"Ο κουρέας της Σεβίλλης" θα μπορούσε με έναν τρόπο να είναι ένα αστικό δράμα: Ένας ηλικιωμένος έχει υπό την κηδεμονία του μία πολύ νέα και όμορφη κοπέλα με την οποία είναι ερωτευμένος, και η οποία, φυσικά, τον αρνείται. Ξαφνικά, εμφανίζεται ένας νέος άντρας ο οποίος είναι επίσης ερωτευμένος μαζί της και θέλει οπωσδήποτε να την παντρευτεί, εξού και οργανώνει μια σειρά από πλεκτάνες προκειμένου να τη φέρει στα νερά του.
Επιχείρησα μια προσέγγιση διαφορετική, επειδή, μ' έναν περίεργο τρόπο, το ν' ανεβάζει κανείς κωμωδίες του 17ου και 18ου αιώνα μέσα στην εποχή τους, δημιουργεί έναν φορμαλισμό στείρο, που πιστεύω ότι δεν αναδεικνύει το έργο, ίσως μάλιστα το εμποδίζει. Βεβαίως, υπάρχουν και έργα τα οποία πρέπει να παραμένουν στην εποχή τους, δεν μπορείς, δεν πρέπει να τα εκσυγχρονίσεις - στην προκειμένη περίπτωση, ωστόσο, θέλησα να το κάνω πιο κοντινό, πιο στο καθ' ημάς.
Σ' αυτή την ιστορία της ίντριγκας, οι χαρακτήρες δεν φαίνονται ιδιαίτερα και σίγουρα δεν είναι προικισμένοι με κάποια πνευματικότητα. Είναι άνθρωποι οι οποίοι αντιδρούν μάλλον ενστικτωδώς. Η Ροζίνα, για παράδειγμα. Δεν πρόκειται για μια κοπέλα έξυπνη, μορφωμένη, καλλιεργημένη, αλλά για ένα αφελές θηλυκό, το οποίο προσανατολίζεται από το ένστικτό του.
Βασικά, αυτό το έργο μου δημιουργεί την αίσθηση ότι είναι μια ιστορία αντεκδίκησης ενστίκτων. Το ένστικτο της κατοχής -να κατέχει κάποιος κάτι το οποίο δεν μπορεί να απολαύσει- το ένστικτο του έρωτα.
Κι αν υπάρχει μια εικόνα που θα μπορούσε συνειρμικά να αποδώσει αυτό που έχω κατά νου, θα διάλεγα την παλιά εκείνη διαφήμιση, όπου ένας γέρων κάθεται μ' ένα απίθανο θηλυκό σ' ένα κλαμπ. Ξαφνικά αυτή σηκώνεται, το φόρεμά της ξηλώνεται κι ο νεαρός που κάθεται απέναντι και την κοιτάζει πίσω από τα γυαλιά ηλίου περνάει με νόημα τον αντίχειρα πάνω στα χείλη του. Μ' έναν περίεργο τρόπο αυτή η διαφήμιση μου δίνει ακριβώς την αίσθηση του έργου. (Νίκος Μαστοράκης, από την έκδοση)
Γάλλος δραματουργός (1732-1799), που γεννήθηκε και έζησε όλα τα χρόνια του στο Παρίσι. Υπήρξε καθηγητής μουσικής των θυγατέρων του Λουδοβίκου 15ου και ιδρυτής της Societe des auteurs et compositeurs dramatiques (1777), μέσω της οποίας πέτυχε, με την επικράτηση της Γαλλικής Επανάστασης, την κατοχύρωση για πρώτη φορά των συγγραφικών δικαιωμάτων. Τα κυριότερα έργα του παρουσιάστηκαν στην Comedie-Francaise: "Eugenie", δράμα σε πέντε πράξεις, 1767, "Les Deux Amis, ou le Negociant de Lyon", δράμα σε πέντε πράξεις, 1770, "Tarare", μελόδραμα σε πέντε πράξεις, 1787, "Trilogie de Figaro, ou Le roman de la famille Almaviva": "Le Barbier de Seville ou la Precaution inutile" ("Ο κουρέας της Σεβίλλης"), κωμωδία σε πέντε πράξεις, 1775, πάνω στην οποία βασίστηκε η όπερα του Rossini του 1815, "La Folle journee, ou le Mariage de Figaro" ("Οι γάμοι του Φίγκαρο"), κωμωδία σε πέντε πράξεις, 1785, πάνω στην οποία βασίστηκε η όπερα του Mozart "Le Nozze di Figaro", σε ιταλικό λιμπρέτο του Lorenzo da Ponte, του 1786, "L΄Autre Tartuffe, ou la Mere coupable", ηθικό δράμα σε πέντε πράξεις, 1792, "Memoires", απομνημονεύματα σε φύλλα, 1799.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Ο Θοδωρής Γκόνης γεννηθηκε στην Γκάτζια Ναυπλίας. Είναι απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Πέλου Κατσέλη. Σπούδασε οικονομικά. Εργάζεται στο θέατρο ως ηθοποιός και σκηνοθέτης. Γράφει λόγια για τραγούδια. Έχει εκδώσει τα βιβλία "Ένα τραγούδι για τον Νίκο Γκάτσο", "Τα πορτοκάλια της Παλαιάς Επιδαύρου" κ.ά. Από τον Ιανουάριο του 2000 είναι καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου.
Η Έφη Γιαννοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1967. Σπούδασε στο τμήμα Φιλοσοφίας-Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και αποφοίτησε από το Τμήμα Λογοτεχνικής Μετάφρασης του Γαλλικού Ινστιτούτου. Από το 1993 ασχολείται επαγγελματικά με τη λογοτεχνική μετάφραση από τα γαλλικά, τα ισπανικά και τα αγγλικά. Έχει μεταφράσει, μεταξύ άλλων, Theophile Gautier, Lydie Salvaire, Montesquieu, Beaumarchais, Samuel Beckett, Pierre Bourdieu, Pascale Casanova, Jean Cournut, Javier Marias, Carlos Fuentes, Juan Rulfo, Roberto Bolano, Federico Garcia Lorca κ.ά. Ως μεταφράστρια και επιμελήτρια έχει συνεργαστεί με το Μέγαρο Μουσικής, τη Μπιενάλε της Αθήνας, την Εθνική Πινακοθήκη, το Εθνικό Θέατρο και άλλους φορείς στην έκδοση καταλόγων τέχνης και προγραμμάτων. Για τη μετάφραση του βιβλίου "Κονστάνσια και άλλες ιστορίες για παρθένους" του Κάρλος Φουέντες τιμήθηκε με το Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης ισπανόφωνης λογοτεχνίας του ΕΚΕΜΕΛ. Έχει διδάξει λογοτεχνική μετάφραση στο ΕΚΕΜΕΛ. Ως κριτικός λογοτεχνίας συνεργάστηκε με την εφημερίδα "Καθημερινή" και στη συνέχεια με το Left.gr και με την εφημερίδα "Εποχή". Έλαβε μέρος στη συντακτική ομάδα του περιοδικού "Unfollow". Από τον Νοέμβριο του 2016 συμμετέχει στο ΔΣ του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.