Προσωρινά μη διαθέσιμο
Καλέστε μας για πληροφορίες
ISBN:
Κατηγορίες:
Έτος κυκλοφορίας
Εκδότης
Ο Παναγιώτης Τέτσης, ένας από τους σπουδαιότερους ζωγράφους που διαμόρφωσαν την ελληνική μεταπολεμική ζωγραφική, γεννήθηκε στην Ύδρα το 1925. Το 1940 παίρνει τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής, ενώ την ίδια χρονιά γνωρίζει τους "πραγματικούς του δασκάλους", τον Πικιώνη και τον Χατζηκυριάκο - Γκίκα. Το 1943 σπουδάζει ζωγραφική στο προπαρασκευαστικό τμήμα της "Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών" στην Αθήνα, κοντά στους Δ. Μπισκίνη και Π. Μαθιόπουλο. Ακολουθεί εισαγωγή του στα εργαστήρια της Σχολής, κοντά στον Κ. Παρθένη, απ΄ όπου αποφοίτησε το 1949. Μέλος της ομάδας Αρμός Α και αργότερα της ομάδας Αρμός Β, το 1951 διορίστηκε επιμελητής στην έδρα του ελεύθερου σχεδίου με καθηγητή τον Χατζηκυριάκο - Γκίκα στην Ανώτατη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ. Από το 1953 έως το 1956, ο Π. Τέτσης εγκαθίσταται στο Παρίσι, με υποτροφία του ΙΚΥ. Εκεί, στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού διδάσκεται την τέχνη της χαλκογραφίας. Από το 1958 έως το 1976 διδάσκει στο Ελεύθερο Σπουδαστήριο Καλών Τεχνών (γνωστή αργότερα ως "Σχολή Βακαλό"), ενώ παράλληλα (έως το 1962) διδάσκει ελεύθερο σχέδιο στη "Σχολή Σχεδιαστών του Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ομίλου". Το 1958 το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Ενωσης Κριτικών Τέχνης τον εκλέγει μεταξύ Ελλήνων υποψηφίων, για το διεθνές βραβείο του Μουσείου Γκουνγκενχάιμ, όπου και εκτίθεται το έργο του. Ακολουθεί (1962) το Βραβείο Κριτικών για το έργο "Το Ναυπηγείο", ενώ το 1970 ορίζεται εκπρόσωπος της Ελλάδας στην Μπιενάλε Βενετίας. Λόγω των ειδικών πολιτικών συνθηκών αρνείται τη συμμετοχή. Το 1976 εκλέγεται καθηγητής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, στο Γ΄ Εργαστήριο Ζωγραφικής, όπου διδάσκει έως το 1991. Το 1989 η σύγκλητος τον εκλέγει πρύτανη του Ιδρύματος και το 1993 εκλέγεται ακαδημαϊκός. Είχε λάβει μέρος σε διεθνείς εκθέσεις ως εκπρόσωπος της Ελλάδας. Είχε παρουσιάσει έργα του σε 90 ατομικές και σε πάρα πολλές θεματικές - ομαδικές εκθέσεις.
Έφυγε από τη ζωή στις 5 Μαρτίου 2016, σε ηλικία 91 ετών.
Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 12 Οκτωβρίου 1929. Για δύο χρόνια φοίτησε στην τότε Ανωτάτη Εμπορική Σχολή. Από το 1952 μέχρι το 1957 σπουδάζει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Ακολουθεί δίμηνη παραμονή του στο Άγιο Όρος (1958), όπου μελετά βυζαντινούς εικονογραφημένους κώδικες. Παίρνει διετή υποτροφία από την ιταλική κυβέρνηση (1958). Από το 1959 μέχρι το 1961 είναι υπεύθυνος του καλλιτεχνικού τμήματος του νεοϊδρυθέντος Εθνικού Οργανισμού Ελληνικής Χειροτεχνίας. Κατά τη δεκαετία του ʼ60, παράλληλα με τη ζωγραφική ασχολείται με το design για βιοποριστικούς λόγους. Σχεδιάζει αντικείμενα για την εγχώρια και τη διεθνή αγορά. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της «Ομάδας τέχνης α» (1961-67) και της «Ομάδας για την Επικοινωνία και την Εκπαίδευση μέσω της Τέχνης» (1976-81). Το 1975 γίνεται μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (Ι.Κ.Υ.). Το 1976 εκλέγεται καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Διετέλεσε πρύτανης της Α.Σ.Κ.Τ. την περίοδο 1979-82. Από το 1981 έως το 1983 ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου της Αθήνας. Είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης από το 1995 και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας από το 1997. Έχει πραγματοποιήσει 23 ατομικές εκθέσεις, από τις οποίες οι 14 παρουσιάστηκαν στην περιοχή της Αθήνας.
