Ο Τιμοκρέων ο Ρόδιος ήταν αρχαίος Έλληνας λυρικός ποιητής, αλλά και αθλητής του πεντάθλου, από την Ιαλυσό της Ρόδου, που έζησε το πρώτο μισό του 5ου αιώνα π.Χ.. Ο Τιμοκρέων είχε διακριθεί ιδιαίτερα στην ποίηση παροινίων, τα οποία μετέτρεπε παρά τις δυσκολίες της δωρικής ποίησης σε γελοία άσματα. Γι΄ αυτό και από τον Σουΐδα κατατάσσεται στους ποιητές της παλαιάς κωμωδίας. Μετά την περίοδο των Περσικών Πολέμων κατηγορήθηκε (471 π.Χ.) ότι "εμήδισε" και εξορίσθηκε (αυτή και οι παρακάτω είναι πληροφορίες που μας δίνει ο Πλούταρχος στη βιογραφία του Θεμιστοκλέους). Επιπλέον, σατίρισε δριμύτατα με ποίημά του, από το οποίο σώθηκαν μόλις 15 στίχοι, τον Θεμιστοκλή για πολιτικούς λόγους και επειδή δεν φρόντισε να τον ανακαλέσει από την εξορία. Στο ποίημα αυτό, ο Τιμοκρέων γράφει ότι μονάχα ένας δίκαιος άνδρας υπάρχει: ο Αριστείδης. Την εποχή που κατηγορήθηκε για «μηδισμό», έγραψε ένα πεντάστιχο όπου ανέφερε ότι έχει και άλλους ομόθυμους: "δεν είμαι γω μονάχα κολοβή αλεπού, είναι κι άλλοι". Ο Τιμοκρέων σατίρισε επίσης τον ποιητή Σιμωνίδη ως φλύαρο και ταυτολόγο (Παλατινή Ανθολογία ΧΙΙΙ 31), οπότε ο τελευταίος του απάντησε με σαρκαστικό επίγραμμα (Παλατινή Ανθολογία VII 348). Σε σχόλιό του ο Τιμοκρέων εύχεται ο τυφλός Πλούτος να μην υπάρχει ούτε στη Γη, ούτε στη θάλασσα, αλλά να εξαφανισθεί στα Τάρταρα, γιατί αυτός είναι ο αίτιος για όλα τα κακά. Από το έργο του Τιμοκρέοντος, εκτός από το παραπάνω επίγραμμα, έχουν σωθεί μόνο λίγα αποσπάσματα, που πρωτοδημοσιεύθηκαν υπό τον Bergk με τον τίτλο "Poetae Lyrici Graeci".
[πηγή: Βικιπαίδεια, 24/2/2012]