Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
Αποστέλλεται την ίδια ή την επόμενη εργάσιμη
ISBN:
9789603251811
Κατηγορίες:
Έτος κυκλοφορίας
Εκδότης
Σπάνια είναι τα κείμενα που μιλάνε για το θέατρο. Ακόμη σπανιότερα εκείνα που μας βάζουν μονομιάς μπροστά σε αυτό που στο θέατρο είναι σκανδαλώδες, ανήκουστο, είτε μάλιστα αδύνατο. Το δοκίμιο του Kleist "Περί του θεάτρου των μαριονετών" ("Uber das Marionettentheater") είναι αναμφίβολα ένα από αυτά (τα λίγα) - πλάι, για παράδειγμα, στην "ομιλία για ηθοποιούς" του ΄Αμλετ, σε ορισμένες "περιπλανήσεις" ("divagations") του Mallarme, στο "Θέατρο και το είδωλό του" του Artaud, και στην "Παράξενη λέξη τ..." ("L΄ etrange mot d΄...") του Genet.
Εν τούτοις, το δοκίμιο αυτό του Kleist είναι ένα κείμενο περιστασιακό. Ανήκει στα πολυάριθμα κείμενα που έγραψε ο Kleist για τα "Berliner Abendblatter", την ημερήσια εφημερίδα που ίδρυσε με τον Adam Muller στο Βερολίνο το 1810 και που δεν συνέχισε την έκδοσή της παρά για έξι μήνες (από τον Οκτώβριο ως τον Μάρτιο του 1811). Δημοσιεύτηκε σε τέσερις συνέχειες, από τις 12 ως τις 15 Δεκεμβρίου του 1810, σαν τα ανέκδοτα και το αστυνομικό δελτίο που συνήθιζε να συντάσσει ο δημοσιογράφος Kleist. [...]
(από το δοκίμιο του Bernard Dort, "Ένας γύρος του κόσμου", που γράφτηκε ειδικά για την ελληνική έκδοση· απόδοση: Βίκτωρ Αρδίττης)
Η Τζένη Μαστοράκη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1949. Σπούδασε βυζαντινή και μεσαιωνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα με ένα ποίημά της που περιλήφθηκε στην "Αντι-ανθολογία" του Δημήτρη Ιατρόπουλου, το 1971. Την επόμενη χρονιά τα ποιήματά της κίνησαν το ενδιαφέρον του Γιάννη Ρίτσου και της Νανάς Καλλιανέση, και εκδόθηκε από τον "Κέδρο" το πρώτο της βιβλίο, "Διόδια", με τίτλο που επέλεξε ο ποιητής. Έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα τέσσερα βιβλία ποίησης ("Διόδια", 1972, "Το σόι", 1978, "Ιστορίες για τα βαθιά", 1983 και "Μ΄ ένα στεφάνι φως", 1989), με το τελευταίο βιβλίο της, εμπνευσμένο από το έργο του Δ. Σολωμού, να έχει συγκεντρώσει την καθολική, σχεδόν, αποδοχή κριτικής και κοινού και να έχει επαινεθεί, μεταξύ άλλων, για την αριστοτεχνική χρήση της ελληνικής γλώσσας (Γ. Π. Σαββίδης) και της μυθοποιητικής παράδοσης (Δ. Μαρωνίτης). Τα ποιήματά της μεταφράστηκαν σε διάφορες γλώσσες και δημοσιεύθηκαν σε ανθολογίες και περιοδικά. Η διευθύντρια του προγράμματος ελληνικών σπουδών στο Columbia University της Νέας Υόρκης, Karen Van Dyck, αφιερώνει στη Τζένη Μαστοράκη ένα ολόκληρο κεφάλαιο του βιβλίου της "Η Κασσάνδρα και οι λογοκριτές" (1998), θεωρώντας την "μία από τις κορυφαίες ποιήτριες και μεταφράστριες της Ελλάδας". Δεινή μεταφράστρια, η Τζένη Μαστοράκη έχει μεταφράσει συγγραφείς πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους, όπως οι Τζέι-Ντι Σάλιντζερ, Κάρσον ΜακΚάλερς, Ελίας Κανέττι, Χάινριχ Μπελ, Χάινριχ φον Κλάιστ, Καρλ Μαρξ, Κάρλο Γκολντόνι, Έντγκαρ Άλαν Πόε, Άπτον Σίνκλαιρ, Λιούις Κάρολ, Τζόρτζιο Μανγκανέλλι, Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, Χάρολντ Πίντερ, Σάρα Κέην, Μιγέλ δε Θερβάντες, Χάουαρντ Μπάρκερ, Πωλ Σουήζι, Άγκνες Χέλερ, κι ακόμη τον "Πετροτσουλούφη" του Χάινριχ Χόφμαν και παραμύθια των Αδελφών Γκριμ. Το 1989 τιμήθηκε με το Thornton Niven Wilder Prize του Columbia University (Translation Center) για το σύνολο του μεταφραστικού της έργου και το 1992 με το ειδικό βραβείο του ΙΒΒΥ (International Board on Books for Young People) για τη μετάφραση του παιδικού βιβλίου "Ο ταξιδιώτης της αυγής", του Σι-Ες Λιούις (εκδόσεις Kέδρος). Ποιήματά της στα ελληνικά και σε γαλλική μετάφραση, επιλεγμένα από την ίδια, περιλαμβάνονται στο ιστολόγιό της: http://mastorakilfh2007.blogspot.com.
