Οι τρεις δοκιμές
zoom in
... όταν ο φωτο-γράφος συναντά τον λογο-τέχνη...
Δημοσθένης Βουτυράς

Δημοσθένης Βουτυράς (Συγγραφέας)

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΒΟΥΤΥΡΑΣ (1872-1958) Ο Δημοσθένης Βουτυράς, γιος του συμβολαιογράφου Νικολάου Βουτυρά και της Θεώνης το γένος Παπαδή γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου πέρασε τα πρώτα παιδικά του χρόνια και ο πατέρας του εργαζόταν ως δάσκαλος. Μετά από μερικά χρόνια εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στον Πειραιά, όπου ο πατέρας του διορίστηκε ως συμβολαιογράφος. Εκεί τέλειωσε το Δημοτικό και ξεκίνησε τη φοίτησή του στο Γυμνάσιο, την οποία όμως διέκοψε, καθώς παρουσίασε κρίσεις επιληψίας. Η ιδιαιτερότητά του προκάλεσε την υπερπροστατευτικότητα των γονιών του και έτσι πέρασε τα εφηβικά χρόνια χωρίς στερήσεις. Παρακολούθησε μαθήματα μουσικής, ξιφασκίας, γράφτηκε στη Σχολή Μαχαιριάδη, τα διέκοψε όλα όμως λόγω της ιδιοσυγκρασίας του. Το 1900 πραγματοποίησε την πρώτη του εμφάνιση στο χώρο των γραμμάτων δημοσιεύοντας ένα άρθρο στην καθαρεύουσα στο περιοδικό του Πειραιά Χρονογράφος και ένα στο Περιοδικόν μας του Γεράσιμου Βώκου (με τον οποίο ακολούθησε σταθερή συνεργασία). Γύρω στο 1902 ο πατέρας του εγκατέλειψε την εργασία του και ασχολήθηκε με οικοδομικές επιχειρήσεις. Στο εργοστάσιο σιδηρουργίας που έχτισε εργάστηκε αρχικά και ο Δημοσθένης. Στην περίοδο αυτή τοποθετείται η δημοσίευση του διηγήματος Ο Λαγκάς που έγινε δεκτό με επαινετικά σχόλια από τον Παλαμά και τον Ξενόπουλο (1903). Ακολούθησαν νέες δημοσιεύσεις έργων του σε λογοτεχνικά περιοδικά, μεταξύ άλλων και στα Παναθήναια. Γύρω στο 1904 παντρεύτηκε τη Μπετίνα Φέξη, με την οποία απέκτησε μερικά χρόνια αργότερα δυο κόρες. Η ζωή του άλλαξε δραματικά μετά την οικονομική καταστροφή και την αυτοκτονία του πατέρα του το 1905. Προσπάθησε να αναλάβει τη συνέχιση της επιχείρησης, απέτυχε όμως και την οδήγησε στην ολοκληρωτική πτώχευση. Δυο χρόνια αργότερα μετακόμισε με τη σύζυγό του στο Κουκάκι και στράφηκε στην επαγγελματική πεζογραφία, πουλώντας διηγήματα σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής. Η καταξίωσή του ως πεζογράφου προήλθε αρχικά από τον ελληνισμό της Διασποράς, συγκεκριμένα από την Αλεξάνδρεια. Μετά το 1920 άρχισε να γίνεται γνωστός και στην Αθήνα. Η πορεία του ήταν ανοδική και μέχρι το 1923, οπότε τιμήθηκε με το Αριστείο των γραμμάτων και των Τεχνών, είχαν τυπωθεί ήδη δέκα βιβλία του. Λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής του ανέχειας ασχολήθηκε επίσης με τη συγγραφή σχολικών συγγραμμάτων σε συνεργασία με τον Μ.