Η Emily Dickinson, μια από τις σημαντικότερες ποιήτριες της Αμερικής, γεννήθηκε στο Amherst της Μασαχουσέτης το 1830. Έμεινε σχεδόν όλη της τη ζωή απομονωμένη στο σπίτι των γονιών της και όλες οι κοινωνικές επαφές που διατήρησε κατά τη διάρκεια της ζωής της ήταν μέσω αλληλογραφίας. Παρ' όλα αυτά άσκησε την ποιητική τέχνη με επιμονή, προσήλωση και ιδιαίτερα προσωπικό στιλ, σε σημείο που είναι αδύνατο να ενταχθεί σε κάποιο ποιητικό είδος, ενώ έφτασε να θεωρείται, μετά το θάνατό της, ως η πρώτη μοντέρνα ποιήτρια της Αμερικής, (και αρκετά πρόσφατα να ανακηρυχθεί ως η μεγαλύτερη ποιήτρια της Δύσης) πρωτοπόρα δημιουργός που έσπασε τους μέχρι τότε κανόνες ύφους, ρυθμού, στίξης, γραμματικής, συντακτικού και ομοιοκαταληξίας. Συνήθως τα ποιήματά της, τα λίγα που εκδόθηκαν όσο βρισκόταν εν ζωή -επειδή έτσι το θέλησε η ίδια-, οι εκδότες τα «διόρθωναν» για να γίνουν αποδεκτά σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εποχής. Αλλά η ίδια προτιμούσε να γράφει ακριβώς όπως αισθανόταν και παρέμενε ανυποχώρητη απέναντι σε κάθε υπόδειξη τέτοιου είδους. Γι' αυτό το λόγο τα περισσότερα ποιήματά της εκδόθηκαν μετά θάνατον και η ίδια δεν κατάφερε να γευτεί την καθολική αναγνώριση της αξίας της, κάτι που ούτως ή άλλως δεν φαίνεται να την απασχολούσε ιδιαιτέρως, μιας και ήταν φύση ασκητική και τα κύρια ενδιαφέροντά της στάθηκαν το διάβασμα και το γράψιμο.
Από την οικογένειά της και κυρίως από τον πατέρα της δέχθηκε μια ιδιαίτερα αυστηρή θρησκευτική ανατροφή και παιδεία (χαρακτηριστικό είναι ότι το μόνο ανάγνωσμα που επιτρεπόταν να διαβάζει όταν ήταν παιδί ήταν η Βίβλος) αλλά η ίδια αποδείχτηκε πνεύμα ανεξάρτητο και εναντιώθηκε στον πουριτανισμό του περιβάλλοντός της, όσο της ήταν δυνατόν. Όμως έζησε αυτοπεριορισμένη (κυρίως λόγω της μακρόχρονης ασθένειας της μητέρας της) και πάντα δίχως εμπράγματους έρωτες, καθώς πάντα αγαπούσε ανθρώπους που ήταν αδύνατον να σχετιστεί μαζί τους. Το αποτέλεσμα προφανώς ήταν, αυτός ο τρόπος ζωής, ο πλήρης ερωτικού ανεκπλήρωτου, να προικίσει τα ποιήματά της με απαράμιλλο πάθος. Γενικά θεωρούνταν εκκεντρική, γνωστή στους γείτονές της για την εμμονή της προς τα λευκά ρούχα και σταδιακά απέκτησε κακή φήμη για την απροθυμία της να υποδεχθεί τους επισκέπτες της ή, αργότερα, κατά τη διάρκεια της ζωής της, για την άρνησή της να εγκαταλείψει ακόμα και το δωμάτιό της, σε βαθμό να επικοινωνεί με τους επισκέπτες της, όταν ήταν ανάγκη, πίσω από μια κλειστή πόρτα. Το παράδοξο όμως είναι ότι, κατά το ίδιο διάστημα, ήταν ιδιαίτερα κοινωνική με παλαιούς φίλους και γνωστούς της καθώς επικοινωνούσε διαρκώς μαζί τους μέσω αλληλογραφίας. Περίπου δηλαδή σαν πολλούς από εμάς, περίπου όπως ένας σχεδόν συνηθισμένος σημερινός άνθρωπος που σχετίζεται με τους άλλους κυρίως μέσω facebook και e-mail. Ίσως ήταν αγοραφοβική και, δυστυχώς γι' αυτήν, δεν υπήρχε το ίντερνετ τότε.
The heart asks pleasure first The heart asks pleasure first, And then, to go to sleep; |
Τη χαρά πρώτα ζητά η καρδιά Τη χαρά πρώτα ζητά η καρδιά Ύστερα, να πάει να κοιμηθεί Μετάφραση ποιήματος: Σπύρος Δόικας, translatum.gr |