Ο τελευταίος κρίκος

Η Άννα Κασίμη και ο Μάξιμος Λυμπέρης, μια πρώην κλέφτρα κι ένας πλούσιος εφοπλιστής, άγνωστοι μεταξύ τους, ανακαλύπτουν πως είναι συνδικαιούχοι μιας σημαντικής περιουσίας στο νησί της Χίου. Πώς θα χειριστούν το αναπάντεχο νέο; Πόσες αλλαγές θα επιφέρει στη ζωή τους η γνωριμία τους; Πώς γίνεται μια αρχόντισσα από καιρό πεθαμένη να σκοτώνει κάποιον για να εκδικηθεί και να αφήνει στο πτώμα του τη διαθήκη της; Τι σημαίνουν τα οράματα που βλέπει η Άννα; Είναι αποσπασματικές εικόνες όσων συνέβησαν στο παρελθόν ή θολούρες του νου της;

Πώς και γιατί φυτρώνουν από μόνες τους ροζ ορχιδέες κάτω από ένα παράθυρο κάθε Απρίλη; Ένας φτωχός εργάτης και μια πλούσια αρχόντισσα, μια μάγισσα κι ένα αρχοντόπουλο, ένας βιασμός με λάθος θύμα, ένα μωρό που δεν ξέρει τι συνέβη στη μητέρα του και άλλες ιστορίες μπλέκουν μεταξύ τους και γεμίζουν πόνο και οδύνη τις ζωές όλων.

Η Ευαγγελία Ευσταθίου έγραψε ακόμη μία χορταστική, πλούσια σε εξελίξεις και γεμάτη ενδιαφέροντα ψυχογραφήματα ιστορία που με κράτησε και πάλι καθηλωμένο ως την τελευταία σελίδα. Απόλαυσα τη συγγραφική της τέχνη, τις μικρές και μεγάλες λεπτομέρειες που συνθέτουν μια αξέχαστη πλοκή, τις απρόσμενες εξελίξεις, τα διαχρονικά μηνύματα και ταξίδεψα στις ζωές δυο αντίθετων μεταξύ τους ανθρώπων που έρχονται κοντά και ενώνουν τις δυνάμεις τους για να ανακαλύψουν το οικογενειακό τους παρελθόν ενώ ταυτόχρονα προσπαθούν να καταπνίξουν τα αμοιβαία ερωτικά αισθήματα. Η ιστορία ξεκινάει στο νησί της Χίου και συγκεκριμένα στο ερειπωμένο αρχοντικό των Μαρκέζηδων στον Κάμπο, που εκπέμπει μια παράξενη αύρα ενώ το συνοδεύει η φήμη του στοιχειωμένου. Εκεί βρίσκουν κάποιοι εργάτες ένα μισολιωμένο πτώμα ανθρώπου τυλιγμένο σε σεντόνι και στο χέρι του μια διαθήκη, η συντάκτρια της οποίας ομολογεί τη δολοφονία του θύματος, Κωνσταντίνου Μαρκέζη και κληροδοτεί το κτήμα και το αρχοντικό εξ ημισείας σε απόγονό της και στο εξώγαμο παιδί του Μαρκέζη. Την υπόθεση αναλαμβάνει η αστυνόμος Μαρκέλλα Γεράνη, προϊσταμένη του Γραφείου Εγκληματολογικών Ερευνών Χίου, αν και με εντολή άνωθεν η υπόθεση κλείνει βιαστικά και γρήγορα. Η Μαρκέλλα αποφασίζει να ψάξει μόνη της και να σκαλίσει τα γεγονότα ενώ ταυτόχρονα καλεί την Άννα και τον Μάξιμο στο νησί.

Η Άννα Κασίμη, που κάποτε έκλεβε κοσμήματα και έργα τέχνης αμύθητης αξίας για να τα πουλάει στη μαύρη αγορά ώστε να εξασφαλίζει χρήματα για την αυτιστική αδελφή της και για τη μητέρα της που παλεύει με τον καρκίνο, καταλαβαίνει πως πρέπει να γυρίσει στην ενεργό δράση, «Μία τελευταία φορά…», τώρα που τα οικονομικά περιθώρια έχουν στενέψει. Ποτέ δεν έμαθε για τα παιδικά χρόνια της μητέρας της και για τη γιαγιά Καστανή, μια γυναίκα με μυστηριώδη αύρα, ένα πλάσμα που έφτιαχνε γιατρικά από βότανα και θεράπευε αρρώστους. Στην πραγματικότητα, η Άννα έχει γνωρίσει τον Μάξιμο κατά τη διάρκεια μιας αποστολής της αλλά κατάφερε να ξεφύγει από τα νύχια του και τώρα κρύβει την ταυτότητά της όταν η διαθήκη τους φέρνει ξανά κοντά. Ταυτόχρονα, η αυτιστική αδελφή της, Δανάη, παρ’ όλο που προτιμάει να μένει σιωπηλή, μπορεί να αντιληφθεί τα πάντα και μάλιστα πιο γρήγορα απ’ ό,τι ο μέσος άνθρωπος αλλά δυσκολεύεται να εκφράζει τις σκέψεις της και να δημιουργεί σωστή επικοινωνία. Μόνο η αδελφή της μπορεί να αποκωδικοποιήσει τις κινήσεις της, τους ήχους της, το βλέμμα της.

