O Πάουλ Τσέλαν υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της γερμανικής γλώσσας και, σύμφωνα με τον George Steiner, μάλλον ο μεγαλύτερος Ευρωπαίος ποιητής της μεταπολεμικής περιόδου. Γεννήθηκε το 1920 από Εβραίους γονείς στο Τσέρνοβιτς, μια μικρή πόλη στη γερμανόφωνη Μπουκοβίνα της Ρουμανίας, η οποία κατά τη διάρκεια του πολέμου καταστράφηκε από τους Γερμανούς, οι δε γονείς του εξοντώθηκαν. Ο Τσέλαν στάλθηκε σε στρατόπεδο «υποχρεωτικής εργασίας» μέχρι την κατάληψη της Ρουμανίας από τους Ρώσους, το 1944, έζησε στο Βουκουρέστι όπου συναναστράφηκε, για λίγο, με τους Ρουμάνους σουρεαλιστές, αντιμετωπίζοντας, όμως, προβλήματα με το σταλινικό καθεστώς αναγκάστηκε να διαφύγει στη Βιέννη και μετά στο Παρίσι. Πέρασε τα περισσότερα δημιουργικά χρόνια του στη Γαλλία, όπου έζησε ως ποιητής και ταυτόχρονα λέκτορας της γλωσσολογίας. Δημιουργός πολύγλωσσος, άσκησε με θέρμη μοναδική και το επάγγελμα του μεταφραστή. Μετέφρασε μεταξύ άλλων Σαίξπηρ, Ρεμπώ και Έμιλυ Ντίκινσον. Το πρώτο δικό του ποιητικό βιβλίο με τον τίτλο Μήκων και μνήμη εκδόθηκε το 1952. Η συλλογή Από κατώφλι σε κατώφλι, αφιερωμένη στη γυναίκα του, τη Γαλλίδα χαράκτρια Gisele Lestrange, είναι το δεύτερο βιβλίο του, που κυκλοφόρησε το 1955. Δημοσίευσε επίσης τις συλλογές: Γλωσσικό πλέγμα (1959), Του Κανενός το ρόδο (1963), Ήλιοι μίτοι (1968). Έγραψε επίσης διάφορα πεζά. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει ο Μεσημβρινός (1960). Ο Τσέλαν αυτοκτόνησε το 1970 σε ηλικία 50 ετών, πέφτοντας στον Σηκουάνα.