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε με υποτροφία του ΙΚΥ στην ΑΣΚΤ με δάσκαλο τον Γιάννη Μόραλη και αργότερα σκηνογραφία, διακόσμηση και διαφήμιση. Διοργάνωσε 17 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα. Έλαβε μέρος σε πολλές σημαντικές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό καθώς και σε πολλές διεθνείς Biennale. Από το 1961 παράλληλα προς τη ζωγραφική εργάσθηκε για το θέατρο και τον κινηματογράφο. Εικονογράφησε διηγήματα σε περιοδικά και συμμετείχε σε εικονογραφήσεις ημερολογίων. Δίδαξε διακοσμητικές εφαρμογές, ελεύθερο σχέδιο και χρώμα καθώς επίσης και σκηνογραφία σε ιδιωτικές σχολές και ΤΕΙ. Έργα του βρίσκονται σε πολλές ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό σε συλλογές τραπεζών, στην Εθνική Πινακοθήκη, κ.ά.
O Φαίδων Πατρικαλάκις (1935-2017) γεννήθηκε στη Δράμα στις 8.9.1935. Σπούδασε στη Σχολή Bακαλό και στη στο Παρίσι, στην Academie Julian, στην Academie du Feu, με την καθοδήγηση του Jabot, και στην Ecole de Dessin Applique a la Mode Historique. Tα έργα του από το 1960 παρουσιάζονται σε ατομικές και συλλογικές εκθέσεις στην Eλλάδα και το εξωτερικό. Παράλληλα, ασχολήθηκε και με τη σκηνογραφία-ενδυματολογία. Πρώτη του δουλειά τα σκηνικά για τον Mατωμένο Γάμο στην "Alliance Francaise" (1960) στο Παρίσι, όπου δούλεψε από το 1961 μέχρι το 1964 συνεργαζόμενος με το "Theatre de poche". Στο Λονδίνο συνδέθηκε με τον Μπέκετ αλλά δεν πήρε σάρκα η συνεργασία τους, αντίθετα έκανε σκηνικά και κοστούμια στο θέατρο "Old Witch". Με την επιστροφή του στην Eλλάδα δούλεψε με το "Θέατρο Tέχνης" του Kαρόλου Kουν (1967-1973), το K.Θ.B.E. (1970), το "Θέατρο Στοά" (1971), το Θέατρο Kαρέζη-Kαζάκου (1973-1974) συμμετέχοντας στο εμβληματικό "Το Μεγάλο μας τσίρκο", το "Aνοικτό Θέατρο" (1975), το Θεσσαλικό Περιφερειακό Θέατρο κ.ά. ενώ μέχρι τα τελευταία χρόνια έκανε σκηνικά και κοστούμια στο Θέατρο Καρέζη.
Είχε στο ενεργητικό του 34 βιβλία για ζωγραφική, μουσική, σκηνογραφία, θέατρο, ποίηση, μυθιστόρημα και ταξιδιωτικές εμπειρίες.