Ε. Χ. Γονατάς (1924-2006). Ο Επαμεινώνδας Γονατάς γεννήθηκε και έζησε στην Αθήνα. Η καταγωγή του ήταν από το Αϊβαλί. Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και άσκησε τη δικηγορία. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1944 με τη δημοσίευση του ποιήματος "Η μικρή εξοχική μας πόλη" στο περιοδικό "Παλμός" με το ψευδώνυμο Ε. Γόνης. Ακολούθησε το 1945 η έκδοση του αφηγήματος "Ο ταξιδιώτης". Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα εξέδωσε τη συλλογή ποιητικών πεζών "Η κρύπτη". Ακολούθησαν αφηγηματικά έργα με έντονα ποιητική γλώσσα. Στη γραφή του διακρίνονται καταβολές στο ρεύμα του υπερρεαλισμού αλλά και στοιχεία ρομαντισμού και αισθητισμού με εξαιρετική επιμέλεια στις λεπτομέρειες της αφήγησης και στην ατμόσφαιρα που δημιουργεί ο λόγος.
Ο Ε.Χ. Γονατάς παραμένει μια ιδιόμορφη όσο και παρασιωπημένη περίπτωση στα γράμματά μας. Το έργο του, που περιλαμβάνει ένα βιβλίο με ποιητικές πρόζες, την "Κρύπτη" (1959) δύο συλλογές πεζογραφημάτων, το "Βάραθρο" (1963) και τις "Αγελάδες" (1963), τρία αυτοτελή πεζογραφήματα, "Ο ταξιδιώτης" (1945), "Ο φιλόξενος καρδινάλιος" (1986), "Η προετοιμασία" (1991) και μεταφράσεις έργων συγγραφέων όπως οι Βολς, Γκολ, Φλωμπέρ, Κόλεριτζ, Πόρτσια, Μπετενκούρ, Λίχτενμπεργκ, κ.ά., αντιμετωπίστηκε με αμηχανία από την κριτική. Πρωτοπόρος του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα, παρόλο που δεν υπήρξε "ορθόδοξος" υπερρεαλιστής με την μπρετονική έννοια, συνεργάστηκε με τον Δ. Π. Παπαδίτσα στην έκδοση του βραχύβιου περιοδικού "Πρώτη Ύλη" (1959) και ανέπτυξε φιλίες με καλλιτέχνες όπως οι Νίκος Εγγονόπουλος, Νίκος Καχτίτσης και Μίλτος Σαχτούρης. Ωστόσο, ο ίδιος κρατήθηκε πεισματικά στην αφάνεια, προκαλώντας μόνον εκ των υστέρων το δικαιολογημένο ενδιαφέρον για το έργο του, όπως, λ.χ. με μια από τις λίγες συνεντεύξεις που έδωσε ποτέ στο περιοδικό "Διαβάζω", τ. 444 (10/2003), καθώς και με το ντοκιμαντέρ "Επισκέψεις στο σπίτι του Ε. Χ. Γονατά", της Εύας Στεφανή (1998), που προβλήθηκε στην ΕΡΤ (παραγωγή της εταιρείας CINETIC).
