Εξαντλημένο στον εκδοτικό οίκο
ISBN:
9789604693481
Κατηγορίες:
Έτος κυκλοφορίας
Εκδότης
Ο Σπύρος Βασιλείου, ο ζωγράφος που μετουσίωσε τη νοσταλγία του παλιού, πιο ανθρώπινου τρόπου ζωής σε τέχνη ελληνική, αυτοπαρουσιάζεται σε μια μονογραφία.
Απλός και εγκάρδιος, θυμόσοφος, πανταχού παρών στην αθηναϊκή καλλιτεχνική σκηνή, ακούραστα παραγωγικός, ο ζωγράφος και σκηνογράφος Σπύρος Βασιλείου κατέκτησε ένα σπάνιο προνόμιο ανάμεσα στους καλλιτέχνες της γενιάς της "ελληνικότητας": έγινε αναγνωρίσιμος από το έργο του και γνωστός με το μικρό του όνομα, μπαρμπα-Σπύρος.
Στην περίπτωση του Σπύρου Βασιλείου, του μικροκαμωμένου και αεικίνητου ανθρώπου με το τεράστιο έργο, η σύγχρονη βιβλιογραφία είναι πολύ φτωχή. Έτσι η μονογραφία της ιστορικού της τέχνης Ειρήνης Οράτη, που κυκλοφορεί από "Τα Νέα" στο πλαίσιο της σειράς "Σύγχρονοι Έλληνες Εικαστικοί", καλύπτει ουσιαστικό κενό.
Ο καλλιτέχνης προβάλλεται μέσα από το έργο του, που κατέγραψε τις μεταμορφώσεις του ελληνικού και ιδιαίτερα του αθηναϊκού τοπίου. "Τώρα που η κατεδάφιση της Αθήνας έσβησε το ευαίσθητο φεστόνι από τον αττικό ουρανό, όλοι τρέχουν όταν αρχίσει άλλο ένα γκρέμισμα ν΄ αγοράσουν κανένα ακροκέραμο, μια σιδεριά, ένα φουρούσι. Το ταπεινό κεραμεικό ανθέμιο πάει να γίνει σύμβολο της χαμένης αθηναϊκής ευαισθησίας", έγραφε στο αυτοβιογραφικό κείμενο "Φώτα και σκιές", δανεισμένο από την κορυφαία διάκριση που έλαβε στη ζωή του: το βραβείο Γκουγκενχάιμ.
Ζωγράφιζε από παιδί. Από το Γαλαξείδι- λίκνο καπεταναίων- όπου γεννήθηκε, και όπου μπήκε από μικρός στη βιοπάλη. Επαναστάτης ως σπουδαστής, το 1922, ενάντια στην ακαμψία της ακαδημαϊκής διδασκαλίας άρχισε να δίνει γελοιογραφίες σε έντυπα με το ψευδώνυμο Νήφων ο Μπεκρής.
Κάνει μάλιστα αίσθηση εισάγοντας στα πρώτα έργα του όψεις Αθήνας με τα Πατήσια, τα Τουρκοβούνια, την Ακρόπολη, τα "Καρναβάλια" (1934) και τη "λαϊκή αγορά", το πλήθος των ανθρώπων, τις λεπτομέρειες, την κίνηση.
"Τα χρόνια της Κατοχής", όπως σημειώνει, "το χάραγμα στο ξύλο γίνεται όπλο της αντίστασης". Κατόπιν συνέχισε τον δικό του αγώνα κατά της φθοράς, προσώπων και πραγμάτων, με την τέχνη του. "Μια και η μοίρα μας είναι να ζήσουμε από δω και μπρος ανάμεσα σε όγκους μπετόν, πότε οικείους και πότε απάνθρωπους, ας συντηρήσουμε όπου είναι δυνατόν τις δαντελένιες φρίζες των ακροκέραμων που συμφιλιώνουν τον όγκο του σπιτιού με το φως του ουρανού", έλεγε και κατέγραφε από το εργαστήρι του και σήμερα Μουσείο, στην οδό Γουέμπστερ τις αλλαγές του τοπίου, τη "σκαλωσιά που χάλασε τη θέα" το 1957 και την κατεδάφιση "καταστροφή" του σπιτιού του Παρθένη το 1970. Έργα ήρεμης διαμαρτυρίας. Στο θέατρο, τα μεγάλα ευέλικτα σκηνικά, τα απλά κοστούμια με τα έντονα χρώματα, η εισαγωγή λαϊκών στοιχείων και η υποστήριξη του νέου ελληνικού έργου, άφησαν τη σφραγίδα του.