Βιβλία του: "Άγιο Όρος", Λεύκωμα με κείμενα και λαδοπαστέλ· "H πέτρα της σφενδόνας", εκδ. Eγνατία 1980, "Φαίδων", Λεύκωμα, Aθήνα 1982, "Iστορία της σκηνογραφίας, 19ος-20ος αιώνας" (B΄ τόμος), εκδ. Aιγόκερως 1984, "Tαξιδεύοντας ζωγραφικά", εκδ. Φόρκυς 1985, "Tο ρεαλιστικό, το ερωτικό και το υπερβατικό στη ζωγραφική (13ος-18ος αιώνας)" εκδ. Aιγόκερως 1988, "Ένα υπερβατικό γεγονός", εκδ. Kαστανιώτη 1988, "Iνδία, μια χώρα όπου οι άνθρωποι πετάνε και τα πουλιά περπατάνε", εκδ. Aιγόκερως 1989, "Eλέφαντας σε μοναστήρι", εκδ. Kαστανιώτη 1990, "Iστορία της σκηνογραφίας, 15ος-19ος αιώνας (A΄ τόμος)", εκδ. Aιγόκερως 1992, "Θεράπευαν με τη μουσική", εκδ. Kαστανιώτη 1993, β΄ έκδοση 1994, "H πορεία και το όραμα της βυζαντινής ζωγραφικής", εκδ. Παρουσία 1995, "Yεμένη, H γλυκιά ευκολία του ήλιου μέσα σ΄ ένα κρυστάλλινο σύμπαν", εκδ. Aιγόκερως 1996, "Tα μεγάλα χρώματα, Mυθιστορηματική βιογραφία Θεοφάνους του Kρητός", εκδ. Παρουσία 1998, "Tο μίσος δεν είναι μέλι που τελειώνει", εκδ. Kέδρος 1998).
Από τις εκδόσεις Μανδραγόρας κυκλοφόρησαν τα τελευταία χρόνια δέκα βιβλία του: "Η αρπαγή του βελούδου, Σχέδια και λέξεις", (2001)," Legato", ποιήματα, (2004), "Το Μπαρόκ στις ηγεμονικές αυλές τον 17ο και 18ο αιώνα", Μελέτη, (2006), "Στην κόψη της μέρας", Ποιήματα & Σχέδια, (2008), "Η ζωγραφική της μουσικής και η μουσική της ζωγραφικής", Ποιητικά κείμενα για τη σύμπλευση της ζωγραφικής με τη μουσική, (2009), "Χάρμα οφθαλμών", Μυθιστόρημα, (2011), "Εκ της Σιωπής", Ποίηση, (2014), "Εγώ ο Ιωσήφ Σινάν", Μυθιστόρημα, (2015), "Ο Μαγικός κόσμος της ζωγραφικής", (2016), με κείμενα αυτοβιογραφικά και άλλα σχετικά με την πορεία του στον "μαγικό κόσμο" της ζωγραφικής, το ποιητικό "Ύδατα πτερόεντα", (2016) και τέλος το αφήγημα "Η Ειρήνη της Δράμας", (2017).
Τον Ιούνιο του 2016 ο Δήμος Δράμας, η Δ.Ε.Κ.ΠΟ.Τ.Α. και το Αρχαιολογικό Μουσείο Δράμας οργάνωσαν σειρά εκδηλώσεων για τον Φαίδωνα Πατρικαλάκι: στην αίθουσα Μελίνα μια μεγάλη έκθεση ζωγραφικής με τίτλο Πτερόεντα, εισηγήσεις, παρεμβάσεις και ποιητικές αναγνώσεις στο Αρχαιολογικό μουσείο όπου έλαβε χώρα και έκθεση με κοστούμια και μακέτες του Φ.Π. από θεατρικές παραστάσεις του αρχαίου δράματος.
Έφυγε από τη ζωή στις 13 Νοεμβρίου 2017.
