Οι Εκδόσεις Άγρα θα εκδώσουν σταδιακά σε 5 μικρούς τόμους τα βιβλία του Μάριου Χάκκα Ο Μπιντές και άλλες ιστορίες, Ο τυφεκιοφόρος του εχθρού, Το κοινόβιο, Θεατρικά κείμενα και Ποιήματα. Κάθε τόμος θα περιέχει ένα επίμετρο από κάποιον πεζογράφο ή δοκιμιογράφο που έχει ασχοληθεί με το έργο του.
ΤΑ ΣΥΝΤΟΜΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ του Μάριου Χάκκα δυστροπούν στην ταξινόμησή τους εδώ ή εκεί. Δεν είναι εύκολο να τα χαρακτηρίσουμε, έτσι όπως απιστούν ηθελημένα, ενίοτε και καγχαστικά, σε κάθε λογής κανόνες. Είτε ως χαϊκού της πεζογραφίας τα προσεγγίσουμε, πάντως, είτε ως μινιατούρες βαθιά σκεπτόμενων αισθημάτων, θα δούμε να τον εξεικονίζουν σαν πεφταστέρι των μεταπολεμικών γραμμάτων μας. Ένα πεφταστέρι υποχρεωμένο να δαπανά την ύλη του, ψυχή και σώμα, για να ’χει να φωτίζει. Έγκαιρα εικονοκλάστης ο Μάριος Χάκκας, λογοτεχνικά και πολιτικά, με τον λόγο του να κατακτά την ωριμότητά του πολύ γρήγορα, ενδεχομένως και απρόοπτα, παραμένει επίκαιρος, ακριβώς επειδή υπήρξε έγκαιρος. Είτε από ένστικτο είτε επειδή εκεί τον οδήγησαν τα διαβάσματά του (στη φυλακή, σημειωτέον, ανέκτησε, το κατά δύναμη, τον χαμένο χρόνο, τον ληστεμένο μάλλον, μελετώντας ξένες γλώσσες, την αγγλική, τη γαλλική, την ιταλική και τη ρωσική), εναρμονίστηκε με πρωτοποριακές διεθνείς λογοτεχνικές αναζητήσεις. Και σίγουρα αυτό προϋπέθετε τη σύγκρουσή του και με τα λογοτεχνικά δόγματα της Αριστεράς, όχι μόνο τα πολιτικά. Η αίρεσή του, η εναντιοδοξία του, υπήρξε ριζική και πλήρης. Το κόστος της, ψυχικό και κοινωνικό, δυσκολευόμαστε και να το εικάσουμε. Για να αποκτήσουμε μια κάποια εικόνα του, πρέπει να φέρουμε στον νου μας πόσο κόστισε σε άλλους λογοτέχνες αριστερών καταβολών η σύνταξη και δημοσίευση μιας καθαρής και ξάστερης αιρετικής γλώσσας. Στον Μιχάλη Κατσαρό και τον Άρη Αλεξάνδρου, λόγου χάρη. Λογοτεχνικούς απογόνους του Καρυωτάκη διακρίνουμε εύκολα – και πολλούς, κάθε βαθμίδας και ύψους. Όχι όμως και του Χάκκα, που με τον Μπιντέ του ειδικά «τράνταξε τους βολεμένους στα πιθάρια των ηρωικών αναμνήσεων», όπως έλεγε ο Στρατής Τσίρκας. Δεν θα μπορούσε να αφήσει απογόνους. Το ύφος του παραμένει αμίμητο, ανεπανάληπτο, επειδή προϋποθέτει διανοητική τόλμη (σχεδόν αυτοδιαλυτική μέσα στη γελοιοποιητική της δριμύτητα) εκδηλωμένη σε πολλά πεδία συγχρόνως, αχώριστα : πολιτικό, ιδεολογικό, φιλολογικό, γλωσσικό, λογοτεχνικό. Επειδή πάντως η αίρεσή του παραμένει ενδοαριστερή ακόμα κι όταν ο ίδιος βρίσκεται πια εκτός των κομματικών ή παραταξιακών τειχών, τη σκυτάλη του μόνο «ομοιοπαθείς» θα μπορούσαν να τη διεκδικήσουν.