Ο Σπύρος Βασιλείου (Γαλαξίδι 1903 - Αθήνα 1985) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους του εικοστού αιώνα και η οικογένεια του έχει μετατρέψει το ατελιέ και την οικία του, κάτω από την Ακρόπολη, σε γκαλερί του έργου του και σε μουσείο. Ο Βασιλείου γεννήθηκε στο Γαλαξίδι το 1903 και ήλθε στην Αθήνα στις αρχές της δεκαετίας του 1920 για να φοιτήσει στην Σχολή Καλών Τεχνών με υποτροφία. Απογοητευμένος από τον άνυδρο τρόπο διδασκαλίας της εποχής, που έδινε έμφαση στην θεωρητική κατάρτιση, ο Βασιλείου και μια ομάδα συμφοιτητών του επαναστάτησαν και απαίτησαν μεταρρυθμίσεις. Η στάση τους ανάγκασε τη Σχολή να αλλάξει διευθυντή και μεθόδους διδασκαλίας, εισήγαγε το εργαστήριο και υιοθέτησε την διδασκαλία μοντέρνων μεθόδων και σχολών ζωγραφικής όπως ο ιμπρεσιονισμός. Ο Βασιλείου αποφοίτησε το 1923. Η καταξίωση του ήταν άμεση και στα επόμενα 60 χρόνια έγινε ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες καλλιτέχνες. Εκτός από τους καμβάδες του, παρήγαγε θρησκευτικές εικόνες, ξυλόγλυπτα, εικονογραφήσεις, αφίσες, σκηνικά για το θέατρο, κλπ. Οι εικόνες και τα σχέδια του έχουν αφομοιωθεί πλήρως στην σύγχρονη Ελληνική πολιτιστική κληρονομιά. Ο Βασιλείου πίστευε ότι η σύγχρονη Ελληνική τέχνη πρέπει να ενσωματώσει τις επιρροές των διεθνών ρευμάτων χωρίς όμως να χάνει τον Ελληνικό χαρακτήρα της, όπως έχει διαμορφωθεί μέσα από χιλιετίες παράδοσης. Οι ιμπρεσιονιστικοί και μοντερνιστικοί πίνακες του δεν απέχουν ποτέ πολύ από την Βυζαντινή παράδοση εικονογραφίας, όπως την προσάρμοσε ο ίδιος στην σύγχρονη πραγματικότητα.
Το χρονολόγιο της ζωής του, με μια ματιά: 1903. Γεννιέται στο Γαλαξείδι. 1921. Μπαίνει στη Σχολή Καλών Τεχνών. 1929. Κάνει την πρώτη του έκθεση στην αίθουσα τέχνης Στρατηγοπούλου. 1930. Του απονέμεται το Μπενάκειο Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για την αγιογράφηση του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη. 1934. Συμμετέχει στην Μπιενάλε της Βενετίας. 1941. Παντρεύεται την Κική Κωνσταντακοπούλου. 1945. Πρώτη σκηνογραφία για το Εθνικό Θέατρο 1949. Εικονογραφεί το αναγνωστικό της Ε΄ Δημοτικού. 1950. Ιδρύει με τη Ραλλού Μάνου το Ελληνικό Χορόδραμα 1960. Κερδίζει το βραβείο Γκουγκενχάιμ. 1961. Σκηνογραφεί την κινηματογραφικήυποψήφια για Όσκαρ "Ηλέκτρα" του Μιχάλη Κακογιάννη. 1969. Εκδίδει το αυτοβιογραφικό "Φώτα και σκιές". 1975. Μεγάλη αναδρομική στην Εθνική Πινακοθήκη. 1982. Σκηνογραφεί το 146ο και τελευταίο έργο του. 1985. Πεθαίνει στο σπίτι του, κάτω από την Ακρόπολη.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Η Ειρήνη Οράτη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1956. Σπούδασε στο Τμήμα Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης του Α.Π.Θ. και ειδικεύτηκε στην ευρωπαϊκή χαρακτική στη Staatliche Graphische Sammlung του Μονάχου. Από το 1980 έως το 1994 εργάστηκε στην Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου, ως επιμελήτρια του Τμήματος Χαρακτικών και Σχεδίων και ως υπεύθυνη της βιβλιοθήκης. Το 1994 εργάστηκε στον οίκο δημοπρασιών Chistie΄s Hellas και το 1995 έγινε επιμελήτρια της Συλλογής Χαρακτικών και Σχεδίων της Ιονικής Τράπεζας. Από το 1999 είναι επιμελήτρια της Συλλογής Έργων Τέχνης της Alpha Bank.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Ο Σπύρος Βασιλείου (Γαλαξίδι 1903 - Αθήνα 1985) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους του εικοστού αιώνα και η οικογένεια του έχει μετατρέψει το ατελιέ και την οικία του, κάτω από την Ακρόπολη, σε γκαλερί του έργου του και σε μουσείο. Ο Βασιλείου γεννήθηκε στο Γαλαξίδι το 1903 και ήλθε στην Αθήνα στις αρχές της δεκαετίας του 1920 για να φοιτήσει στην Σχολή Καλών Τεχνών με υποτροφία. Απογοητευμένος από τον άνυδρο τρόπο διδασκαλίας της εποχής, που έδινε έμφαση στην θεωρητική κατάρτιση, ο Βασιλείου και μια ομάδα συμφοιτητών του επαναστάτησαν και απαίτησαν μεταρρυθμίσεις. Η στάση τους ανάγκασε τη Σχολή να αλλάξει διευθυντή και μεθόδους διδασκαλίας, εισήγαγε το εργαστήριο και υιοθέτησε την διδασκαλία μοντέρνων μεθόδων και σχολών ζωγραφικής όπως ο ιμπρεσιονισμός. Ο Βασιλείου αποφοίτησε το 1923. Η καταξίωση του ήταν άμεση και στα επόμενα 60 χρόνια έγινε ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες καλλιτέχνες. Εκτός από τους καμβάδες του, παρήγαγε θρησκευτικές εικόνες, ξυλόγλυπτα, εικονογραφήσεις, αφίσες, σκηνικά για το θέατρο, κλπ. Οι εικόνες και τα σχέδια του έχουν αφομοιωθεί πλήρως στην σύγχρονη Ελληνική πολιτιστική κληρονομιά. Ο Βασιλείου πίστευε ότι η σύγχρονη Ελληνική τέχνη πρέπει να ενσωματώσει τις επιρροές των διεθνών ρευμάτων χωρίς όμως να χάνει τον Ελληνικό χαρακτήρα της, όπως έχει διαμορφωθεί μέσα από χιλιετίες παράδοσης. Οι ιμπρεσιονιστικοί και μοντερνιστικοί πίνακες του δεν απέχουν ποτέ πολύ από την Βυζαντινή παράδοση εικονογραφίας, όπως την προσάρμοσε ο ίδιος στην σύγχρονη πραγματικότητα.
Το χρονολόγιο της ζωής του, με μια ματιά: 1903. Γεννιέται στο Γαλαξείδι. 1921. Μπαίνει στη Σχολή Καλών Τεχνών. 1929. Κάνει την πρώτη του έκθεση στην αίθουσα τέχνης Στρατηγοπούλου. 1930. Του απονέμεται το Μπενάκειο Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για την αγιογράφηση του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη. 1934. Συμμετέχει στην Μπιενάλε της Βενετίας. 1941. Παντρεύεται την Κική Κωνσταντακοπούλου. 1945. Πρώτη σκηνογραφία για το Εθνικό Θέατρο 1949. Εικονογραφεί το αναγνωστικό της Ε΄ Δημοτικού. 1950. Ιδρύει με τη Ραλλού Μάνου το Ελληνικό Χορόδραμα 1960. Κερδίζει το βραβείο Γκουγκενχάιμ. 1961. Σκηνογραφεί την κινηματογραφικήυποψήφια για Όσκαρ "Ηλέκτρα" του Μιχάλη Κακογιάννη. 1969. Εκδίδει το αυτοβιογραφικό "Φώτα και σκιές". 1975. Μεγάλη αναδρομική στην Εθνική Πινακοθήκη. 1982. Σκηνογραφεί το 146ο και τελευταίο έργο του. 1985. Πεθαίνει στο σπίτι του, κάτω από την Ακρόπολη.
Η Πέγκυ Κουνενάκη γεννήθηκε στα Χανιά της Κρήτης το 1950. Σπούδασε δημοσιογραφία στην Αθήνα και την Αγγλία, όπου και παρακολούθησε σεμινάρια δημιουργικής γραφής και κριτικού λόγου. Στην Αθήνα εργάστηκε στην εφημερίδα "Αυγή" ως πολιτιστική συντάκτης και αργότερα ως υπεύθυνη του πολιτιστικού τμήματος της "Κυριακάτικης Αυγής" (1976-1987). Εργάστηκε ως υπεύθυνη ύλης και πολιτιστικού στο περιοδικό "Ταχυδρόμος" (1980-1993). Στην εφημερίδα "Καθημερινή" συμμετείχε στο πολιτιστικό τμήμα του κυριακάτικου φύλλου και στο ένθετο περιοδικό της "Επταήμερο" (1994-2004). Επίσης, διατήρησε τη στήλη εικαστικής κριτικής για ένα και πλέον χρόνο στην εβδομαδιαία εφημερίδα "Athens Voice" (2003-2004).
Τα τελευταία χρόνια έχει οργανώσει πολλές εικαστικές εκθέσεις και έχει γράψει βιβλία.
Η Παρασκευή Κατημερτζή (1950-2015) γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στη Σχολή Δημοσιογραφίας "Όμηρος" και στη Δημόσια Σχολή Ξεναγών. Μιλώντας άπταιστα αγγλικά, γερμανικά, ισπανικά και γαλλικά, εργάστηκε επί σειρά ετών ως ξεναγός. Η είσοδός της στη δημοσιογραφία έγινε το 1979 στην εφημερίδα "Ελεύθερη Γνώμη". Την επόμενη χρονιά άρχισε να συνεργάζεται με την "Αυγή". Η συνεργασία της με την εφημερίδα "Τα Νέα" ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1980 και διήρκεσε έως τη συνταξιοδότησή της, το 2009. Διαπιστευμένη συντάκτρια στο Υπουργείο Πολιτισμού, ασχολήθηκε με οξύ πνεύμα και ανανεωτική διάθεση με το αρχαιολογικό και το πολιτιστικό ρεπορτάζ, καθώς και με το εικαστικό ρεπορτάζ, το οποίο κάλυψε επί χρόνια. Υπέγραψε μεταξύ άλλων κείμενα για τη Βάσω Κατράκη, τη Nelly’s, τον Γιάννη Κουνέλλη, τον Γιάννη Ψυχοπαίδη, τον Χρήστο Μποκόρο, τον Σπύρο Βασιλείου και άλλους καλλιτέχνες της σειράς μονογραφιών "Σύγχρονοι έλληνες εικαστικοί" που κυκλοφόρησαν από "Τα Νέα". Εξέδωσε έναν τόμο για την "Αρχιτεκτονική της πέτρας" (ΔΟΛ, 2008), καθώς και ημερολόγια αφιερωμένα στην ελληνική φύση. Επίσης, επιμελήθηκε τους τόμους "El Greco: Δομήνικος Θεοτοκόπουλος: Κρήτη - Βενετία - Ρώμη - Ισπανία" (ΔΟΛ, 2007), "Αρχαίες πολιτείες" (ΔΟΛ, 2007), "Ακρόπολη, από τα μνημεία στο Mουσείο" (ΔΟΛ, 2009) κ.ά. Το 2005 τιμήθηκε με το βραβείο δημοσιογραφίας του Ιδρύματος Μπότση. Έφυγε από τη ζωή στην Αθήνα την Πέμπτη 2 Απριλίου 2015, σε ηλικία 64 ετών, μετά από μάχη με τον καρκίνο.