Το δοκίμιο του Μπωντλαίρ για το γέλιο (1855) κυοφορείται μια δεκαετία νωρίτερα και αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερης μελέτης του για τη γελοιογραφία που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Όπως κάθε συγκροτημένη άποψη περί γέλιου, συνδυάζεται με μια θεωρία του κωμικού. Στο εκδικητικό, μοχθηρό και σατανικό γέλιο αντιπαρατίθεται το ποιητικό γέλιο, το σεραφικό μειδίαμα της αθωότητας. Το σύνηθες γέλιο της διαβολικής καταγωγής, σημαδεμένο από το κακό, σημείο της πτώσης από την παραδείσια μακαριότητα. Ο άνθρωπος πεπεισμένος για την ανωτερότητα του έναντι του άλλου, επιχαίρει για τις αδυναμίες του συνανθρώπου του, δαγκώνει και τιμωρεί με το γέλιο του. Γι` αυτό ο Σοφός δε γελά, δεν τον εγγίζει η χυδαιότητα του γέλιου. Εδώ ο Μπωντλαίρ δε λειτουργεί μόνον ως καλλιτέχνης αλλά και ως μοραλίστας. Ανάγοντας το γέλιο στην ευρύτερη σφαίρα του κωμικού, διακρίνει το σύνηθες, διττό, ενδειγματικό κωμικό, και το απόλυτο, ενιαίο και αθώο κωμικό της υψηλής αισθητικής. Το κωμικό εδράζεται στο γελώντα και όχι στο αντικείμενο του γέλιου και για να υφίσταται κωμικό πρέπει να είναι παρόντα δύο πλάσματα: εξαίρεση αποτελεί ο υψηλός καλλιτέχνης που είναι διττός, μονίμως διχασμένος, είναι ταυτόχρονα ο εαυτός του και ο άλλος, τον οποίο μπορεί να περιγελάσει. Αυτό τι απόλυτο κωμικό, το γκροτέσκο, εντοπίζεται λιγότερο στην ορθολογική, καρτεσιανή γαλλική παράδοση και περισσότερο στις χώρες του spleen. Έξοχα δείγματά του προσφέρει η αγγλική παντομίμα ή τα φανταστικά αφηγήματα του Γερμανού Χόφμαν. Εδώ η ηθική διάσταση και η ενοχοποίηση εξαφανίζονται μπροστά στο απόλυτο, αγαθό γέλιο που γειτνιάζει μάλλον με το παιδικό μειδίαμα.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]
O Charles Baudelaire γεννήθηκε στο Παρίσι τον Απρίλιο του 1821. Σε ηλικία έξι χρονών πεθαίνει ο πατέρας του και η μητέρα του ξαναπαντρεύεται τον Jacques Aupick κι αυτό χαλάει την ήρεμη ζωή του. Η οικογένεια μετακομίζει στη Λυών το 1832 και επιστρέφει στο Παρίσι το 1836. Ο Κάρολος παραμένει εσωτερικός στη Λυών στο κολέγιο Louis-le-Grand, από όπου αποβάλλεται για απειθαρχία, αυτό όμως δεν τον εμποδίζει να αποφοιτήσει το 1839. Mόνο η λογοτεχνική εργασία τον ενδιαφέρει. Ο ακράτητος δανδισμός του ανησυχεί την οικογένεια του, που τον στέλνει κοντά σε έμπιστό της καπετάνιο να κάνει τον γύρο του κόσμου, μήπως και συνετισθεί. Μετά τα νησιά Maurice, και Βourbon, διασχίζει τις Ινδίες. Επιστρέφοντας στη Γαλλία, το 1842, συνδέεται με τη Jeanne Duval. Συναντά τους Balzac, Nerval, Theophille Gautier, Theodore de Bauville. Δεν καταφέρνει να εκδώσει τα πρώτα του άρθρα και δημιουργεί τέτοια χρέη, που τον οδηγούν σε καταδίκη το 1844 (σε ηλικία 24 χρόνων) -κάτι που δεν