ΜΑΡΙΟΣ ΧΑΚΚΑΣ (1931-1972). Ο Μάριος Χάκκας γεννήθηκε στη Μακρακώμη Φθιώτιδας, γιος του Γεωργίου Χάκκα και της Σταυρούλας Καρατσαλή. Τέσσερα χρόνια μετά τη γέννησή του εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην προσφυγική συνοικία της Καισαριανής. Εκεί ο Χάκκας τέλειωσε το Δημοτικό σχολείο (1937-1943) και στη συνέχεια γράφτηκε στο 7ο Γυμνάσιο Παγκρατίου. Τα μαθητικά και εφηβικά του χρόνια σημάδεψαν τα γεγονότα της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου. Το 1950 αποφοίτησε από το γυμνάσιο και υπηρέτησε στο πολιτικό στρατόπεδο της Γυάρου ως σπουδαστής της Σχολής Σαμαρειτών του Ερυθρού Σταυρού. Το 1951 έδωσε εξετάσεις για πρόσληψη στον ΟΤΕ και παρά την επιτυχία του δε διορίστηκε λόγω κοινωνικών φρονημάτων. Την ίδια χρονιά άρχισε να έρχεται σε επαφή με αριστερές οργανώσεις της Καισαριανής και του Βύρωνα και γνωρίστηκε με τη Μαρίκα Κουζηνοπούλου, την οποία παντρεύτηκε το 1961. Το 1952 έγινε μέλος της ΕΔΑ, πήρε μέρος στην ίδρυση του πρώτου πολιτιστικού συλλόγου της Καισαριανής (Φ.Ε.Ν.) και γράφτηκε στο τμήμα πολιτικών επιστημών του Παντείου Πανεπιστημίου. Η πολιτική του δραστηριότητα δεν του επέτρεψε να συνεχίσει τις σπουδές του πέρα από τα δυο πρώτα χρόνια. Το 1954 συλλήφθηκε με το νόμο 509 ως μέλος αριστερής οργάνωσης και καταδικάστηκε σε τετράχρονη κάθειρξη, αρχικά στην Καλαμάτα και στη συνέχεια στην Αίγινα. Στη φυλακή μελέτησε ξένες γλώσσες και στράφηκε στη συγγραφή ποιημάτων και διηγημάτων. Αποφυλακίστηκε το 1958 και υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία ως στρατιώτης γ΄κατηγορίας (μουλαράς). Παράλληλα συνέχισε να ασχολείται με τη συγγραφή. Το 1960 αποστρατεύτηκε και δούλεψε σε εργοστάσιο πλαστικών ειδών, αρχικά ως πλασιέ και στη συνέχεια στο πρατήριο. Μετά το γάμο του μετακόμισε στο Βύρωνα, ενώ παράλληλα η κριτική στάση του απέναντι στο Κόμμα οδήγησε σε ρήξη των σχέσεών του με την Αριστερά. Από το 1964 ως το 1967 διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος Καισαριανής και ενίσχυσε σημαντικά τις δραστηριότητες της Φ.Ε.Ν. Το 1966 κορυφώθηκε η διένεξή του με την Αριστερά και ο Χάκκας στράφηκε προς μια επιχείρηση με κορνίζες και μινιατούρες, από κοινού με το φίλο του Ασημάκη Νηστικούλη. Με την επιβολή της απριλιανής δικτατορίας συλλήφθηκε και κρατήθηκε για ένα μήνα στα κρατητήρια του αστηνομικού τμήματος Παγκρατίου. Από το 1969 άρχισε η περιπέτεια της υγείας του που ξεκίνησε από καρκίνο στα νεφρά και κατέληξε στον πνεύμονα. Τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του ταξίδεψε για εξετάσεις στο Λονδίνο, το Παρίσι, την Ελβετία, το Μιλάνο και τη Γερμανία. Το 1970 ο θίασος Βήματα του Θανάση Παπαγεωργίου ανέβασε το μονόπρακτο έργο του Χάκκα Ενοχή στο θέατρο Φλόριντα. Πέθανε στο Διαγνωστικό Νοσοκομείο Πειραιώς σε ηλικία σαραντα ενός χρόνων. Ο Μάριος Χάκκας ανήκει στη μεταπολεμική γενιά των ελλήνων λογοτεχνών. Η πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία πραγματοποιήθηκε με το Όμορφο καλοκαίρι, συλλογή ποιημάτων γραμμένων στο διάστημα που μεσολάβησε από τη φυλάκισή του ως την πραγματοποίηση της έκδοσης το 1965. Ο ποιητικός λόγος του Χάκκα είναι άμεσος και βιωματικός, κινείται στα πλαίσια της δραματικής γραφής που υιοθέτησαν πολλοί ποιητές της γενιάς του ʽ30 και εκφράζει την επιτακτική ανάγκη του δημιουργού να ξεφύγει από την απάνθρωπη πραγματικότητα που αντικειμενικά βίώνε. Ένα χρόνο αργότερα εξέδωσε την πρώτη του συλλογή διηγημάτων με τίτλο Τυφεκιοφόρος του εχθρού, η οποία ανήκει στην παράδοση του μεταπολεμικού ρεαλισμού με σαφή ιδεολογικό προσανατολισμό και έντονη την παρουσία ιστορικών και βιωματικών στοιχείων. Με τη συλογή Ο μπιντές και άλλες ιστορίες συντελείται μια σαφής στροφή -φυσικό επακόλουθο της ψυχολογικής επίδρασης που άσκησε στο Χάκκα η αρρώστια του αλλά και η ρήξη του με το κομμουνιστικό κόμμα- προς μια ωριμότερη γραφή, αφαιρετική, με επιρροές από το ρεύμα του υπερρεαλισμού στην τραγική διάστασή του και ενδεικτική της αγωνίας του συγγραφέα μπροστά στο θάνατο αλλά και της απογοήτευσής του στη θέαση του μάταιου της ζωής και της ιδεολογίας στο σύγχρονο κόσμο. Στον ίδιο χώρο ανήκει και το τελευταίο του έργο - δεν πρόλαβε να το δει τυπωμένο - Το κοινόβιο, αλλά και τα τρία θεατρικά του μονόπρακτα. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Μάριου Χάκκα βλ. Ζήρας
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα