Η κυρά-Δέσποινα κρατούσε ένα μυστικό από τα παιδιά της. Ποτέ δεν είπε ότι τα τρία πρώτα κορίτσια της ήταν παιδιά του τρελο-Ανδρέα και όλα νόμιζαν ότι και τα οκτώ ήταν του Θανάση του παλιατζή. Η μάνα τους είχε αδυναμία στα κορίτσια αυτά. Όταν αυτή πέθανε, ο παλιατζής θέλησε η πρώτη, η Αγλαΐα, να παραμείνει στο σπίτι για να φροντίσει τα υπόλοιπα παιδιά, αλλά και για να την έχει σύντροφό του· να διώξει τα τρία επόμενα κορίτσια, μόλις τελείωναν το δημοτικό σχολείο, και να τα βάλει υπηρεσίες σε σπίτια. Πρώτη έφυγε η Αμαλία για το σπίτι του κυρίου Διαμαντή και ακολούθησε η Άννα. Μετά από μια ερωτική περιπέτεια της Αμαλίας, βρέθηκαν και οι δυο μαζί να περιπλανώνται στους δρόμους.
Μπλέκουν με ένα συγκρότημα μουσικών, γίνονται μουσικοί, ξενυχτούν και προτρέπονται να γίνουν ναρκομανείς. Η ηρωίδα του έργου, η Αμαλία, καταντά πόρνη και ξεφεύγει γυρίζοντας στο χωριό της με έναν προορισμό: να μάθει γράμματα και μια τέχνη για να ζήσει αξιοπρεπώς. Ξαναγυρίζει στην πόλη, αποτυγχάνει να σταθεί στα πόδια της, γίνεται τραγουδίστρια και ξαναπέφτει στα ναρκωτικά.
Την σώζει ο Χάρης, που της δίνει το μαγαζί του να το δουλέψει σαν πωλήτρια και ιδιοκτήτρια και την αρραβωνιάζεται, δίχως αυτή να τον αγαπά. Η Αμαλία είναι ερωτευμένη με τον άγνωστο αποστολέα των γραμμάτων, ο οποίος δεν παρουσιάζεται μπροστά της, αλλά καθημερινά γεμίζει το γραμματοκιβώτιό της με γράμματα πλημμυρισμένα από έρωτα και τρυφερότητα.
Ο άγνωστος αποστολέας, ο Παναγιώτης, είναι ο γιος της γειτόνισσάς της, ο οποίος περιμένει να χωρίσει πρώτα από τη γυναίκα του και μετά να παρουσιαστεί μπροστά της. Τελικά, τα καταφέρνει μια εβδομάδα πριν το γάμο της με τον Χάρη. Ζει μαζί του τον πρωτόγνωρο έρωτα με πάθος και, μην μπορώντας να αποφύγει τον γάμο με τον Χάρη, κόβει τις φλέβες της αγκαλιά με τα γράμματα του αγαπημένου της, τα οποία πλημμύρησαν από το δικό της αίμα και έγιναν κατακόκκινα.
Η ιατρική είπε ότι η κληρονομικότητα είναι αυτή που ευθύνεται για το μέλλον των απογόνων. Ο τρελο-Αντρέας έκαμε τρία κορίτσια με την κυρα-Δέσποινα. Η Αγλαΐα σκότωσε τον πατριό της, η Άννα πήγε στο Δαφνί και η Αμαλία αυτοκτόνησε, μην μπορώντας, και οι τρεις τους, με τα ευπαθή μυαλά τους, να βρούν λύσεις στα αδιέξοδα της ζωής τους.
Α. Πολάτου - Βαγγελάτου (Συγγραφέας)
Η Α. Πολάτου-Βαγγελάτου είναι Κεφαλλονίτισσα ζωγράφος, συγγραφέας. Ζει και εργάζεται στο νησί συνεχώς τα τελευταία χρόνια. Έχει ιδρύσει την γκαλερί "Πολύμνια" στο Αργοστόλι και εκεί διδάσκει σχέδιο στους υποψήφιους των Πανελληνίων εξετάσεων στην Αρχιτεκτονική και στις Τεχνικές Σχολές. Εκεί παρουσιάζει και στο κοινό τη ζωγραφική δουλειά της κατά τους θερινούς μήνες.
Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε το 2007 με την έκδοση του πρώτου μυθιστορήματός της "Μάτια μου γλυκά, φως μου εσύ". Το 2011 άρχισε δημοσιεύει βιβλία της από τις Εκδόσεις "Πικραμένος". Έτσι κυκλοφόρησαν τα μυθιστορήματά της "Μόλις σκότωσα τη σκιά μου" (2011), "Αυτός ο μπόγος είναι γεμάτος με όνειρα" (2012), "Τα ανώνυμα γράμματα έγιναν κατακόκκινα" (2013), "Κάτω από τη σκιά της χρυσόσκονης" (2016), "Και η ζωή επιμένει να συνεχίζεται" (2017), "Ένα δάκρυ Γη" (2018).
Η μάθηση, η αγωγή και η πειθαρχία για την επίτευξη των στόχων της, τόσο στη ζωγραφική όσο και στον αθλητισμό (μαραθωνοδρόμος), υπήρξαν αναγκαία.
Κατά την πορεία της στα εικαστικά είχε την τύχη να παρουσιάσει έργα μεγάλων διαστάσεων με τρεις δικές της τεχνικές: [1] την ανάλυση του φωτός και την αντανάκλαση της ακτινοβολίας των μοντέλων (λάδια σε μουσαμά), [2] τις προσωπικές μεικτές τεχνικές με ρευστά ακρυλικά χρώματα και ακουαρέλες, και [3] την ξυλογραφική-κοπτική "χωρίς ουρανό" και "χωρίς φόντο" με ακρυλικά και λάδια.
Οι εκθέσεις της στο εξωτερικό (έντεκα τον αριθμό, σε Ευρώπη και Αμερική) και στην Ελλάδα (είκοσι δύο), πάντα με το όνομα "Πολύμνια", έτυχαν πολλών ευμενών σχολίων και κριτικών από ειδικούς της τέχνης.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα