Η προσέλκυση επενδύσεων, ιδιαίτερα των ξένων, αποτελεί σήμερα πολιτική υπόσχεση. Στην Ελλάδα της δεκαετίας του 2020, σε μια χώρα που υποφέρει από έλλειψη επενδύσεων εξαιτίας πολυετούς οικονομικής κρίσης, η ικανότητα ενός πολιτικού προσώπου να πείσει ή να δελεάσει τους μεγάλους επενδυτές, προβάλλεται ως βασικό προσόν, για το οποίο οι ψηφοφόροι καλούνται να το εμπιστευτούν.
Η θέση του βιβλίου είναι ότι η προσέλκυση των επενδύσεων δεν είναι απλώς θέμα ιδεολογίας και ατομικού ταλέντου των πολιτικών ηγετών αλλά μια σύνθετη κοινωνικο-πολιτική διαδικασία. Μέσα από τη συζήτηση σχετικών θεωριών (στα οικονομικά, την πολιτική οικονομία και την κοινωνιολογία) και δύο μελέτες περίπτωσης (τη νομοθεσία περί «Στρατηγικών Επενδύσεων» και την επένδυση της κινεζικής πολυεθνικής cosco στο λιμάνι του Πειραιά), διερευνούμε τα εξής: Ποια είναι τα χαρακτηριστικά όσων διευκολύνουν και όσων επιχειρούν να θέσουν περιορισμούς στις μεγάλες επενδύσεις; Πώς τα διαφορετικά «στρατόπεδα» χρησιμοποιούν τους θεσμούς και την επιστημονική γνώση; Ποιες αξίες επικαλούνται για τη νομιμοποίηση των θέσεών τους;
Στις σελίδες του βιβλίου, οι αναγνώστριες και οι αναγνώστες θα βρουν αναλύσεις για το προφίλ των πολιτικών ηγετών και των τεχνοκρατών που προωθούν τις φιλοεπενδυτικές πολιτικές και τις συμμαχίες τους με τμήματα του επιχειρηματικού κόσμου· για τις τακτικές των γραφειοκρατών, των εργατικών συνδικάτων, των πολιτικών κινημάτων και των μη-κυβερνητικών οργανώσεων που αντιτίθενται στην παροχή «προνομίων» στους μεγάλους επενδυτές· για τους φιλοεπενδυτικούς θεσμούς που δημιουργούνται στα σημεία συνάντησης του κράτους με τους επιχειρηματίες· για την πολιτική χρήση οικονομικών, νομικών και περιβαλλοντικών μελετών· και, τέλος, για την αντιπαράθεση διαφορετικών «δημόσιων αγαθών» –όπως είναι η ανάπτυξη, η προστασία του περιβάλλοντος και η ποιότητα ζωής– γύρω από τις πολιτικές προσέλκυσης των μεγάλων επενδύσεων.