Ο Ντάσιελ Χάμετ γεννήθηκε στο Μέριλαντ των ΗΠΑ το 1894. Γιος του Ρίτσαρντ Χάμετ και της Άνι Μποντ Ντάσιελ, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο στα δεκατέσσερά του, προκειμένου να βοηθήσει οικονομικά την οικογένειά του. Θα κάνει διάφορες δουλειές και θα καταλήξει να εργάζεται ως ιδιωτικός ντετέκτιβ στο Πρακτορείο Πίνκερτον. Κατατάχτηκε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως μέλος του μηχανοκίνητου σώματος πρώτων βοηθειών, αλλά προσβλήθηκε από φυματίωση. Κατά τη νοσηλεία του στο νοσοκομείο Cushman Hospital, στην Τακόμα της Ουάσινγκτον, γνώρισε την πρώτη του γυναίκα, νοσοκόμα Josephine Dolan, με την οποία απέκτησε δύο κόρες. Η πρώτη του αστυνομική ιστορία, την οποία υπέγραψε με το ψευδώνυμο Πίτερ Κόλινσον, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Black Mask" τον Οκτώβριο του 1923. Πρωταγωνιστής των αστυνομικών μυθιστορημάτων του που ακολούθησαν ("Ο κόκκινος θερισμός"/"Red Harvest", 1927, σε τέσσερις συνέχειες στο περιοδικό "Black Mask", και το 1929 σε μορφή βιβλίου, "Η κατάρα των Ντέιν"/"The Dain Curse", 1929) ήταν ο Κοντινένταλ Οπ, ένας αρχετυπικός ντετέκτιβ. Το 1930 ο Χάμετ θα δημιουργήσει έναν νέο ήρωα, τον Σαμ Σπέιντ, τον πρωταγωνιστή του θρυλικού "Γερακιού της Μάλτας" ("The Maltese Falcon"). "Το γεράκι της Μάλτας", συνάρπασε πολλές γενιές αναγνωστών. Μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη το 1931 από τον Roy del Ruth, το 1936 από τον William Dieterle και το 1941 από τον Τζον Χούστον (στην πιο γνωστή μεταφορά με πρωταγωνιστές τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και τη Μαίρη Άστορ). Στη μεγάλη οθόνη μεταφέρθηκαν και τα μυθιστορήματά του "Ο κόκκινος θερισμός" και "Το γυάλινο κλειδί"/"The Glass Key" (1931), ενώ τα άλλα δύο μυθιστορήματα, από τα πέντε που έγραψε συνολικά, "Η κατάρα των Ντέιν" και "Ο αδύνατος άντρας"/"The Thin Man" (1934), διασκευάστηκαν για την τηλεόραση. Έχοντας χωρίσει από τη γυναίκα και την οικογένειά του, εν μέρει λόγω της φυματίωσης, το 1931 γνώρισε τη θεατρική συγγραφέα Λίλιαν Χέλμαν, με την οποία δημιούργησε μια τριαντάχρονη ερωτική σχέση. Μετά το 1934 δεν δημοσίευσε κανένα άλλο μυθιστόρημα, συνέχισε, όμως, να δημοσιεύει συγκεντρωτικές εκδόσεις των περισσότερων από πενήντα αστυνομικών διηγήματων του, και έγραψε τέσσερα σενάρια για τον κινηματογράφο (το ένα ήταν η διακευή του "Γυάλινου κλειδιού"). Την εποχή εκείνη ασχολήθηκε κυρίως με τον πολιτικό ακτιβισμό και το 1937 έγινε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος. Ως μέλος (και πρόεδρος, το 1941) της Λίγκας Αμερικανών Συγγραφέων [League of American Writers], υποστήριξε τη φιλειρηνική της καμπάνια, "Keep America Out of War". Μετά την επίθεση του Χίτλερ στη Σοβιετική Ένωση, όμως, με παραβίαση του Συμφώνου Μολότοφ-Ρίμπεντροπ, η στάση του άλλαξε και κατατάχτηκε και πάλι στον στρατό, για να υπηρετήσει ως λοχίας στα Aleutian Islands (Αλεούτιες Νήσους) του Ειρηνικού. Μετά το τέλος του πολέμου, επέστρεψε στον ακτιβισμό και το 1946 εκλέχτηκε πρόεδρος του Κοινοβουλίου Πολιτικών Δικαιωμάτων [Civil Rights Congress, CRC], ενός οργανισμού που την επόμενη χρονιά χαρακτηρίστηκε ως "ανατρεπτικός, κομμουνιστικός οργανισμός" από τον Γενικό Εισαγγελέα των ΗΠΑ. Ως αποτέλεσμα, το 1951 κλήθηκε να αποκαλύψει τους χρηματοδότες και τους συμπαθούντες του ενώπιον του δικαστή Συλβέστερ Ράιαν, πράγμα που αρνήθηκε να κάνει, επικαλούμενος την Πέμπτη Τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ, και φυλακίστηκε. Την ίδια στάση κράτησε ο Χάμετ κατά την παρουσίασή του στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών του γερουσιαστή Μακάρθι, το 1953, με αποτέλεσμα να μπει οριστικά στη "μαύρη λίστα" των κομμένων συγγραφέων και σεναριογράφων. Με την υγεία του σοβαρά επιβαρυμένη από το αλκοόλ και το κάπνισμα, ζώντας τα τελευταία χρόνια του ως ερημίτης, σύμφωνα με τη Λίλιαν Χέλμαν, πέθανε στη Νέα Υόρκη, στις 10 Ιανουαρίου του 1961.