Παπαμιχαήλ, η προσπάθεια όμως ναυάγησε καθώς το αναγνωστικό της τρίτης δημοτικού που ολοκλήρωσαν καταργήθηκε από τη δικτατορία του Παγκάλου. Συνέχισε να ζει από τη συγγραφή και το 1931 τιμήθηκε με το Αριστείο του Δήμου Πειραιώς. Λίγους μήνες πριν την κήρυξη του πολέμου από την Ιταλία πρόλαβε να γιορτάσει τα σαράντα χρόνια της λογοτεχνικής του δράσης στην ταβέρνα Μπογράκου στην Κυψέλη, όπου σύχναζε. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής τάχθηκε υπέρ της Αντίστασης. Μετά το τέλος του Εμφυλίου, σε ηλικία 80 χρόνων δημοσίευσε το Αργό Ξημέρωμα. Ως το θάνατό του έζησε κατάκοιτος, φτωχός και παραγνωρισμένος από την κρατική εξουσία (η Ακαδημία Αθηνών αρνήθηκε την πρόταση για υποψηφιότητά του σε δυο συνεχείς εκλογές). Πέθανε το 1954. Το πεζογραφικό έργο του Βουτυρά, σχεδόν αποκλειστικά διηγηματικό, εντάσσεται στο πλαίσιο του κοινωνικού ρεαλισμού και οριοθετεί το πέρασμα από την ηθογραφία στην αστική πεζογραφία. Ως μόνιμο θέμα του κυριαρχεί η ζωή των περιθωριακών (λούμπεν) ομάδων της Αθήνας και του Πειραιά. Έχοντας ζήσει κοντά τους ο Βουτυράς περιέγραψε τη ζωή και την ψυχοσύνθεσή τους με έντονα ζοφερά χρώματα και καταθλιπτικό ύφος, παρουσιάζοντας ωστόσο και μια τάση προς την ουτοπία. Παράλληλα απεικόνισε την άρνηση των ομάδων αυτών να ενταχτούν στην οργανωμένη κοινωνία, άρνηση η οποία αποτυπώθηκε και στην άναρχη δομή των έργων του, σε κάποια από τα οποία συναντούμε επίσης στοιχεία μεταφυσικής και επιστημονικής φαντασίας, τα οποία λειτουργούν συμβολικά. Για αναλυτικότερα βιογραφικά στοιχεία του Δημοσθένη Βουτυρά βλ. Βασαρδάνη Βέρα, «Δημοσθένης Βουτυράς», Η παλαιότερη πεζογραφία μας· Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο Ι΄ (1900-1914), σ.280-322. Αθήνα, Σοκόλης, 1997, Ζήρας Αλέξ., «Βουτυράς Δημοσθένης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 2. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1984, Πολιτάρ
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα

Στέλιος Κασιμάτης (Φωτογράφος)

O Στέλιος Kασιμάτης (1920 - 1992) γεννήθηκε στον Πειραιά (Άγ. Bασίλης) από τον Μανώλη και την Ανθή. O πατέρας του ανάπηρος τραυματίας από τους Βαλκανικούς Πολέμους, η μητέρα του νοσοκόμα. Σπούδασε στον Πειραιά. Ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο και το πόλο ως τερματοφύλακας στα εφηβικά του Εθνικού Π. ενώ είχε παίξει λίγες φορές και στην πρώτη ομάδα. Πήγε στη Σχολή Μηχανικών του "Πειραϊκού Συνδέσμου" όπου τελείωσε παίρνοντας αρκετά βραβεία σχεδίασης και τεχνικής επιμέλειας. Στο τέλος πήρε υποτροφία για την Ιταλία αλλά η μητέρα του δεν τον άφησε να πάει. Ένα δύο χρόνια πριν τον πόλεμο προσελήφθη στο Κρατικό Εργοστάσιο Αεροπλάνων στο Χασάνι (Π. Φάληρο) όπου η ικανότητά του ως μηχανικού εκτιμήθηκε πολύ και έτσι από μικρή ηλικία έγινε εργοδηγός, απ΄ όπου κριθείς ως απαραίτητος στο εργοστάσιο παρέμεινε καθ΄ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Στην κατοχή έφυγε από το KEA αρνούμενος να συνεργαστεί με τους Γερμανούς και Ιταλούς κατακτητές και πήγε ως τεχνικός συντήρησης στο Ασκληπιείο της Βούλας. Εκεί οργανώθηκε στον EΛAΣ-EAM της Βούλας όπου έγινε ο Καπετάνιος διοικητής του λόχου της. Πήρε μέρος σε μάχες-σαμποτάζ ενάντια στους κατακτητές. Πολέμησε με το λόχο του στη μάχη της Αθήνας(A΄ Tάγμα EΛAΣ) εναντίον της εγγλέζικης επέμβασης. Συνελήφθη με προδοσία στη Bούλα το 1946 ακολουθώντας την τραγική μοίρα χιλιάδων παρτιζάνων. Στην μετέπειτα πορεία γράφεται ουσιαστικά η μαρτυρική φωτογραφική του διαδρομή. Στην Ικαρία έχει φωτογραφική μηχανή μαζί του και κατόπιν με τη βοήθεια από συγκρατούμενο-συναγωνιστή, παλιό φωτογράφο αρχίζει να εμφανίζει και να εκτυπώνει φιλμ και φωτογραφίες παραγγέλνοντας χαρτιά και χημικά από την Αθήνα, μυστικά. Χρησιμοποιεί τη φωτογραφική του μηχανή ως μεγεθυντήρα και εκτυπώνει πότε με το φως του ήλιου ή της συννεφιάς. Είχε ως αποθηκευτικό χώρο διπλό πάτο στη βαλίτσα του. Κάποια αρνητικά διασώθηκαν. Μετά τη Μακρόνησο, το νοσοκομείο Δαφνί, απ΄ όπου παίρνει και το απολυτήριό του. Άρχισε να φτιάχνει αεροπλανάκια από τενεκέδες και τα πουλούσε για χαρτζιλίκι... Και μετά ξαναφωτογραφίζει. (Tην πρώτη RETINA του ΄50 που ήρθε στην Ελλάδα την είχε ο Στέλιος). Άνοιξε ένα φωτογραφείο στην οδό Eμμ. Μπενάκη. Ακολουθούν φωτογραφικές περιπλανήσεις - αποστολές στην Αθήνα, στον Πειραιά, σε νησιά της Δωδεκανήσου, σε δουλειές της "Αυγής", σε συγκεντρώσεις εργατικές, σε νοσοκομεία, σε σχολεία, σε εργασιακούς χώρους, στις φτωχο-γειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά. Ειδικεύεται σε φωτογραφήσεις παιδιών. Μηχανή ROLLEIFLEX. Τα καλοκαίρια φωτογραφίζει λουόμενους στις παραλίες της Βούλας, της Γλυφάδας, της Βουλιαγμένης, στο Καβούρι. Φωτογράφισε την Μελίνα, την Τζοζεφίν Μπαίκερ, τύπωσε για την Ελένη Βλάχου, τον Κίτσο Τεγόπουλο, για τους Αφούς Αλικιώτη, τον Νίκο Δαμιανό. Παράλληλα δούλεψε στον παράνομο μηχανισμό του KKE. Η κούραση σε συνδυασμό με τις διώξεις που υφίσταται τον κάνουν να μην μπορεί να αξιοποιήσει το ταλέντο του. Φίλοι του ο Θωμάς Νικολέρης, οι Αδελφοί Τσέλιου, ο Βαγγέλης Μπουμπαγατζόγλου, οι Φαρασόπουλοι, ο Καλαβρέντζος, οι Αδελφοί Τσακναρίδη, o Κατσάρης και άλλοι παλιοί συνάδελφοι. Ο Στέλιος Kασιμάτης ασχολήθηκε επίσης με το φιλοτελισμό όπου η μεθοδικότητα και η βαθιά γνώση του αντικειμένου, τον έκανε γνωστό ως μελετητή του γραμματόσημου. Έγραψε πολλά άρθρα και μελέτες στην "Eλληνική Φιλοτέλεια". Οι μελέτες διακρίθηκαν με ελληνικά και ξένα βραβεία. Το μικρόβιο όμως της φωτογραφίας υπάρχει πάντα μέσα του και μέχρι το τέλος της ζωής του. Πέθανε στην Αθήνα το 1992.

Εκδότης:
Τόμος:
1
Δέσιμο:
Μαλακό εξώφυλλο
Σελίδες:
13
Διαστάσεις:
20χ14
Βάρος:
0.102 κιλά

Αξιολογήσεις

Γράψε μια αξιολόγηση