Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
Αποστέλλεται την ίδια ή την επόμενη εργάσιμη
ISBN:
9789603826675
Κατηγορίες:
Φιλοσοφία | Κοινωνιολογία | Θρησκεία , Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι
Έτος κυκλοφορίας
Εκδότης
Όχι χωρίς ιδιαιτέραν συγκίνησιν παραδίδω εις την δημοσιότητα την παρούσαν έκδοσιν του Συμποσίου. Είναι ο πρώτος τόμος σειράς εκδόσεων, η οποία, ιδρυθείσα κατά το έτος της 100ετηρίδος του Αδαμαντίου Κοραή, του μεγάλου αρχηγέτου των νεωτέρων Ελλήνων φιλολόγων, πραγματοποιεί ό,τι είναι, ό,τι πρέπει να είναι το όνειρον κάθε Έλληνος φιλολόγου, δια τον οποίον η Αρχαιότης είναι κάτι περισσότερον παρά επάγγελμα. Και είναι το πρώτον βιβλίον, εις το οποίον τολμώ να παρουσιάσω εις ευρυτέραν δημοσιότητα ένα δείγμ' από τον τρόπον, που εκατάλαβα και αγάπησα ως τώρα τον Πλάτωνα. Τώρα που το βλέπω τυπωμένον, αισθάνομαι, μακράν από κάθε συμβατικήν μετριοφροσύνην, τας ατελείας του περισσοτέρας θα εύρουν άλλοι. Ας μη μου αρνηθούν τουλάχιστον την αγάπην εις το έργον μου.
Ως προς την αποκατάστασιν του κειμένου υπήρξα συντηρητικός εις μερικά χωρία μάλιστα επροτίμησα να διατηρήσω την γραφήν των χειρογράφων και εκεί όπου συντηρητικοί νεώτεροι εκδόται την μεταβάλλουν. Η παραπομπή εις παράλληλα χωρία εντός του κριτικού υπομνήματος και η ερμηνεία δικαιολογούν, ελπίζω, επαρκώς την προτίμησιν αυτήν. Γενικώς άλλωστε το κείμενον του Πλάτωνος μάς έχει διασωθή τόσον καλά, ώστε σπανίως να χρειάζεται του φιλολόγου η επέμβασις, συχνότατα όμως η ερμηνευτική του ευστροφία. Προσωπικάς διορθώσεις δύο ή τρεις φοράς μόνον εισήγαγαν εις το κείμενον τας υπολοίπους εικασίας μου παρέθεσα εις το κριτικόν υπόμνημα. Εκεί παρέταξα και άλλων φιλολόγων πολλάς εικασίας, ακόμη και όσας δεν ευρίσκω πολύ πιθανάς χρήσιμοι είναι εις το να καθιστούν προσεκτικόν τον αναγνώστην εις ιδιορρυθμίας του κειμένου, αι οποίαι εθεωρήθησαν αντιγραφικά σφάλματα, ενώ είναι δείγματα πολλάκις σκόπιμα φραστικής πρωτοτυπίας. Έπειτα καλόν είναι να υπάρχη εις την ελληνικήν μία πλήρης κατά το δυνατόν κριτική έκδοσις του Συμποσίου. Εις την χρήσιν της λατινικής και των λατινικών όρων και συντμήσεων του κριτικού υπομνήματος συνεμορφώθην προς τας οδηγίας του εσωτερικού κανονισμού, τας συνταχθείσας επί τη βάσει των αποφάσεων της Διεθνούς Ενώσεως Ακαδημιών.
Η μετάφρασις, την οποίαν προσφέρω, είναι μετάφρασις φιλολογική, όπως όλαι αι μεταφράσεις της Ελληνικής Βιβλιοθήκης, όχι λογοτεχνική. Επομένως δεν έχει την φιλοδοξίαν ν' αναπλήρωση το πρωτότυπον, αλλά να βοηθήση τον Έλληνα αναγνώστην εις την κατανόησιν του παρατιθεμένου κειμένου, όπου δεν επαρκούν αι γνώσεις του από την αρχαίαν γλώσσαν. Παρομοία μετάφρασις πρέπει εντούτοις να είναι γνησίως νεοελληνική, να διαβάζεται δηλαδή από τον μορφωμένον αναγνώστην άνετα και φυσικά, ως ένα σύγχρονον κείμενον, να ευσταθή με άλλας λέξεις μεταξύ της πίστεως προς το πρωτότυπον και της πίστεως προς το πνεύμα της νεωτέρας μας γλώσσης. Και το πράγμα δεν ήτο εύκολον.
