Επιχειρώντας κανείς να εξετάσει την κινηματογραφική δραστηριότητα σε μια πόλη όπως το Ηράκλειο, ανακαλύπτει πως, ακόμα και μέσα στα στενά γεωγραφικά όρια μιας επαρχιακής πόλης, πρόκειται για ένα ερευνητικό πεδίο πιο πολύπλευρο απ' ό,τι ίσως αρχικά να περίμενε. Οι τοπικοί διανομείς, η δημιουργία ταινιών από ντόπιους επαγγελματίες κι ερασιτέχνες από ελληνικές και διεθνείς εταιρείες παραγωγής, η κριτική, οι φυσιογνωμίες των κινηματογραφικών επιχειρηματιών, ειδικότητες όπως οι μηχανικοί προβολής κι οι ταξιθέτες/ταξιθέτριες, οι πλανόδιοι κινηματογραφιστές, οι προτιμήσεις του κοινού, σκηνοθέτες, ηθοποιοί ή άλλοι συντελεστές μ' εντόπια καταγωγή, κινηματογραφικές λέσχες, η επίδραση σημαντικών πολιτικών/κοινωνικών γεγονότων στην κινηματογραφική δραστηριότητα, όλα αυτά είναι μόνο μερικά από τα θέματα που ανακύπτουν στη διάρκεια της έρευνας, το καθένα από τα οποία αξίζει ξεχωριστή αναλυτική μελέτη.
Απ' όλα τα παραπάνω πιθανά κι εξίσου ενδιαφέροντα ζητήματα, αυτό το βιβλίο είναι αφιερωμένο στις κινηματογραφικές αίθουσες της πόλης. Στόχος του είναι να καταγράψει τους χώρους κινηματογραφικών προβολών που λειτούργησαν στο Ηράκλειο από καταβολής κινηματογράφου μέχρι σήμερα. Να εντοπίσει τις ανάλογες τοποθεσίες και να παραθέσει όσο το δυνατόν περισσότερα στοιχεία σχετικά με την ιστορία τους, συμπληρώνοντας τη γεωγραφία του αστικού τοπίου με χώρους και πρόσωπα, που συνέβαλαν σημαντικά στη νεότερη πολιτισμική του ταυτότητα. Με το να φέρνει στο επίκεντρο μια αγνοημένη και υποτιμημένη ως σήμερα, ριζικά διαφορετική πτυχή του παρελθόντος, η προσπάθεια καταλήγει στο να προσθέτει μία σημαντική παράμετρο στην ιστορία της πολιτιστικής ζωής της πόλης.
Η έκδοση αυτή έρχεται στον απόηχο μιας από τις μεγαλύτερες υγειονομικές κρίσεις στην ιστορία της ανθρωπότητας, η οποία αποτέλεσε επίσης μία από τις πολλές δοκιμασίες που έχει περάσει η κινηματογραφική αίθουσα στην υπεραιωνόβια ιστορία της. Για μια ακόμη φορά, οι αίθουσες αντιμετωπίζουν ερωτήματα για το νόημα και το μέλλον της ύπαρξής τους, καθώς ο κορωνοιός τις κράτησε κλειστές για μήνες, με τους θεατές αποκλεισμένους στα σπίτια τους. Το αποτέλεσμα ήταν πολλές απ' αυτές να οδηγηθούν σε οριστικό κλείσιμο, επιτρέποντας παράλληλα στην παρακολούθηση ταινιών από τις διαδικτυακές πλατφόρμες (streaming) να προπορευτεί ως κυρίαρχο μέσο οπτικοακουστικής διασκέδασης, ακολουθώντας μια μακρά λίστα προηγούμενων εκφάνσεών της, όπως η τηλεόραση, το βίντεο (VHS), ο ψηφιακός δίσκος (DVD και Blu-ray) και το παράνομο κατέβασμα ταινιών (downloading). Συνεπώς, ένας από τους έμμεσους στόχους αυτού του βιβλίου είναι να χρησιμεύσει ως μια ακόμα υπενθύμιση, ότι η αίθουσα μπορεί να πληγώνεται από τις νέες μορφές οικιακής ψυχαγωγίας που προσφέρει η ασταμάτητα εξελισσόμενη τεχνολογία, αλλά δε χάνεται, ακριβώς επειδή η εμπειρία που προσφέρει παραμένει αναντικατάστατη.
Η συσκότιση το μεγάλο μέγεθος της οθόνης και ο υψηλής έντασης -σήμερα πλέον πολυκάναλος, περιφερειακός- ήχος, καθιστούν την αίθουσα τον ιδανικό χώρο έκθεσης μιας ταινίας, η οποία ταυτόχρονα υποστασιοποιείται κοινωνικά μέσα στην αίθουσα, μετατρέπεται σ' ένα κοινωνικό γεγονός στην καθημερινότητα του θεατή. Όχι δηλαδή ακόμα ένα οπτικό ερέθισμα ανάμεσα σε άλλα, η αντίληψη του οποίου μπορεί να διακοπεί ανά πάσα στιγμή στον μικρόκοσμο του σπιτιού, αλλά ένα γεγονός για το οποίο ο θεατής πρέπει να προετοιμαστεί, να πραγματοποιήσει μια μικρή διαδρομή μέσα στην πόλη και να συνευρεθεί με γνωστούς κι αγνώστους για να συμμετάσχουν μαζί σε μια στιγμή κοινής εμπειρίας, επηρεάζοντας ο ένας τον άλλον στην πρόσληψή της.
Η σημασία των αιθουσών όμως προεκτείνεται κι έξω από την αυστηρά κινηματογραφική λειτουργία τους.
Κλαίρη Μιτσοτάκη (Επιμέλεια)
Γεννήθηκε το 1949 στο Ηράκλειο Κρήτης. Στην Αθήνα από τα γυμνασιακά χρόνια, σπούδασε κλασική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και παρακολούθησε μαθήματα μεσαιωνικής ανθρωπολογίας στην Ecole des Ηautes Etudes στο Παρίσι. Συνεργάτης το περιοδικού "Σύγχρονος Κινηματογράφος", με σύντομη θητεία σε εφημερίδες και στην εκπαίδευση, άσκησε με μεγαλύτερη μονιμότητα το επάγγελμα του μεταφραστή και του υπεύθυνου εκδόσεων. Πεζογραφεί από το 1982. Το θέατρο και η σκηνή απασχολούν σταθερά ένα μέρος της δραστηριότητάς της.
(φωτογραφία: Κώστας Ορδόλης)