Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
Αποστέλλεται την ίδια ή την επόμενη εργάσιμη
ISBN:
9789601612553
Κατηγορίες:
Έτος κυκλοφορίας
Εκδότης
"Θεέ μου, φαντάζομαι με πόση ανυπομονησία, αρχοντικέ μου αναγνώστη, ή ίσως εσύ απλέ άνθρωπε του λαού, θα περιμένεις την τρίτη εκστρατεία του Δον Κιχώτη, που το γλυκό ψωμί στο στόμα σου δε θα το βάλεις, αν δεν τον δεις σε δημοσιές, σε σύδεντρα και σε σπηλιές να παλεύει με γίγαντες, με ξωτικά, με μάγους και ιππότες, λιοντάρια να νικάει, ώσπου να κάνει ξακουστό σ΄ όλη την οικουμένη το όνομα της Δουλσινέας, της δέσποινας των λογισμών του.
- Και πώς δεν τα είδα εγώ όλα αυτά, Σάντσο! έκανε ο Δον Κιχώτης. Πάλι θα το πω, και θα το πω χίλιες φορές, πως είμαι ο πιο δυστυχισμένος άνθρωπος του κόσμου.
Μεγάλη δύναμη χρειάστηκε να βάλει ο κατεργάρης ο Σάντσος για να κρατήσει τα γέλια ακούγοντας αυτές τις παλαβωμάρες του αφεντικού του, που είχε γελαστεί με τόση τέχνη και πονηριά. Τέλος, αφού είπαν οι δυο τους κάμποσα ακόμη πράγματα, ανέβηκαν πάλι στα ζώα τους, και πήρανε το δρόμο για τη Σαραγόσα, όπου λογάριαζαν να φτάσουν εγκαίρως για να είναι εκεί στις επίσημες γιορτές που γινόντουσαν κάθε χρόνο εκείνη την εποχή σ΄ αυτήν την περίφημη πολιτεία. Όμως, προτού φτάσουν ίσαμ΄ εκεί, τους έτυχαν κάτι πράγματα, τόσο πολλά, τόσο σπουδαία και τόσο πρωτάκουστα..."
Ο Δον Κιχώτης, από τα μεγαλύτερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, το πιο διαδεδομένο μετά τη Βίβλο, παρουσιάζεται εδώ σε μετάφραση Κ. Καρθαίου και Α. Δημητρούκα, σε νέα έκδοση και σε απλό μονοτονικό, καθώς απευθύνεται στο σύγχρονο αναγνώστη και τον προσκαλεί ν΄ ακολουθήσει -εκ του ασφαλούς- τον Μεγάλο Πλανόδιο στους δρόμους της αθανασίας του ή αλλιώς στο δεύτερο μέρος των περιπετειών του. Υγιαίνετε!
Η Αγαθή Δημητρούκα γεννήθηκε το 1958 πλάι στον πληθωρικό Αχελώο, γεγονός που προσέδωσε στο χαρακτήρα και στις πράξεις της κάτι το ορμητικό αλλά όχι βίαιο. Έτσι, το 1974 συνέδεσε τη ζωή της με τον ποιητή Νίκο Γκάτσο και το 1976 άρχισε να γράφει στίχους για τον Μάνο Χατζιδάκι. Ως στιχουργός συνεργάστηκε στη συνέχεια και με νεότερους συνθέτες, ενώ παράλληλα άρχισε να μεταφράζει - από τα ισπανικά- κείμενα για λογοτεχνικά περιοδικά και στίχους τραγουδιών για δίσκους, αλλά για το βιβλίο Στην άλλη ακτή στην άλλη όχθη (Τραγούδια από την παράδοση των Ισπανοεβραίων. Εικόνες: Χρήστος Μαρκίδης, Εκδόσεις Πατάκη, 1995).
Κώστας Καρθαίος (1878-1955). Ο Κώστας Καρθαίος (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Κλέανδρου Λάκωνα) γεννήθηκε στην Αθήνα, γιος του καθηγητή μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Βασιλείου Λάκωνα. Φοίτησε στη Σχολή Ευελπίδων, από όπου αποφοίτησε το 1900 με το βαθμό του αξιωματικού του Πεζικού και συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία και την Αυστρία 1907-1909). Στη συνέχεια ταξίδεψε ανά τη Γερμανία και επισκέφτηκε το Παρίσι και μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα εργάστηκε ως καθηγητής ανωτέρων μαθηματικών και πυροβολικής στο Σχολείο Υπαξιωματικών ως το 1912. Πήρε μέρος στους βαλκανικούς πολέμους και κατά τη διάρκεια του Εθνικού Διχασμού το 1917 εξορίστηκε ως αντιβενιζελικός στη Θήρα και την Κέα. Τη θέση του στο στρατό επανέκτησε το 1920 και αποστρατεύτηκε μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή με το βαθμό του συνταγματάρχη. Κατά τη διάρκεια της αποστρατείας του έφτασε ως το βαθμό του αντιστράτηγου. Η πρώτη εμφάνιση του Κώστα Καρθαίου στο χώρο των γραμμάτων πραγματοποιήθηκε το 1917 με την έκδοση της μετάφρασης της ποιητικής συλλογής του Όσκαρ Ουάιλντ "Η μπαλάντα της φυλακής του Ρέντιγκ". Το 1921 δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο "Τα τραγούδια του νησιού μου" και "Οι κηφισιώτικες μελωδίες". Υπήρξε αρχισυντάκτης του "Νουμά" (1919-1920), θέση από την οποία διαδραμάτισε ουσιαστικό ρόλο στο δημοτικιστικό κίνημα και διευθυντής των "Νεοελληνικών Γραμμάτων" (1935). Συνεργάστηκε επίσης με τα περιοδικά "Πνευματική Ζωή" και "Νέα Εστία". Το 1935 διορίστηκε διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου και στη συνέχεια διευθυντής της δραματικής σχολής του θεάτρου, πρόεδρος της επιτροπής δραματολογίου και της καλλιτεχνικής επιτροπής. Συνεργάστηκε στη σύνταξη του "Εγκυκλοπαιδικού λεξικού" του Ελευθερουδάκη και στη "Γραμματική της Δημοτικής" του Μανώλη Τριανταφυλλίδη. Το ποιητικό έργο του Κώστα Καρθαίου χαρακτηρίζεται από στοχαστική και χαμηλών τόνων λυρική διάθεση. Ιδιαίτερη αξία έχει η πνευματική του προσφορά στο χώρο της μετάφρασης. Μετέφρασε έργα των Σαίξπηρ, Θερβάντες ("Δον Κιχώτης"), Στρίντμπεργκ, Κλάιστ, Χάουπτμαν, Καλντερόν, Λόπε δε Βέγα και άλλων σημαντικών συγγραφέων. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η νηφάλια μετριοπαθής στάση που τήρησε ο Καρθαίος στα πλαίσια της έξαρσης του δημοτικισμού που είχε οδηγήσει σε ακρότητες, στάση που είναι εμφανής στην αισθητική των μεταφράσεών του. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Κώστα Καρθαίου βλ. Άγρας Τέλλος, "Καρθαίος Κ.", "Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια", τ. 13. Αθήνα, Πυρσός, 1933, Αθανασιάδης Τάσος, "Καρθαίος Κώστας", "Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", τ. 8. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ., Μερακλής Μ.Γ., "Κ.Καρθαίος", "Η ελληνική ποίηση· ρομαντικοί - εποχή του Παλαμά - μεταπαλαμικοί· ανθολογία - γραμματολογία", σ. 470. Αθήνα, Σοκόλης, 1977 και χ.σ., "Καρθαίος Κώστας", "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 4. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Γεννήθηκε στην Μαδρίτη το 1547. Θεωρείται ο κορυφαίος "μυθιστοριογράφος" των σύγχρονων εποχών, πατέρας του μυθιστορήματος. Ήταν στρατιωτικός καριέρας και πολέμησε στη ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571), όπου τραυματίστηκε και έκτοτε είχε αναπηρία στο αριστερό χέρι, οπότε αναγκάστηκε "να δοξάσει το άλλο χέρι", όπως έλεγε ο ίδιος. Το 1575 ο Θερβάντες αιχμαλωτίστηκε από Τούρκους κουρσάρους και πουλήθηκε ως σκλάβος στο Αλγέρι. Επιστρέφοντας στην Ισπανία, έζησε δυστυχισμένος, μεταξύ φτώχειας και φυλακής. Το σημαντικότερο έργο του "Ο Δον Κιχώτης", το οποίο έγραψε στα χρόνια 1605-1615, είναι ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματα και αποτελεί σταθμό της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Πέθανε το 1616. Αλλά έργα του είναι: "Η Γαλάτεια" (1585), "Οι παραδειγματικές νουβέλες" (1613), το ποίημα "Το ταξίδι στο Πορνάζο" κ.α.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Ο Γκυστάβ Ντορέ (Στρασβούργο, 1832 - Παρίσι, 1883) ήταν Γάλλος εικαστικός, εικονογράφος και χαράκτης. Ξεκίνησε την καριέρα του ως εικονογράφος σε ηλικία μόλις δεκαπέντε ετών στη σατιρική εφημερίδα "Le Journal pour rire". Στη συνέχεια διακρίθηκε σε διαγωνισμούς εικονογράφησης για εκδόσεις βιβλίων των Ραμπελαί, Μπαλζάκ, Μίλτονα και Δάντη. Το 1853 τού ζητήθηκε να εικονογραφήσει τα έργα του Μπάιρον και στη συνέχεια μια έκδοση της Βίβλου. Το 1856 εικονογράφησε τον "Θρύλο του περιπλανώμενου Ιουδαίου" για ένα σύντομο ποίημα του Πιερ-Ζαν ντε Ρανζέ, εμπνευσμένο από μυθιστόρημα του Οζέν Συ. Τη δεκαετία του 1860 εικονογράφησε τη γαλλική έκδοση του "Δον Κιχώτη". Οι εικονογραφήσεις του ήρωα του Θερβάντες και του ακολούθου του, Σάντσο Πάντσα, έγιναν τόσο διάσημες ώστε επηρέασαν αναγνώστες, καλλιτέχνες, καθώς και θεατρικούς ή κινηματογραφικούς σκηνοθέτες ως προς την όψη των δύο χαρακτήρων. Οι εικονογραφήσεις του της αγγλικής Βίβλου, το 1866, οδήγησαν την επόμενη χρονιά σε μια μεγάλη έκθεσή του στο Λονδίνο. Αυτή οδήγησε στην ίδρυση της Dore Gallery, στη Bond Street. Το 1869, ο Μπλανσάρ Τζέρολντ του πρότεινε να συνεργαστούν για να δημιουργήσουν ένα ολοκληρωμένο πορτρέτο της πόλης του Λονδίνου. O Ντορέ υπέγραψε πενταετές συμβόλαιο με τους εκδότες Grant & Co έναντι ενός υπέρογκου ποσού για την εποχή (£10,000 ανά έτος), με την υποχρέωση της παραμονής του επί τρεις μήνες κάθε χρόνο στο Λονδίνο. Οι ξυλογραφίες και τα χαρακτικά που έκανε γι΄ αυτό το έργο ανήκουν στα σημαντικότερα έργα του. Το βιβλίο "London: A Pilgrimage", με 180 χαρακτικά του, εκδόθηκε τελικά το 1872 και είχε μεγάλη εμπορική απήχηση, αλλά συγκέντρωσε αρνητικές κριτικές στα έντυπα της εποχής. Ορισμένες από αυτές στράφηκαν στο γεγονός ότι ο Ντορέ φαινόταν "να εστιάζει στη φτώχεια ορισμένων τμημάτων του Λονδίνου". Το "The Art Journal" τον κατηγόρησε ότι ότι "περισσότερο επινοούσε παρά απεικόνιζε". Η εφημερίδα "Westminster Review" έγραψε ότι ο Ντορέ μας δίνει σκίτσα με κοινότυπα και εκχυδαϊσμένα εξωτερικά χαρακτηριστικά. Παρά τις αρνητικές κριτικές, ο Ντορέ έλαβε αναθέσεις και από άλλους Βρετανούς εκδότες. Η ύστερη περίοδός του περιλαμβάνει εικονογραφήσεις έργων του Τόμας Χουντ, της "Μπαλλάντας του γέρου ναυτικού" του Σ.Τ. Κόουλριτζ, του "Χαμένου παράδεισου" του Μίλτον, των "Ειδυλλίων του βασιλιά" του Τέννυσον, του "Κορακιού" του Ε. Ά. Πόε, της "Θείας Κωμωδίας" του Δάντη και συνεργασία με την εφημερίδα "The Illustrated London News". Η προσωπική ζωή του Ντορέ ήταν μονήρης: συνέχισε να ζει με τη μητέρα του στο Παρίσι και να εικονογραφεί βιβλία ως το θάνατό του, μετά από σύντομη ασθένεια, στις 23 Ιανουαρίου 1883, σε ηλικία 51 ετών. Ο τάφος του βρίσκεται στο νεκροταφείο Περ Λασέζ του Παρισιού.