Η Grazia Deledda (ολόκληρο το όνομά της είναι Γκράτσια Μαρία Κόζιμα Νταμιάνα Ντελέντα [Grazia Maria Cosina Damiana Deledda]) γεννήθηκε στο Νουόρο, της ορεινής Κεντρικής Σαρδηνίας στις 27 Σεπτεμβρίου του 1871. Δεν ακολούθησε ανώτερες σπουδές αλλά απέκτησε λογοτεχνική μόρφωση διαβάζοντας τη Βίβλο αλλά και μυθιστορήματα του τέλους του 19ου αιώνα. Σε ηλικία 17 ετών εξέδωσε την πρώτη της νουβέλα με τίτλο "Sangue Sardo". Στο ξεκίνημα της καρριέρας της, η Γκράτσια Ντελέντα υπέγραφε τα έργα της με το ψευδώνυμο Ιλία ντε Σαν-Ισμαέλ ή Γκ. Ράτσια, για να μην σοκάρει την κοινωνία της εποχής. Με τα πρώτα της γραπτά, επιχείρησε να περιγράψει τον κόσμο των χωρικών και βοσκών της Σαρδηνίας, άγνωστο ως τότε στους περισσότερους Ιταλούς. Η έκδοση του έργου "La via del Male" το 1896 έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τον Λουϊτζι Καπουάνα, διάσημο κριτικό. Αμέσως μετά το γάμο της με τον Παλμίρο Μαντετζάνι, υπουργικό ακόλουθο στις αρχές του 1900 εγκαταστάθηκε στη Ρώμη. Αυτή ήταν και η χρονική αφετηρία της συγγραφής των περισσότερων έργων της: "Elias Portolu" (1900), "Cenere" (1904), "L΄ Edera" (1906), "Canne al Vento" (1913), "Marianna Sirca" (1915), "L΄ incendio nell΄ Uliveto" (1918), "La Madre" (1920). Αυτό το τελευταίο έργο της θεωρείται από τον Ντ. Χ. Λώρενς ως το πιο δυνατό όσον αφορά στον ερωτισμό και το πάθος. Το 1926 κερδίζει το βραβείο Νόμπελ, το δεύτερο για την ιταλική λογοτεχνία. Η Γκράτσια Ντελέντα πεθαίνει στη Ρώμη στις 15 Αυγούστου του 1936.