Μπουλούκια-μπουλούκια ξεμπούκαρε ο κόσμος από τις παρόδους στην οδό
Πατησίων κουβαλώντας τις πέτρες τους. Οι «επίστρατοι» των συνοικιών οδηγούσαν
κάρα γεμάτα πέτρες με επιγραφές, όπως «Οι Επίστρατοι Θησείου διά το ανάθεμα του
προδότου». Η φιλάσθενη κυρία Γεωργία στηρίχθηκε στο μπράτσο του Μηνά λέγοντας:
«Με το συμπάθιο, κύριε Μηνά, σπρώχνουν και φοβάμαι μην πέσω κάτω». Της
χαμογέλασε. «Μη φοβάστε. Εγώ είμαι εδώ για εσάς. Να πάμε πιο κοντά να δούμε».
Προχώρησαν, πατείς με πατώ σε, και πλησίασαν τον πελώριο λάκκο, τον τόπο του
αναθέματος. Στη μέση ήταν στημένος ένας μεγάλος ογκόλιθος και στην κορυφή του
στηριζόταν αιμόφυρτο κρανίο ταύρου με μακριά γερά κέρατα και η επιγραφή, σε μικρό
μάρμαρο με μοβ μελάνι: Ανάθεμα εις τον προδότην και τους συνενόχους του!
Δίπλα τους κάποιοι φιλονικούσαν.
«Μπα! Τί θέλεις εσύ εδώ; Εσύ δεν είσαι που χτένιζες έως χθες τα γένια του Βενιζέλου;»
«Ναι, αλλά μετανόησα. Τον αποκηρύττω και τον αναθεματίζω».
Τα Νοεμβριανά του 1916, οι αιματηρές συγκρούσεις βενιζελικών και
φιλοβασιλικών, σε ένα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται σαν κινηματογραφική ταινία.