ΦΛΕΓΕΤΑΙ Ο ΓΡΥΠΑΣ
Ιδρωμένη στον δρόμο
η πίεση σπρώχνει το στήθος τις γάμπες
να τρέξω να προλάβω
κάτι πιο βαθύ απ’ το λεωφορείο
Τόσος κόσμος στο κέντρο και οι βεράντες άδειες
Το τσιμέντο στημένο πάντα στη θέση του
το συναγωνίζομαι στις πατούσες
σταθερή στην ίδια πορεία ανταλλάσσω
τις εσοχές μου με σκυτάλες
Μικρές συναντήσεις μεγάλες συμπλοκές
στο τασάκι στις πόρτες
κροταλίζουν συμπεράσματα
δυσπιστώ ελπίζω
αμφίρροπη διαθλώ την ακτίνα μου
καρφώνεται στο σύντομο ψιλοβρόχι
διακεκομμένη κουρτίνα με μουσκεύει κομματάκια λάμψη
Βουίζει η κίνηση δεν την ακούω
συνηθίζει το σώμα τις συνθήκες
η μύτη το καυσαέριο
το μυαλό τις σκέψεις
τα πόδια το τρέξιμο
τα χέρια το βάρος
κάτι άλλο είναι που δεν συνηθίζει
μέσα κι έξω απ’ το σχήμα μου
που διαλύει τη λύπη
Με τι μοιάζει το αόρατο;
Πώς βλέπει;
Κρύβω ευχές στις σχισμές ανάμεσα στις πέτρες
ακόμη νιώθω τη ζωή
σαν να μην έχω γεννηθεί