Το παρόν έργο αποτελεί μια συστηματική παρουσίαση των σημαντικότερων και συχνότερα εμφανιζόμενων στην δικαστηριακή πράξη δικονομικών θεσμών της δίκης του τροχαίου ατυχήματος, ιδωμένων από την σκοπιά των υποκειμένων της.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου παρουσιάζεται η έννοια της σύνθετης δίκης και η κεντρική της διάκριση σε αντικειμενικά και υποκειμενικά σύνθετη δίκη. Αναδεικνύονται οι έννομες συνέπειες που επισείει ο χαρακτηρισμός της ομοδικίας ως απλής ή αναγκαίας, ιδίως στις αυτοκινητικές διαφορές. Προσδιορίζεται το αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής της ειδικής διάταξης του άρθρου 614§6 ΚΠολΔ και ο αντίκτυπός του στην κατανομή της δικαστηριακής ύλης ανάμεσα στην τακτική διαδικασία και στην ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών για ζημιές από αυτοκίνητα ή από την σύμβαση ασφάλισής τους.
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου αναλύονται οι βασικότερες διαδικαστικές προϋποθέσεις της υποκειμενικά σύνθετης δίκης του τροχαίου ατυχήματος. Αναδεικνύονται οι διαδικαστικές αποκλίσεις που εμφανίζει η ερευνώμενη ειδική διαδικασία έναντι της τακτικής κατά την άσκηση και εκδίκαση των σχετικών αγωγών αποζημίωσης (προδικασία, άσκηση αγωγής, προθεσμία κλήτευσης των διαδίκων, προθεσμία κατάθεσης προτάσεων και προσθήκης - αντίκρουσης, συζήτηση, ερημοδικία, συμβιβαστική επίλυση διαφοράς, κ.λπ.). Στο επίκεντρο τίθενται ζητήματα διεθνούς δικαιοδοσίας των ελληνικών δικαστηρίων, καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμοδιότητας, αλλά και ζητήματα άσκησης ενδίκων μέσων (ανακοπής ερημοδικίας, έφεσης, επικουρικής έφεσης, αναίρεσης).
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στον νευραλγικό τομέα της απόδειξης. Παρουσιάζονται τα κατ’ ίδιαν αποδεικτικά μέσα (μάρτυρες, έγγραφα, σχεδιαγράμματα και εκθέσεις αυτοψίας της τροχαίας, αποτελέσματα μετρήσεων κατανάλωσης αλκοόλ ή απαγορευμένων χημικών ουσιών, ένορκες βεβαιώσεις, πραγματογνωμοσύνη, ομολογία, δικαστικά τεκμήρια) και η συμβολή τους στη διαμόρφωση του αποδεικτικού πορίσματος.
Στο τρίτο μέρος αναλύονται τα υποκειμενικά όρια της σύνθετης δίκης του τροχαίου ατυχήματος. Προσδιορίζονται τα ενεργητικά νομιμοποιούμενα υποκείμενα της δίκης (επί υλικών ζημιών, επί σωματικής βλάβης ή αναπηρίας, επί θανάτωσης προσώπου), αλλά και τα παθητικά νομιμοποιούμενα πρόσωπα (ο κύριος και ο κάτοχος του ζημιογόνου οχήματος, ο οδηγός του ζημιογόνου οχήματος, η ασφαλιστική εταιρία, το επικουρικό κεφάλαιο).
Στο τέταρτο μέρος του βιβλίου αναδεικνύονται οι δικονομικοί μηχανισμοί εισδοχής στη δίκη του τροχαίου ατυχήματος τρίτων προσώπων (ιδίως του δικονομικού εγγυητή, του ασφαλιστικού οργανισμού e- ΕΦΚΑ, του συνοφειλέτη εις ολόκληρον), τα οποία δεν έχουν εναχθεί ως αρχικοί διάδικοι. Σε αυτό το πλαίσιο αναλύονται οι θεσμοί: Α) της ανακοίνωσης δίκης και της προσεπίκλησης (με έμφαση στην προσεπίκληση του δικονομικού εγγυητή και στην προσεπίκληση με διαταγή του δικαστηρίου) και Β) της παρέμβασης (με έμφαση στην πρόσθετη παρέμβαση του δικονομικού εγγυητή και στην κύρια παρέμβαση του ασφαλιστικού φορέα e- ΕΦΚΑ).
Αναλύεται ο τρόπος με τον οποίο οι δικονομικοί θεσμοί της προσεπίκλησης και της παρέμβασης επενεργούν στα υποκειμενικά όρια της σύνθετης δίκης του τροχαίου ατυχήματος και η έκταση της δέσμευσης των υποκειμένων της από τα αποτελέσματα της απόφασης που θα εκδοθεί (δεδικασμένο, εκτελεστότητα, διαπλαστική ενέργεια).
Ξεχωριστής ανάλυσης τυγχάνει ο κομβικός θεσμός της παρεμπίπτουσας αγωγής, ο οποίος άλλοτε αποτελεί το δικονομικό μέσο μετακύλισης της οικονομικής ζημιάς από το τροχαίο ατύχημα στον δικονομικό εγγυητή, στο πλαίσιο της εκκρεμούς δίκης και άλλοτε συμβάλλει στον επιμερισμό της αποζημιωτικής ευθύνης από το τροχαίο ατύχημα μεταξύ των περισσότερων εξ’ αναγωγής υπόχρεων κατ’ άρθρα 926 και 927 ΑΚ.
Γεώργιος Ν. Διαμαντόπουλος (Επιστημονική επιμέλεια)