συγχωρεί στη μητέρα του, παρά μόνο μετά το θάνατο του στρατηγού Jacques Aupick το 1857. Δημοσιεύει τα πρώτα του έργα στο "Salon de 1845", "Salon de 1846", - La Fanfarlo- 1847, συνεργάζεται με τα περιοδικά "Τintamarre", "Corsaire-Satan", "Messager", "Monde literaire", "Artiste", με ποιήματα και ποικίλα δοκίμια. Από το 1851 αρχίζει να μεταφράζει Edgar Poe. Το 1857 εκδίδει τα "Άνθη του κακού" όπου έξι από αυτά στηλιτεύονται από τη δικαιοσύνη. Η υγεία του είναι εύθραυστη αλλά η λογοτεχνική του δραστηριότητα μεγάλη. Κατά τη διαμονή του στο Βέλγιο επιδεινώνεται η υγεία του, μαζί με τις ατυχίες του. Στην επιστροφή μαζί με τη μητέρα του στο Παρίσι, πεθαίνει τον Αύγουστο του 1867 σε ηλικία 46 ετών.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
H Ελισάβετ (Λίζυ) Τσιριμώκου γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε φιλοσοφία και φιλολογία στο πανεπιστήμιο Αθηνών (1967-1972) και στη συνέχεια στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης/Paris I, στο Παρίσι (μεταπτυχιακές σπουδές: 1972-1977, διδακτορική διατριβή: 1979, με θέμα: "La mise en scene d’Aristophane dans le theatre grec contemporain" ("Η σκηνοθεσία του Αριστοφάνη στο νεοελληνικό θέατρο") και επιβλέποντα τον Olivier Revault d’Allonnes). Από το 1979-80 δίδαξε θεωρία της λογοτεχνίας και συγκριτική γραμματολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (μεταξύ 1979-80 ως επιμελήτρια, από το 1982 ως λέκτορας του τμήματος Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών/ΒΝΕΣ, από το 1985 ως λέκτορας του τμήματος Φιλολογίας, από το 1987 ως επίκουρη καθηγήτρια, από το 2001 ως αναπληρώτρια καθηγήτρια και στη συνέχεια ως τακτική και, πλέον, ομότιμη καθηγήτρια του τμήματος Φιλολογίας του ΑΠΘ). Τα βιβλία της περιλαμβάνουν τη μελέτη "Λογοτεχνία της πόλης: πόλεις της λογοτεχνίας" (Λωτός, 1988), τον συγκεντρωτικό τόμο δοκιμίων "Εσωτερική ταχύτητα" (Άγρα, 2000), τη σχολιασμένη αλληλογραφία του Γιάννη Ρίτσου με την Καίτη Δρόσου και τον Άρη Αλεξάνδρου ("Τροχιές σε διασταύρωση", Άγρα, 2008). Μεταφράζει κείμενα κριτικά είτε λογοτεχνικά από τα γαλλικά (Charles Baudelaire, "Περί της ουσίας του γέλιου και γενικά περί του κωμικού στις καλές τέχνες", Άγρα, 2000), Georges Bataille, "H αγιοσύνη, ο ερωτισμός και η μοναξιά", Το Ροδακιό, 1993, Georges Perec, "Σκέψη/Ταξινόμηση", Άγρα, 2005). Μελέτες, δοκίμια και άρθρα της φιλοξενούνται σε περιοδικά και πρακτικά συνεδρίων. Έχει ασκήσει κριτική βιβλίου στην εφημερίδα "Τα Νέα" (2008-2014). Σήμερα συνεργάζεται τακτικά ως βιβλιοκριτικός με το ένθετο "Βιβλία" της εφημερίδας "Το Βήμα", καθώς και με έντυπα και ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά ("Εντευκτήριο", "The Books΄ Journal", www.anagnostis.gr, κ.ά.)