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ. & CINETIC)
(φωτογραφία: Στέλιος Σκοπελίτης)
Ο Heinrich von Kleist (Χάινριχ φον Κλάιστ) γεννήθηκε στις 18 Οκτωβρίου 1777 στη μικρή πόλη της Φρανκφούρτης-πάνω-στον-Όντερ. Οι γονείς του πέθαναν όταν ο Κλάιστ ήταν ακόμη μικρός και μια θεία του ανέλαβε την ανατροφή του. Το 1788 ο Κλάιστ στάλθηκε σε οικοτροφείο και σε ηλικία 14 ετών κατατάχτηκε στη Φρουρά του Πότσνταμ. Έμεινε στο στρατό μέχρι το 1799. Το 1801 ο Κλάιστ πήγε στο νησί Ντελοζέα στην ελβετική λίμνη Τουν. Εκεί γνώρισε μια σύντομη περίοδο ευτυχίας, αρκετή για να ολοκληρώσει το πρώτο του θεατρικό έργο, "Οικογένεια Γκόνορετς", που στη συνέχεια το έβαλε να διαδραματίζεται στη Γερμανία και του έδωσε τον τίτλο "Οικογένεια Στρόφενσταϊν" (1803). Με τη συγγραφή θεατρικών έργων ασχολήθηκε από το 1803 μέχρι το 1811: "Η οικογένεια Στρόφενσταϊν", 1803, "Η σπασμένη στάμνα", 1806, "Αμφιτρύων", 1807, "Πενθεσίλεια", 1807, "Το Κατερινάκι του Χάιλμπρον", 1807, "Η μάχη του Χέρμαν", 1808, και "Πρίγκιπας Φρειδερίκος του Χόμπουργκ", 1811. Έγραψε διηγήματα και νουβέλες από το 1806 έως το 1811: "Ο σεισμός στη Χιλή", 1807, "Η Μαρκησία του Ο...", 1808, "Μίχαελ Κολχάας", "Η ζητιάνα του Λοκάρνο", 1810, "Ο έκθετος", "Αρραβωνιάσματα στον Άγιο Δομήνικο", "Η Αγία Καικιλία ή η δύναμη της μουσικής" και "Η μονομαχία", 1811. Το 1807 ο Κλάιστ ξεκίνησε ένα μηνιαίο λογοτεχνικό περιοδικό, τον "Φοίβο". Ήταν το όχημα για τη δημοσίευση αποσπασμάτων των έργων του, αλλά μια σειρά από αντιξοότητες ακολούθησε την περίοδο της καλοτυχίας. Παρόλο που ο Γκαίτε συμφώνησε ν΄ ανεβάσει τη "Σπασμένη στάμνα", απέρριψε την "Πενθεσίλεια". Επιπλέον η "Σπασμένη στάμνα" απέτυχε στη σκηνή της Βαϊμάρης, οι σχέσεις μεταξύ Γκαίτε και Κλάιστ έγιναν τεταμένες και ο "Φοίβος" έκλεισε τον Δεκέμβριο του 1808. Την περίοδο κατάθλιψης ακολούθησε ένας ανανεωμένος ενθουσιασμός. Το 1810 εξέδωσε την πρώτη ημερήσια πρωσική εφημερίδα "Berliner Abendblatter", η οποία όμως έκλεισε τον Μάρτιο του 1811. Στην "Berliner Abendblatter" δημοσιεύθηκαν μερικά από τα διηγήματά του όπως το "Η Αγία Καικιλία ή η δύναμη της μουσικής" και σημαντικά δοκίμια, με κυριότερο το "Σχετικά με το θέατρο των μαριονετών", 1810. Το κλείσιμο της εφημερίδας του έδωσε το τελειωτικό χτύπημα. Στράφηκε πάλι στο θέατρο, αλλά κανείς δεν ήταν πρόθυμος ν΄ ανεβάσει έργο του. Τότε έτυχε να συναντήσει τη Χενριέτε Φόγκελ, μια παντρεμένη γυναίκα που έπασχε από ανίατο καρκίνο. Προδίδοντας τη σύζυγό του, Μαρί φον Κλάιστ, που αρνήθηκε μια συμφωνία αυτοκτονίας, ο Κλάιστ στράφηκε στη Φόγκελ που με ενθουσιασμό ασπάστηκε την ιδέα ενός διπλού θανάτου. Ετοίμασαν επιμελώς τις τελικές λεπτομέρειες. Ο Κλάιστ έκαψε τα υπολείμματα των έργων του (μαζί και την αυτοβιογραφική νουβέλα του "Η ιστορία της ψυχής μου", που λέγεται ότι είχε καταπλήξει τους ελάχιστους που τη διάβασαν). Στις 21 Νοεμβρίου του 1811, βγήκαν στην εξοχή και ήπιαν τσάι· εκεί ο Κλάιστ πρώτα πυροβόλησε τη Φόγκελ κι έπειτα τον εαυτό του.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα