφερά και αληθοφανώς αλλά η όλη αυτή περιπέτεια ήταν χωμένη βαθιά στο σκοτάδι. Και το χειρότερο από όλα ήταν ο τρόπος που απέκτησαν παιδί. Σόρυ αλλά εκεί χάθηκε η μπάλα. Δέχομαι την ανάγκη της κοπελιάς του αδερφού του Φώτη να κάνει παιδί από οικογένεια τόσο δική της αλλά όχι τριπλέτα βρε παιδιά. Θα δεχόμουνα την εξωσωματική γονιμοποίηση. Είναι δυνατόν να είσαι τοσο στενά δεμένος με τον σύντροφό σου που να πάρετε μαζί μια γυναίκα για να την γκαστρώσετε; Και μετά δε σε ξέρω, δε με ξέρεις. Τρομερά δύσκολο, όσο αληθοφανώς κι αν θέλει να καταδειχτεί. Αυτή η περίπτωση ήταν πέραν του κόσμου τούτου. Ευτυχώς που η γραφή του Δημήτρη, οι γυναίκες του, τα πάθη τους και οι περιπέτειές τους ήταν τόσο καθημερινές, τόσο λιτές, τόσο τραγικές και τόσο όμορφες που δεν κόλλησα ιδιαίτερα σε αυτό. Σε γενικές γραμμές ήταν ένα όμορφο ταξίδι, που κράτησε αρκετά, με γέμισε σκέψεις και άγχος για την ηλικία και για τα χρόνια που περνούν. Και φυσικά τρελάθηκα με το τέλος. Η εγγονή της Πλουσίας συνεχίζει το έργο με τα κεράσια. Κρίμα που η Σάμος αναφέρεται τόσο λίγο. Και η Ρώμη όπου αναζητείται το μαύρο πρόβατο (μαύρο για όσους δεν ξέρουν την ψυχολογία του εννοώ) της Πλουσίας. Από τα πολύ καλά έργα νέων Ελλήνων συγγραφέων. Μπράβο Δημήτρη. Και σε ευχαριστώ πολύ για την ευκαιρία να διαβάσω το έργο σου (κι αν μου ξαναμιλήσεις μετά από όσα έγραψα εδώ, σφύρα μου) :)
ΥΓ. Κάπου κάπου ένιωθα σαν να διάβαζα το Φως του φεγγαριού της Αλκυόνης Παπαδάκη. Προς Θεού καμία ομοιότητα το ένα με το άλλο, αλά οι εναλλαγές των σκηνών, τα πρόσωπα και τα συναισθήματα, μιας που δέθηκα και με την ομώνυμη τηλεοπτική σειρά όταν είχε προβληθεί, μου γέννησαν μια σκέψη: αυτό το βιβλίο, μετην κατάλληλη επιμέλεια και στήσιμο, μπορεί να γίνει ένα καλό σήριαλ (μην πετάτε ντομάτες, παιδιά!!)
Πάνος Τουρλής