Ο Γιάννης Γαΐτης (1923-1984) γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών το 1942, με δάσκαλο τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Ως φοιτητής επηρεάστηκε έντονα από τις καλλιτεχνικές ανησυχίες μιας γενιάς που έτρεχε με λαχτάρα στο νεοσύστατο τότε θέατρο Κουν. Στο σπίτι του, στην οδό Μαυρομματαίων, ο νεαρός Γαΐτης έκανε την πρώτη του έκθεση, το 1944, στην οποία οι επιρροές των μετα-ιμπρεσιονιστών είναι εμφανείς. Ο καλλιτέχνης εκφράστηκε με ποικίλες καλλιτεχνικές τάσεις -γεωμετρικές, κυβιστικές, σουρεαλιστικές, εξπρεσιονιστικές-, και τον κέρδισε για ένα διάστημα η αφηρημένη τέχνη. Το όνειρό του να ζήσει στο Παρίσι θα πραγματοποιηθεί τη δεκαετία του ʼ50. Έκτοτε μοίραζε τον καιρό του μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας, έως το 1974, οπότε επέστρεψε στην Ελλάδα διεθνώς αναγνωρισμένος και με πλήθος εκθέσεων στο ενεργητικό του. Το 1964 το "Μυρμηγκάκι", η πρώτη του φιγούρα, δίνει τέλος στην αφηρημένη περίοδο του Γαΐτη και προαναγγέλει το αντικείμενο-αρχέτυπο, το "Ανθρωπάκι" του, που θα κάνει την πρώτη του εμφάνιση το 1967 και θα φτάσει στην οριστική του μορφή τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ΄70. Τα στυλιζαρισμένα "ανθρωπάκια" του Γαΐτη, σύμβολο της αλλοτρίωσης και της μαζικοποίησης του σύγχρονου ανθρώπου, απετέλεσαν το σήμα κατατεθέν της καλλιτεχνικής του έκφρασης. Στο απόγειο της δόξας του, στις αρχές της δεκαετίας του ʼ80, έκανε εκθέσεις και εγκαταστάσεις σε όλο τον κόσμο. Λίγο πριν από το θάνατό του, η Εθνική Πινακοθήκη οργάνωσε προς τιμήν του μεγάλη αναδρομική έκθεση στην Αθήνα. Μια επόμενη μεγάλη αναδρομική έκθεση του έργου του έγινε στο Μουσείο Μπενάκη, στην οδό Πειραιώς, από 14 Απριλίου έως 4 Ιουνίου 2006, με επιμέλεια και συντονισμό της κόρης του Λορέττας Γαΐτη- Charrat.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1938. Σπούδασε το 1959-1963 στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών στο εργαστήριο του Ι. Μόραλη. Πήρε υποτροφία από το Ι.Κ.Υ. (1965-1966). Το 1967-1968 συνέχισε τις σπουδές του στην Ecole Nationale des Beaux Arts του Παρισιού με υποτροφία της Γαλλικής Κυβέρνησης. Συνεχίζει τις θεωρητικές σπουδές στην Ecole du Louvre έως το 1974. Το 1984 επιτροπή κριτικών τέχνης και συγγραφέων στο Παρίσι του απονέμει το βραβείο Drouant Cartier για το σύνολο του έργου του. Έχει πραγματοποιήσει πολλές ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Επίσης τρεις αναδρομικές στην Δημ. Πινακοθήκη της Ρόδου, στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο Θεσσαλονίκης και στη Δημοτική Πινακοθήκη της Πάτρας. Έχει συνεργαστεί επίσης με τις γκαλερί του Παρισιού Blondel, Sculptures και Art et Patrimoine. Έργα του βρίσκονται σε πολλά μουσεία, πινακοθήκες και ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Ο Νίκος Νικολάου γεννήθηκε το 1909 στην Ύδρα. Με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου εγκαταστάθηκε στην Πλάκα. Δάσκαλοί του ο Ουμβέρτος Αργυρός και ο Κωνσταντίνος Παρθένης, εκπρόσωποι της συντηρητικής, ακαδημαϊκής ζωγραφικής του Μονάχου και της μοντέρνας τέχνης του Παρισιού αντίστοιχα. Και απ΄ τους δύο αποκόμισε πολλά, ενώ διακρίθηκε στις σπουδές του συμμετέχοντας από νωρίς με έργα του σε εκθέσεις. Σύντομα άρχισε να ασχολείται και με τη χαρακτική και την εικονογράφηση. Στη σχολή είχε γνωρίσει και την πρώτη του γυναίκα και το Γιάννη Μόραλη, που έγινε φίλος ζωής. Αποφοιτώντας, έφυγε το 1937 για να συνεχίσει τις σπουδές του στο Παρίσι και τη Ρώμη, μοιραζόμενος, όπως είχαν συμφωνήσει με το φίλο του, την υποτροφία που τελικά κέρδισε ο Μόραλης. Εκεί είχε τη δυνατότητα να μελετήσει την παλιότερη και σύγχρονη ευρωπαϊκή τέχνη και επηρεάστηκε από τη ζωγραφική των Γάλλων ιμπρεσιονιστών. Το 1939 πήρε ο ίδιος μια υποτροφία για σπουδές στη Ρώμη, αλλά το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Μετά τον πόλεμο αφοσιώθηκε στη ζωγραφική. Το 1948 έκανε την πρώτη του ατομική έκθεση. Το 1949 ανέλαβε τις πρώτες του τοιχογραφίες στη σχολή της Παντείου, που φιλοτέχνησε με την τεχνική της νωπογραφίας, ενώ το 1950 άρχισε να εργάζεται και με φοιτητές νωπογραφίες. Την ίδια εποχή, πρώτος αυτός, παρουσίασε ζωγραφικά τα χαρακτηριστικά σπίτια και μαγιά των νησιών μας. Στη δεκαετία του ΄50 άρχισε και η ενασχόλησή του με τη σκηνογραφία. Το 1960 "ανακάλυψε" την Αίγινα, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα από το 1964. Από το 1964 είχε εκλεγεί καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου δίδαξε για μία δεκαετία διατελώντας και διευθυντής της μέσα στα χρόνια της Δικτατορίας.
Ο Νίκος Νικολάου παρουσίασε το έργο του σε διάφορες ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε ομαδικές στην Ελλάδα και το εξωτερικό, εκπροσωπώντας μάλιστα τη χώρα μας το 1936 και το 1964 στην Μπιενάλε της Βενετίας. Ήταν μέλος καλλιτεχνικών ομάδων και απ΄ τους ιδρυτές της ομάδας "Αρμός".
Πέθανε στις 27 Ιουλίου το 1986. Μετά το θάνατό του κυκλοφόρησε το βιβλίο του "Η περιπέτεια της γραμμής στην τέχνη", όπου ο καλλιτέχνης συνοψίζει τις μελέτες του για την αρχαιοελληνική τέχνη και καταθέτει το στίγμα της προσωπικής του ζωγραφικής δημιουργίας.
Η Όπυ Σαρπάκη-Ζούνη (1941-2008) γεννήθηκε στο Κάιρο με καταγωγή από την Κρήτη, από τον παππού της. Σπούδασε ζωγραφική στο εργαστήρι Zorian (1959-1962), κεραμική στο Αμερικανικό Κολλέγιο (1960-1962) και φωτογραφία (1959-1960) και πραγματοποίησε την πρώτη της έκθεση στη γκαλερί Nile του Καΐρου (1962). Το 1963 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα, όπου συνέχισε τις σπουδές της στην Α.Σ.Κ.Τ., αρχικά στη ζωγραφική (1963-1968), με δάσκαλο το Γιάννη Μόραλη, και την κεραμική (1963-1965) και αργότερα στη σκηνογραφία-διακόσμηση (1967-1969). Πραγματοποίησε περισσότερες από εβδομήντα ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και συμμετείχε σε περισσότερες από 450 ομαδικές εκθέσεις (μεταξύ των οποίων οι Biennale της Αλεξάνδρειας, 1970, του Σάο Πάολο, 1977, της Λιουμπλιάνα, 1979-1987, του Fedrikstad, 1980-1999, του Μπάντεν-Μπάντεν, 1983, της Κρακοβίας, 1986-1997, του Βελιγραδίου, 1994-1996, κ.ά.). Ανάμεσα στις τιμητικές εκδηλώσεις για το έργο της, ξεχώρισε η διπλή ατομική της έκθεση στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών και στην "Αίθουσα Τέχνης Αθηνών", τον Νοέμβριο του 1992, μαζί με στρογγυλό τραπέζι για το έργο της με τη συμμετοχή των Ελένης Αρβελέρ, Rene Berger, Μπίας Παπαδοπούλου και Αθηνάς Σχινά, καθώς και η αναδρομική έκθεση στη νέα πτέρυγα του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, τον Νοέμβριο του 2006, με επιμελητή τον Γιάννη Μπόλη. Καταξιωμένη καλλιτέχνης στον χώρο της γεωμετρικής αφαίρεσης, προσέδωσε στο έργο της ένα προσωπικό ιδίωμα χρώματος, φαντασίας και φωτεινότητας. Ήταν παντρεμένη με τον Αλέκο Ζούνη, με τον οποίο απέκτησε δύο γιους και μία εγγονή. Πέθανε στις 5 Δεκεμβρίου του 2008, σε ηλικία 67 ετών, στο νοσοκομείο Μετροπόλιταν, έπειτα από δωδεκαετή μάχη με τον καρκίνο, η οποία την ταλαιπώρησε από την αρχή αλλά δεν την εμπόδισε να συνεχίσει να δουλεύει.
Η ίδια έλεγε για το έργο της: "Πάντα γνώριζα πως η τέχνη μου έχει άμεση σχέση με τα κοινωνικά συστήματα που επικρατούν. Πιστεύω πως, αν ζούσα σε άλλη εποχή, θα είχα εκφράσει διαφορετικά τις ιδέες μου και θα έφτιαχνα άλλα έργα. Επίσης, αν ζούσα και σε άλλη χώρα, θα προέκυπταν και άλλα έργα. Όμως το σημαντικό για κάθε άνθρωπο είναι να τολμά. Κάθε δημιουργός πρέπει να συνειδητοποιεί ότι το πολυτιμότερο που διαθέτει είναι η σκέψη του και πως μπορεί να αναπτύξει με άπειρους τρόπους το δώρο της έκφρασης, αν ενεργοποιήσει την εσωτερική του φλόγα. Το συνολικό του έργο δεν είναι στατικό, είναι μια διαδρομή, μια πορεία που έχει σχέση με τη ζωή και την εποχή του. Οι θεωρίες δεν έχουν αξία για την ίδια την τέχνη, αλλά για την ιστορία της. Στη τέχνη σημασία έχει ο τρόπος. Επιτρέπονται όλα και τίποτα. Η τέχνη είναι τόλμη, ένας διαρκής αγώνας για να ξεπερνάς τα όρια του εαυτού σου. Κέρδος είναι το ξετύλιγμα της προσωπικότητάς σου μέσα στο χρόνο, ο διάλογος με τον εαυτό σου, με τις γενιές. [...]"
(από τον κατάλογο της έκθεσης στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, 2006)
΄Ελληνας ζωγράφος (γεν. 1920).
Έλληνας ζωγράφος (1916-1985).
Γεννήθηκε στο Κρασνοντάρ της Ρωσίας. Το 1923 στην Ελλάδα σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1928-1936) ως μαθητής του Παρθένη. Από το 1935 συμμετείχε σε ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα αλλά και σε μεγάλες διεθνείς εκθέσεις στο εξωτερικό. Η πρώτη του ατομική έκθεση οργανώνεται μόλις το 1957 στον "Παρνασσό". Από το 1964 εγκαταστάθηκε στη Ρόδο, η οποία έγινε χώρος μελέτης και πραγματοποίησης μιας δικιάς του τεχνικής στη ζωγραφική και τη χαρακτική. Εκεί δημιούργησε σειρά από συνθέσεις μεγάλων διαστάσεων. Τον Μάρτιο του 1977 οργανώνεται από την Εθνική Πινακοθήκη αναδρομική έκθεση των έργων του. Έργα του βρίσκονται σε πολλές ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές.