Εβδομήντα πέντε ολόκληρα χρόνια μετά το θάνατό του (1923), για πρώτη φορά βλέπουν το φως της δημοσιότητας, συγκροτημένα σε βιβλίο, τα εξήντα εννέα σονέτα του μεγάλου μας πεζογράφου, ξανακοιταγμένα και κατά το δυνατόν αποκατεστημένα στην αυθεντική τους μορφή, με βάση τα σωζόμενα χειρόγραφα.
Στην έκδοση περιλαμβάνονται επίσης, Πρόλογος, εκτενής κατατοπιστική και κριτική Εισαγωγή, καθώς και αναλυτικές για τα επιμέρους ποιήματα σημειώσεις, όπου, εκτός των άλλων, καταχωρούνται και οι προγενέστερες εκδοχές.
Με την έκδοση αυτή η `Ωκεανίδα` πιστεύει ότι συμβάλλει στην οφειλόμενη αναγνώριση του Θεοτόκη, όχι μόνον ως εξαίρετου πεζογράφου, αλλά και ως αξιόλογου ποιητή της χορείας των Επτανησίων.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]
Θεοτόκης Κωνσταντίνος (1872-1923). Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης γεννήθηκε το 1872 στην Κέρκυρα, γιος του Μάρκου Θεοτόκη και της Αγγελικής Πολυλά, ανιψιάς του Ιάκωβου Πολυλά. Είχε δυο αδερφούς. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο ιδιωτικό σχολείο Κοντούτη, στη συνέχεια φοίτησε για οχτώ χρόνια στο Εκπαιδευτήριο Καποδίστριας και τέλειωσε το γυμνάσιο το 1888. Μαθητής ακόμα έγραψε το σχολικό εγχειρίδιο Εγχειρίδιον προς κατασκευήν διαφόρων εκ χάρτου παιγνίων. Μέρος πρώτον : Το πτηνόν. Την ίδια περίοδο ξεκίνησε και το ενδιαφέρον του για τις φυσικές επιστήμες και το 1884 σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών εξέδωσε με τον αδερφό του Κωνσταντίνο την εφημερίδα Ελπίς. Το 1887 εξέδωσε μια μελέτη για τον ηλεκτροχημικό τηλέγραφο και έστειλε μια μελέτη για το κυβερνώμενο αερόστατο στη Γαλλική Ακαδημία των Επιστημών που επαινέθηκε.Το 1889 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης για σπουδές φυσικομαθηματικών επιστημών. Η κοσμική και σπάταλη ζωή που επέλεξε τον οδήγησε δυο χρόνια αργότερα για συνέχιση των σπουδών του στη Βενετία. Εκεί σύναψε δεσμό με τη βαρώνη Ερνεστίνη φον Μάλοβιτς, δεκαεφτά χρόνια μεγαλύτερή του, από την οποία χώρισε προσωρινά κατόπιν παρέμβασης του πατέρα του τον ίδιο χρόνο, την παντρεύτηκε όμως δυο χρόνια αργότερα στη Βοημία. Ένα χρόνο αργότερα εγκαταστάθηκε με τη σύζυγό του στον πύργο των Καρουσάδων. Τότε χρονολογείται και η έναρξη της βαθιάς φιλίας του με το Λορέντζο Μαβίλη, με τον οποίο πήρε μέρος στην κρητική επανάσταση και στον πόλεμο του 1897 και από τον οποίο υιοθέτησε το ενδιαφέρον του για τη σανσκριτική μυθολογία. Στη συνέχεια ο Κωνσταντίνος έφυγε για σπουδές έξι μηνών στο Γκρατς της Αυστρίας, όπου ήρθε σε επαφή με τη σκέψη του Μαρξ και του Νίτσε και στράφηκε προς τις θεωρητικές επιστήμες. Το 1895 εξέδωσε ένα ρομάντζο στα γαλλικά, το 1899 δημοσίευσε σε συνέχειες το Πάθος και το Πίστομα στο περιοδικό Τέχνη του Κωνσταντίνου Χατζόπουλου. Το 1900 πέθανε η κόρη του Ερνεστίνη από μηνιγγίτιδα σε ηλικία πέντε ετών. Το 1901δημοσίευσε στο Διόνυσο το διήγημα Juventus Mundi και τον επόμενο χρόνο την Κασσώπη. Το 1902 επισκέφτηκε τη Ζάκυνθο με αφορμή τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του Σολωμού και τον ίδιο χρόνο δημοσίευσε ένα άρθρο για το Σολωμό στην εφημερίδα Neue Presse της Βιέννης. Το 1903 γνωρίστηκε με την μετέπειτα στενή φίλη του Ειρήνη Δεντρινού και το 1904 δημοσίευσε στο Νουμά τη διατριβή του Σανσκριτική και καθαρεύουσα. Το 1905 οργάνωσε συνέδριο δημοτικιστών στην Κέρκυρα με αφορμή την εκεί επίσκεψη του Αλέξανδρου Πάλλη. Οι καλεσμένοι επίσης Κωστής Παλαμάς, Γιάννης Ψυχάρης και Ιωάννης Γρυπάρης δεν παρευρέθηκαν. Στη διετία 1907-1909 βρέθηκε στο πανεπιστήμιο του Μονάχου για σπουδές και επέστρεψε στην Κέρκυρα, όπου υποδέχτηκε τον σοσιαλιστή Μαζαράκη. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Σοσιαλιστικού Ομίλου Κερκύρας και κατόπιν του Αλληλοβοηθητικού Εργατικού Συνδέσμου Κερκύρας και το 1912 τιμήθηκε με το παράσημο του Σταυρού του Σωτήρος από την κυβέρνηση, βραβείο που όμως δε δέχτηκε. Το 1916 συμμετείχε σε ειδική αποστολή του επαναστατικού κινήματος Θεσσαλονίκης στη Ρώμη μετά από ανάθεση του τότε υπουργού Εξωτερικών Νικολάου Πολίτη. Επέστρεψε στην Κέρκυρα και διορίστηκε αντιπρόσωπος της κυβέρνησης στην Κέρκυρα, θέση από την οποία παραιτήθηκε τον ίδιο χρόνο. Το 1917 μετά την πτώση της αυστροουγγρικής μοναρχίας ο Θεοτόκης και η σύζυγός του καταστράφηκαν οικονομικά. Η υγεία του κλονίστηκε. Εργάστηκε σποραδικά ως διευθυντής λογοκρισίας (για δυο μέρες), ως υπάλληλος των εκδόσεων Ελευθερουδάκη, της Υπηρεσίας Ξένων και Εκθέσεων και της Εθνικής Βιβλιοθήκης, ενώ δεν έπαψε σʼ όλη τη ζωή του να δημοσιεύει πεζογραφικά, ποιητικά και μεταφραστικά έργα του σε πολλά λογοτεχνικά και εφημερίδες (όπως Η Τέχνη, ο Νουμάς, ο Διόνυσος κ.α.).Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν πολύ δύσκολα λόγω της άθλιας οικονομικής του κατάστασης και της αρρώστιας του . Εγχειρίστηκε στον Ευαγγελισμό και οι γιατροί τον συμβούλεψαν να φύγει για την Κέρκυρα, όπου πέθανε την πρώτη Ιουλίου του 1923, αφήνοντας ανολοκλήρωτο το τελευταίο του έργο με τίτλο Ο παπά Ιορδάνης περίχαρος και η ενορία του. Στο χώρο της πρωτότυπης λογοτεχνικής δημιουργίας ο Θεοτόκης ασχολήθηκε κυρίως με την πεζογραφία. Ξεκ
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Ο Γιάννης Δάλλας γεννήθηκε το 1924 στη Φιλιππιάδα. Είναι ποιητής, νεοελληνιστής και μεταφραστής έργων της αρχαίας γραμματείας. Σπούδασε κλασική φιλολογία στην Αθήνα. Υπηρέτησε στη μέση και στην ανώτατη εκπαίδευση (καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και του Τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου).
Eξέδωσε δεκατρείς ποιητικές συλλογές από τις οποίες οι δέκα πρώτες περιέχονται στη συγκεντρωτική τους επανέκδοση "Ποιήματα 1948-1988" (Νεφέλη, 1990) και οι τρεις επόμενες είναι οι: "Αποθέτης" (1993), "Στοιχεία ταυτότητας" (1999) και "Γεννήτριες" (2004). Επίσης σειρά συγκεντρωτικών μελετημάτων ("H δημιουργική δεκαετία στην ποίηση του Βάρναλη" και "Κωνσταντίνος Θεοτόκης, κριτική σπουδή μιας πεζογραφικής πορείας"), φιλολογικές εκδόσεις των πεζών του Κωνσταντίνου Θεοτόκη (Διηγήματα, Oι σκλάβοι στα δεσμά τους), των συνθετικών συλλογών του K. Βάρναλη ("Σκλάβοι πολιορκημένοι" και "Tο φως που καίει") και των έργων του A. Κάλβου ("Ωδαί", "H Ιωνιάς", "Oι Ψαλμοί του Δαβίδ"). Δημοσίευσε ακόμη δύο κριτικά βιβλία γύρω από το θέμα της ποιητικής και το θέμα του κλασικισμού του Κάλβου και άλλα τέσσερα για την ποίηση του Καβάφη (από τα οποία, τα σημαντικότερα είναι τα: "Καβάφης και ιστορία" και "Ο Καβάφης και η δεύτερη σοφιστική"). Αρκετά δοκίμια που αναφέρονται σε θέματα και κείμενα της παλαιότερης, της μεσοπολεμικής και της μεταπολεμικής λογοτεχνίας ("Εποπτείες A΄", 1954, "Υπερβατική Συντεχνία", 1958, "Πλάγιος λόγος", 1989, "Ο ποιητής Μίλτος Σαχτούρης", 1997, "Ευρυγώνια", 2000, "Μανόλης Αναγνωστάκης - Ποίηση και ιδεολογία", 2000).
Tο 2002 κυκλοφόρησε στις εκδόσεις Άγρα το βιβλίο του "Σκαπτή ύλη - Από τα σολωμικά μεταλλεία".
Είναι επίσης συστηματικός μεταφραστής των αρχαίων λυρικών και των Αλεξανδρινών ποιητών: "Αρχαίοι λυρικοί" ("Χορικολυρικοί", "Μελικοί", "Ελεγειακοί", "Ιαμβογράφοι"), τα "Επιγράμματα" του Καλλίμαχου και "Tα δημώδη των αρχαίων" και "Αττικά συμποτικά", 2001).
Τιμήθηκε με τη διάκριση του πρώτου Κρατικού Βραβείου Κριτικής και Δοκιμίου (1987) και του Μεγάλου Βραβείου Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του (1999).
Ο Ορέστης Αλεξάκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1931. Σπούδασε νομικά και δικηγόρησε στην Αθήνα έως το 1991. Ζει κατά κύριο λόγο στην ιδιαίτερη πατρίδα του. ΄Εχουν εκδοθεί οκτώ ποιητικές συλλογές του, ενώ φιλολογικά του μελετήματα, δοκίμια και βιβλιοκριτικά του σχόλια δημοσιεύονται κατά καιρούς σε διάφορα περιοδικά. ΄Εχει τιμηθεί με το βραβείο Νικηφόρου Βρεττάκου.