`ΜΕΤΑΝΟΙΑ`:
Τη νύχτα των γουρουνιών
έκλεισε μια αυλαία και άνοιξε μια άλλη
ακούστηκε ένα γέλιο και ένα σύννεφο χαμηλό ναρκώθηκε
έσμιξε μια σφήκα με έναν αρουραίο
οι μαβιές κουρτίνες ξετυλίχτηκαν στην άπνοια
και συ έπνιξες τα λόγια και κύλησαν τα δάκρυα
Τη νύχτα των γουρουνιών βηματίζουν αλλοπρόσαλλα κατοικίδια και ρίχνει θλιμμένο χαλάζι
ο Ιανουάριος κλονίζεται από την οιμωγή της στειρότητας
η Αμυγδαλιά σκυθρωπιάζει και τα άνθη της γίνονται καθρέπτες
που θα δείξουν του φιλοθεάμονος κοινού την γλυκερή την άγνοια
αχ ας πνίξουν τα λόγια να κυλήσουν τα δάκρυα
Τη νύχτα των γουρουνιών
η σκιά κατανοεί το ρηχό της το είδωλο
και οι αμόλυντοι γεύονται το χιονόνερο της απάτης
τα συναισθήματα θα νιώσουν σαν αυγά με νεκρά πουλιά μέσα τους
τη στιγμή που η αυγή των σωμάτων άδει του κύκνου την άρια
εγώ σκύβω το κεφάλι μου να κυλήσουν τα δάκρυα