Ο Λευτέρης Παπαγιαννάκης (1944-2008) γεννήθηκε στην Καλαμάτα με καταγωγή από την Κίσαμο του νομού Χανίων. Σπούδασε χημικός στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Γαλλία σε θέματα ενεργειακής και βιομηχανικής οικονομίας (1974-1981). Εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή στο Πανεπιστήμιο της Grenoble με θέμα την εκβιομηχάνιση της ελληνικής οικονομίας. Εργάσθηκε, επίσης, ως διευθυντικό στέλεχος στην ελληνική βιομηχανία και σε μελετητικούς φορείς (ΜΕΤΕΚ). Στη συνέχεια εκλέχτηκε επίκουρος, αναπληρωτής και τακτικός καθηγητής βιομηχανικής οικονομίας στο ΕΜΠ και διετέλεσε, επί μία εικοσαετία, διευθυντής του Εργαστηρίου Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας του Τμήματος Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ. Διετέλεσε Αντιπρύτανης Οικονομικού Προγραμματισμού και Ανάπτυξης του ΕΜΠ, μεταξύ 1997-2000, ενώ υπήρξε επίσης, επιστημονικός υπεύθυνος του Γραφείου Διασύνδεσης του ΕΜΠ και του Προγράμματος "Τεχνολογία και Επιχειρηματικότητα". Στο πλαίσιο της ακαδημαϊκής του συνεισφοράς, καθιέρωσε τη συστηματική μελέτη των επαγγελματικών προοπτικών των αποφοίτων του ΕΜΠ και των αποφοίτων μηχανικών ευρύτερα, ενώ πρόσφατα υπήρξε μέλος του προεδρείου διοργάνωσης του συνεδρίου του ΤΕΕ για την ελληνική βιομηχανία, "Προς την οικονομία της γνώσης". Ο Λ. Παπαγιαννάκης είχε αναπτύξει ένα πλούσιο ερευνητικό και μελετητικό έργο σε θέματα σχετικά με τη βιομηχανική και την περιφερειακή ανάπτυξη, την ανάλυση του ενεργειακού συστήματος, την εισαγωγή του φυσικού αερίου, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την εξοικονόμηση ενέργειας, τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, τις ερευνητικές και τεχνολογικές συνεργασίες, την αγορά εργασίας των μηχανικών, τη διασύνδεση της καινοτομίας με την επιχειρηματικότητα κ.α. Δημοσίευσε -μόνος ή σε συνεργασία- περί τις 200 εργασίες σε επιστημονικά περιοδικά, συλλογικούς τόμους και πρακτικά συνεδρίων. Από τα βιβλία του τα σημαντικότερα ήταν για τους ελληνικούς σιδηροδρόμους (1880-1910), την ελληνική βιομηχανία στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, το ελληνικό μάνατζμεντ, την ανάπτυξη της Θράκης. Πλην της καθαρά επιστημονικής του συνεισφοράς, συμμετείχε ενεργά στο δημόσιο διάλογο. Στο πλαίσιο αυτό συνεργάσθηκε με πολλές εφημερίδες ("Αυγή", "Ελευθεροτυπία", "Καθημερινή", κ.α.), καθώς και με περιοδικά ("Πολίτης", "Σύγχρονα Θέματα", "Οικονομικός Ταχυδρόμος", κ.α.). Ιδιαίτερη ήταν η συμβολή του στον διάλογο που έχει ανοίξει για την εξέλιξη και την προοπτική του ελληνικού πανεπιστημίου -συνιδρυτής της Πρωτοβουλίας Πανεπιστημιακών για την Αναβάθμιση του Δημοσίου Πανεπιστημίου και του Παρατηρητηρίου Έρευνας και Διαλόγου του ελληνικού Πανεπιστημίου, αλλά επίσης ιδρυτικό μέλος του Ομίλου Προβληματισμού "Η Αριστερά Σήμερα" ("ΑΡ.ΣΗ"), το 2006 προετοίμασε και διατύπωσε μια εναλλακτική πρόταση για την οργάνωση και τη λειτουργία της ανώτατης εκπαίδευσης και της έρευνας στην Ελλάδα, που συζητήθηκε ευρύτατα και συνέβαλε στο δημόσιο διάλογο. Από μαθητής ασχολήθηκε με το αριστερό κίνημα και υπήρξε μέλος της Νεολαίας της ΕΔΑ. Το 1964 εξελέγη μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της ΕΦΕΕ. Το 1969, αν και έλαβε υποτροφία από τη Γαλλική Κυβέρνηση με συστατική επιστολή του διακεκριμένου διεθνώς καθηγητή Ζέρβα, το δικτατορικό καθεστώς αρνήθηκε να του δώσει διαβατήριο. Μετά τη μεταπολίτευση δραστηριοποιήθηκε στον χώρο της Ανανεωτικής Αριστεράς και διετέλεσε μέλος της Κ.Ε. της ΕΑΡ και του ΣΥΝ. Το 1982 εκδόθηκε από το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας η πρωτότυπη εργασία του: "Οι Ελληνικοί Σιδηρόδρομοι (1882-1910): γεωπολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές διαστάσεις", επανέκδοση: 1990. Το 1995 μαζί με τους Γιάννη Σκουλά, Τίτο Πατρίκιο και Χριστόφορο Σακελλαρόπουλο, εξέδωσε στις εκδόσεις "Θεμέλιο" το βιβλίο "Τραίνα και ορίζοντες: φωτογραφικές συλλογές". ΄Ηταν παντρεμένος με τη φαρμακοποιό Φωτούλα Τόγια και πατέρας δύο παιδιών της Κατερίνας και του Γιώργου. "Έφυγε" πρόωρα στην Αθήνα, τα ξημερώματα της Τρίτης 16 Δεκεμβρίου 2008, ύστερα από σύντομη μάχη με τον καρκίνο.