(Από τον πρόλογο του Ιωάννη Συκουτρή)
Έλληνας φιλόσοφος και συγγραφέας (427-347 π.Χ.). Γεννήθηκε στην Αθήνα από γονείς ευγενείς. Ο πατέρας του Αρίστωνας έλεγε ότι καταγόταν από τη γενιά του Κόδρου και η μητέρα του Περικτιόνη από το Σόλωνα. Είχε δύο αδερφούς, τον Αδείμαντο και το Γλαύκωνα. Το πρώτο του όνομα ήταν Αριστοκλής. Πλάτωνας ονομάστηκε αργότερα για το ευρύ του στέρνο και το πλατύ του μέτωπο. Νέος ασχολήθηκε με την ποίηση, αλλά γρήγορα στράφηκε προς τη φιλοσοφία. Ήταν 20 χρόνων, όταν γνώρισε το Σωκράτη και έμεινε κοντά του για οκτώ ολόκληρα χρόνια, μέχρι την ώρα που ο μεγάλος δάσκαλος πέθανε (399 π.Χ.). Ο άδικος θάνατος του Σωκράτη τον έπεισε ότι η αθηναϊκή δημοκρατία είχε μεγάλα ελαττώματα και ανέλαβε το ρόλο του κοινωνικού μεταρρυθμιστή.
Μετά τη θανάτωση του Σωκράτη για λίγο καιρό κατέφυγε στα Μέγαρα, κοντά στο συμμαθητή του Ευκλείδη. Ύστερα γύρισε στην Αθήνα, όπου για 10 χρόνια ασχολήθηκε με τη συγγραφή φιλοσοφικών έργων, τα οποία φέρουν τη σφραγίδα της σωκρατικής φιλοσοφίας. Στη συνέχεια ταξίδεψε στην Αίγυπτο και στην Κυρήνη, όπου σχετίστηκε με το μαθηματικό Θεόδωρο, και τέλος στον Τάραντα της Ιταλίας, όπου γνώρισε τους πυθαγόρειους, από τη φιλοσοφική σκέψη των οποίων επηρεάστηκε αποφασιστικά. Μετά πέρασε στη Σικελία. Στην αυλή του βασιλιά των Συρακουσών Διονυσίου Α΄ γνώρισε το βασιλικό γυναικάδελφο Δίωνα, με τον οποίο συνδέθηκε φιλικά. Η φιλία όμως αυτή προκάλεσε τις υποψίες του Διονυσίου για συνωμοσία, γι΄ αυτό έδιωξε τον Πλάτωνα από τη Σικελία. Στην Αίγινα κινδύνεψε να πουληθεί ως δούλος αλλά τον εξαγόρασε ο Κυρηναίος φίλος του Αννίκερης. Επιστρέφοντας στην Αθήνα άνοιξε τη φιλοσοφική σχολή του, την Ακαδημία. Η προσπάθεια όμως των δύο φίλων να προσηλυτίσουν στις ιδέες τους το νέο ηγεμόνα Διονύσιο Β΄ απέτυχαν. Για τρίτη φορά ήρθε στην αυλή των Συρακουσών το 361, με σκοπό να συμφιλιώσει το Δίωνα με το Διονύσιο. Αυτή τη φορά κινδύνεψε και η ζωή του. Τον έσωσε η επέμβαση του πυθαγόρειου Αρχύτα. Αλλά ο Δίωνας δε γλίτωσε. Δολοφονήθηκε το 353. Έτσι ο Πλάτωνας έχασε τον άνθρωπο στον οποίο στήριξε τις ελπίδες του για την επιβολή των πολιτικών του ιδεών. Από τότε ο Πλάτωνας και μέχρι το θάνατό του ασχολήθηκε με τη διδασκαλία και με τη συγγραφή έργων φιλοσοφικών.
Τα έργα του Πλάτωνα είναι 36 και όλα, εκτός από την "Απολογία", διαλογικά. Και στη συγγραφή ο φιλόσοφος μιμήθηκε τη διδασκαλία του Σωκράτη, ο οποίος δίδασκε διαλογικά. Οι διάλογοί του επιγράφονται με το όνομα κάποιου από τα διαλεγόμενα πρόσωπα, π.χ. "Τίμαιος", "Γοργίας", "Πρωταγόρας" κ.λπ. Τρεις μόνο διάλογοι, το "Συμπόσιο", η "Πολιτεία" και οι "Νόμοι" τιτλοφορούνται από το περιεχόμενό τους. Σ΄ όλους τους διαλόγους τη συζήτηση διευθύνει ο Σωκράτης. Στους παλαιότερους διαλόγους διατηρεί την εικόνα του πραγματικού Σωκράτη, ενώ στους νεότερους κάτω από το πρόσωπο του δάσκαλου κρύβεται ο ίδιος ο μαθητής. Το σύνολο του πλατωνικού έργου διακρίνεται σε τρεις περιόδους με βάση τη χρονολογική σειρά:
α) Περίοδος της νεότητας (400-387 π.Χ.): Σ΄ αυτήν ανήκουν: Απολογία, Κρίτων, Χαρμίδης, Πρωταγόρας, Λάχης, Ευθύφρων, Ιππίας Μείζων, Ιππίας Ελάσσων, Ίων, Λύσις.
β) Περίοδος ωριμότητας (386-367 π.Χ.). Σ΄ αυτήν ανήκουν: Μενέξενος, Κρατύλος, Ευθύδημος, Γοργίας, Μένων, Παρμενίδης, Φαίδων, Φαίδρος, Πολιτεία, Συμπόσιον, Θεαίτητος.
γ) Περίοδος γηρατειών (366-348 π.Χ.). Περιλαμβάνονται: Σοφιστής, Πολιτικός, Φίληβος, Κριτίας, Τίμαιος, Νόμοι, 7η επιστολή.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Ο Ιωάννης Συκουτρής γεννήθηκε στη Σμύρνη της Ιωνίας την 1η Δεκεμβρίου 1901. Ο κτηνοτρόφος πατέρας του, χιώτικης καταγωγής, συντηρούσε την πολυμελή οικογένειά του φτωχικά αλλά τίμια· εκείνος έμαθε και τα πρώτα γράμματα στον ασθενικό, μικρόσωμο και λεπτοκαμωμένο άνθρωπο πριν φοιτήσει από το 1909 στην τρίτη τάξη του συνοικιακού δημοτικού σχολείου του Αγίου Κωνσταντίνου.
Υποστηριζόμενος από τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο εγγράφτηκε δωρεάν στην Ευαγγελική Σχολή από όπου αποφοίτησε αριστούχος τον Ιούνιο του 1918. Αμέσως, λόγω του αποκλεισμού, αναγκάστηκε να διοριστεί δάσκαλος στο Μουραντιέ (Γκιαούρ-κιοϊ), κωμόπολη κοντά στη Μαγνησία· εκεί σχημάτισε και σύλλογο νέων ορκισμένων να μιλούν μόνον ελληνικά μεταξύ τους. Ήδη από τα δεκαέξι χρόνια του ήταν τακτικός συνεργάτης της "Αμαλθείας" του Σ. Σολωμονίδη με το ψευδώνυμο Αντιφών ο Σμυρναίος. Το φθινόπωρο του 1919 κατόρθωσε να έρθει στην Αθήνα όπου εγγράφεται αναδρομικώς στη Φιλοσοφική Σχολή από την οποία αριστεύοντας παντού αποφοίτησε το 1922. Αμέσως έφυγε για την Κύπρο, όπου είχε διοριστεί καθηγητής στο Ιεροδιδασκαλείο Λάρνακος. Η διαμονή του εκεί αποβαίνει για αυτόν αναβάπτισμα από την οξύτατη εσωτερική κρίση που περνούσε εξαιτίας της Μικρασιατικής Καταστροφής. Επί διετία δημοσίευσε ιστορικές και λαογραφικές μελέτες στο περιοδικό "Κυπριακά Χρονικά" που ίδρυσε. Το 1924 επέστρεψε στην Αθήνα όπου διορίστηκε βοηθός στο Φιλοσοφικό Σπουδαστήριο του Πανεπιστημίου. Το 1925 παντρεύτηκε και με υποτροφία του Πανεπιστημίου αναχώρησε για τη Γερμανία. Το 1930 επιστρέφοντας στην Αθήνα ανακηρύχθηκε παμψηφεί υφηγητής, και οι αίθουσες των παραδόσεών του ασφυκτιούσαν από την προσέλευση του κοινού. Εργαζόταν δημιουργικά αλλά σπάταλα· κυρίως ως ερευνητής επιστήμων αλλά κατ΄ εξοχήν ως δάσκαλος. Ταυτοχρόνως δούλευε και ως βιβλιονόμος της Βιβλιοθήκης της Ακαδημίας Αθηνών. Το 1933 το Πανεπιστήμιο της Πράγας του πρότεινε την έδρα της Κλασικής Φιλολογίας. Τα δημοσιεύματά του -φιλολογικά, φιλοσοφικά, κριτικά κ.ά.- ακολούθησαν καταιγιστικούς ρυθμούς όλα αυτά τα χρόνια. Το 1937, πριν προφτάσει να εκλεγεί καθηγητής στο Πανεπιστήμιο -πόσο το αγάπησε και πόσο τον πίκρανε!- αυτοκτόνησε, μετά από μια τελευταία επίσκεψη στην Ακροκόρινθο.
Ο Ιωάννης Συκουτρής γεννήθηκε στη Σμύρνη της Ιωνίας την 1η Δεκεμβρίου 1901. Ο κτηνοτρόφος πατέρας του, χιώτικης καταγωγής, συντηρούσε την πολυμελή οικογένειά του φτωχικά αλλά τίμια· εκείνος έμαθε και τα πρώτα γράμματα στον ασθενικό, μικρόσωμο και λεπτοκαμωμένο άνθρωπο πριν φοιτήσει από το 1909 στην τρίτη τάξη του συνοικιακού δημοτικού σχολείου του Αγίου Κωνσταντίνου.
Υποστηριζόμενος από τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο εγγράφτηκε δωρεάν στην Ευαγγελική Σχολή από όπου αποφοίτησε αριστούχος τον Ιούνιο του 1918. Αμέσως, λόγω του αποκλεισμού, αναγκάστηκε να διοριστεί δάσκαλος στο Μουραντιέ (Γκιαούρ-κιοϊ), κωμόπολη κοντά στη Μαγνησία· εκεί σχημάτισε και σύλλογο νέων ορκισμένων να μιλούν μόνον ελληνικά μεταξύ τους. Ήδη από τα δεκαέξι χρόνια του ήταν τακτικός συνεργάτης της "Αμαλθείας" του Σ. Σολωμονίδη με το ψευδώνυμο Αντιφών ο Σμυρναίος. Το φθινόπωρο του 1919 κατόρθωσε να έρθει στην Αθήνα όπου εγγράφεται αναδρομικώς στη Φιλοσοφική Σχολή από την οποία αριστεύοντας παντού αποφοίτησε το 1922. Αμέσως έφυγε για την Κύπρο, όπου είχε διοριστεί καθηγητής στο Ιεροδιδασκαλείο Λάρνακος. Η διαμονή του εκεί αποβαίνει για αυτόν αναβάπτισμα από την οξύτατη εσωτερική κρίση που περνούσε εξαιτίας της Μικρασιατικής Καταστροφής. Επί διετία δημοσίευσε ιστορικές και λαογραφικές μελέτες στο περιοδικό "Κυπριακά Χρονικά" που ίδρυσε. Το 1924 επέστρεψε στην Αθήνα όπου διορίστηκε βοηθός στο Φιλοσοφικό Σπουδαστήριο του Πανεπιστημίου. Το 1925 παντρεύτηκε και με υποτροφία του Πανεπιστημίου αναχώρησε για τη Γερμανία. Το 1930 επιστρέφοντας στην Αθήνα ανακηρύχθηκε παμψηφεί υφηγητής, και οι αίθουσες των παραδόσεών του ασφυκτιούσαν από την προσέλευση του κοινού. Εργαζόταν δημιουργικά αλλά σπάταλα· κυρίως ως ερευνητής επιστήμων αλλά κατ΄ εξοχήν ως δάσκαλος. Ταυτοχρόνως δούλευε και ως βιβλιονόμος της Βιβλιοθήκης της Ακαδημίας Αθηνών. Το 1933 το Πανεπιστήμιο της Πράγας του πρότεινε την έδρα της Κλασικής Φιλολογίας. Τα δημοσιεύματά του -φιλολογικά, φιλοσοφικά, κριτικά κ.ά.- ακολούθησαν καταιγιστικούς ρυθμούς όλα αυτά τα χρόνια. Το 1937, πριν προφτάσει να εκλεγεί καθηγητής στο Πανεπιστήμιο -πόσο το αγάπησε και πόσο τον πίκρανε!- αυτοκτόνησε, μετά από μια τελευταία επίσκεψη στην Ακροκόρινθο.