Από την άλλη, ο εφοπλιστής Μάξιμος Λυμπέρης είναι γοητευτικός, έχει τα πάντα και κατάφερε να μπλεχτεί ουσιαστικά με μόνο μία γυναίκα, τη Ρομίνα Βλαντή, ώσπου ανακάλυψε την παγίδα της και τη χώρισε. Είναι ένα πληγωμένο αγρίμι, ένας άντρας που η μητέρα του, η Ρομίνα και μια κλέφτρα έχουν αλώσει από ένα μεγάλο κομμάτι του εαυτού του. Γεννήθηκε μες στα πλούτη αλλά προτιμά να κοπιάζει όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, δουλεύοντας με τα χέρια του παρά να δίνει εντολές από μια αναπαυτική καρέκλα. Είναι απλοϊκός και προσηνής αλλά απόμακρος και στρυφνός απέναντι σε όποιον τον εκμεταλλεύεται ή τον εξαπατά. Τι συνέβη ανάμεσα σ’ αυτόν και στην Άννα εκείνο το βράδυ στη Μαρίνα Ζέας; Γιατί την ψάχνει; Πώς και πού έκαψε το χέρι του σε άσχημο βαθμό; Τι άνθρωπος ήταν η μητέρα του και πώς μεγάλωσε τον γιο της; Γιατί την αποκήρυξε ο Μάξιμος και πώς συμπεριφέρεται στον πατέρα του; Ένα τηλεφώνημα θα γκρεμίσει όλα όσα ήξερε ως τότε και θα τον οδηγήσει να επιστρέψει εμφανισιακά και νοερά στην εφηβεία του, τότε που η μητέρα του ήταν ευτυχισμένη, η αδελφή του ζούσε και εκείνος είχε μια απλή ψαρόβαρκα.  Δεν έμαθε ποτέ πώς είναι να έχεις αισθήματα για κάποιον, ώσπου ήρθε εκείνη στη ζωή του, η γυναίκα που δεν έπρεπε. Έχει θάψει τον καλό εαυτό του «στο σκοτεινό μέρος της ψυχής όπου κρύβονται οι δαίμονες» και κάποια στιγμή σταδιακά άρχισε να τον εμφανίζει ξανά αλλά για λίγο, μιας και «όποτε ανοίγω το κελί του, δραπετεύει κι ένας δαίμονας». Πλέον έμαθε να έχει τον έλεγχό τους αλλά τρέμει την ώρα που θα τον χάσει. Η ιστορία αυτή θα τον οδηγήσει στα άκρα και θα τον φέρει αντιμέτωπο με γνήσια και βαθιά αισθήματα: «Καλύτερα να μισήσω μια άσχημη αλήθεια παρά να κινδυνεύσω να αγαπήσω ένα όμορφο ψέμα» (σελ. 366), παραδέχεται κάποια στιγμή. 

Εκτός από το πρωταγωνιστικό ζευγάρι και το οικογενειακό και φιλικό τους περιβάλλον, γνωρίζουμε και τα μέλη των οικογενειών Μαρκέζη και Απέργη που χωρίστηκαν από βαθύ μίσος που ξέσπασε το 1958, με αποτέλεσμα σταδιακά να ξεκληριστούν όλοι τους από «ατυχήματα». Η Ευγενία Μαρκέζη και ο άντρας της, Φίλιππος, βρήκαν τραγικό θάνατο, όπως και τα δύο τους παιδιά, Ειρήνη και Άρης, ενώ αντίστοιχοι θάνατοι συνέβησαν και στους Απέργηδες, όπου ο Κωνσταντίνος έχασε και τους δύο γιους του και τη γυναίκα του, Ελένη, πριν δολοφονηθεί από έναν άντρα που τροφοδότησε για καιρό τα κουτσομπολιά. Άψογα μπλεγμένες σχέσεις και σωστά ενορχηστρωμένες εξελίξεις εμπλουτίζουν το μυθιστόρημα και πυροδοτούν ασύλληπτες εξελίξεις, όλα τους σημαντικά κομμάτια ενός μεγάλου παζλ. Όλοι οι χαρακτήρες έχουν τον δικό τους ρόλο στα γεγονότα, κανένας δεν είναι περιττός ούτε παρεμβαίνει βεβιασμένα για να δοθούν πρόχειρες λύσεις. Τα πάντα είναι καλοσχεδιασμένα και οι εκπλήξεις δε σταματούν. Τι σχέση όμως έχει η γιαγιά Καστανή με όλα αυτά; Πώς γίνεται ο έρωτας του Άρη Μαρκέζη για μια γυναίκα που όλοι θεωρούν μάγισσα στο νησί να γεννήσει μια πληγή που θα αιμορραγεί ασταμάτητα ως το τέλος; Γιατί ο Κωνσταντίνος Απέργης ήθελε να εξαφανίσει από προσώπου γης τον Φίλιππο Μαρκέζη; Τι χωρίζει τις δύο οικογένειες; «Το παρελθόν είναι μάθημα, ποτέ προορισμός» (σελ. 89), πώς θα στιγματίσει όμως τους ήρωες του βιβλίου;

Πρόκειται για ένα πλούσιο σε περιστατικά και γεγονότα μυθιστόρημα, με κινηματογραφικούς διαλόγους, μια καλοσχεδιασμένη πλοκή που κινείται ανάμεσα σε παρελθόν και παρόν κι ένα μυστήριο που λύνεται σιγά σιγά. Οι πολλές περιγραφές αντί να κουράζουν δίνουν αληθοφάνεια και σωστή ατμόσφαιρα, πλαισιώνοντας έτσι με τον πιο κατάλληλο τρόπο τους χαρακτήρες και η συγγραφέας ξετυλίγει αργά και σταδιακά το κουβάρι για να δέσει το σήμερα με το χτες μέσα από δύο πρόσωπα που προέρχονται από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα και γνωρίζονται με απρόσμενο τρόπο. Ταυτίστηκα όχι μόνο με την Άννα και τον Μάξιμο αλλά και με τον Κενάν (τι συγκινητική ιστορία κουβαλάει στην πλάτη του), με τη γιαγιά Καστανή, με τ’ αδέλφια Μαρκέζη, όλοι τους άνθρωποι που τα απόνερα των ζωών τους επηρεάζουν ο ένας τον άλλον. Προσεγμένο κείμενο, καλοσχεδιασμένη και πυκνή πλοκή, με ένα άκρως ενδιαφέρον δίπολο να κρατάει τα ηνία των εξελίξεων: η Άννα αρχικά είναι αποφασισμένη να βρει τι συνέβη στο παρελθόν της και να προσπαθήσει να εξιχνιάσει σχεδόν τη δολοφονία αλλά ο Μάξιμος, επίσης αρχικά, αδιαφορεί για όλα αυτά και επικεντρώνεται στο τώρα και στο κέρδος που θα βγει από αυτήν την υπόθεση. Α, ναι, και στην Άννα. Η γνωριμία τους είναι γεμάτη από τις απαραίτητες παρεξηγήσεις και τα σφάλματα που θα τους χωρίσουν για να τους ξαναενώσει το πάθος και τελικά να έρθουν αντιμέτωποι με όσα πραγματικά τους χωρίζουν και να αναρωτιούνται αν μπορούν να τα νικήσουν, να τα βάλουν στην άκρη και να ζήσουν τον έρωτά τους. Άλλωστε: «Ο έρωτας είναι μια… χημική αντίδραση ανάμεσα σε ετερόκλητες ουσίες»! Επίσης, ανατρίχιασα με τα οράματα της Άννας, το πώς έμπαιναν στην πλοκή, τι συμβολίζανε, πώς τους βοηθούσαν ή και τους μπέρδευαν για να βγάλουν μιαν άκρη και ν’ ανακαλύψουν τι χώριζε τις δύο οικογένειες και πώς πέθαναν τα μέλη τους. Οι χαρακτήρες, όπως έγραψα και πριν, δρουν και αντιδρούν πότε απρόβλεπτα και πότε στερεότυπα, σχηματίζοντας έτσι τους αναμενόμενους κακούς και καλούς ήρωες ενός βιβλίου αλλά οι ολοκληρωμένες προσωπικότητές τους ξεφεύγουν αρκετά από τα καλούπια και τις εύκολες μυθιστορηματικές λύσεις. Μια αποκάλυψη από δω, μια αλήθεια από κει, μια γκάφα παρακάτω, ένα χαμένο γράμμα στη συνέχεια κι έτσι ένα προς ένα τα μυστικά βγαίνουν στο φως την ώρα που (δεν) πρέπει, πυροδοτώντας τις εξελίξεις και απογειώνοντας την πλοκή.

«Ο τελευταίος κρίκος» είναι μια συναρπαστική ιστορία για έναν νεκρό, μια διαθήκη, μια περιουσία από το πουθενά, ένα γενεαλογικό δέντρο που μάλλον δεν πρέπει να διερευνήσει κανείς βαθύτερα. Εκείνη απόγονος μιας μάγισσας, εκείνος απόγονος ενός δυνάστη. «Να αφήνεις την αγάπη που δεν σε κρατά, να κρατάς την αγάπη που δεν σε αφήνει» (σελ. 501), αυτό είναι ένα μότο απ’ όσα συναντάμε στο βιβλίο. Δίπλα τους και γύρω τους άνθρωποι που αγαπήθηκαν αλλά δεν μπόρεσαν να είναι μαζί, άνθρωποι που ήταν μαζί αλλά δεν αγαπήθηκαν, όλοι τους μια μεγάλη αλυσίδα από ελπίδες, όνειρα, υποσχέσεις, μια αλυσίδα κόκκινη από το αίμα. Ποιος θα είναι ο τελευταίος κρίκος;

Πάνος Τουρλής




περισσότερα άρθρα