Εξαντλημένο στον εκδοτικό οίκο
ISBN:
9789608718104
Κατηγορίες:
Έτος κυκλοφορίας
Εκδότης
Το λεύκωμα περιλαμβάνει φωτογραφίες της νήσου από τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα (με εξαίρεση τις φωτογραφίες του Παπαχατζιδάκη που είναι τραβηγμένες το 1949), σταχυολογημένες από το φωτογραφικό αρχείο του Μουσείου Μπενάκη και τα αρχεία Borel-Boissonnas. Πέντε φωτογράφοι συμμετέχουν σε αυτή την έκδοση: Έλλη Σεραϊδάρη (Nelly΄s), Fred Boissonnas, Περικλής Παπαχατζιδάκης, Στέφανος Μαλικόπουλος και Έλλη Παπαδημητρίου.
Στις 151 ασπρόμαυρες φωτογραφίες του βιβλίου το κρητικό τοπίο λειτουργεί ως κύριος άξονας· το τοπίο όχι όμως απογυμνωμένο από την ανθρώπινη παρουσία αλλά ως φορέας δόμησης της κοινωνικής, γεωγραφικής και ιστορικής γνώσης.
Ο Κυριάκος Παπαχατζιδάκης ήταν επαγγελματίας φωτογράφος. Οι φωτογραφίες του από τον Νομό Χανίων είναι κυρίως απεικονίσεις του λιμανιού και του φάρου, των βενετικών Νεωρίων, της Χαλέπας, της παραλίας και του κόλπου της Σούδας. Οι εικόνες μοιάζουν να ακολουθούν έναν ήσυχο και ήρεμο ρυθμό ζωής. Τα βαπόρια στο λιμάνι, τα δένδρα στον δημοτικό κήπο, η μικροσκοπική φιγούρα μπροστά στους στρατώνες, οι βάρκες στον κόλπο της Σούδας, όλα διακατέχονται από μια παράξενη οπτική σιωπή, ακόμη και όταν τα αντικείμενα βρίσκονται σε κίνηση. Λες και ο φωτογράφος τα συνέλαβε στην πιο τέλεια στιγμή της ακινησίας τους. Ο Παπαχατζιδάκης ανιχνεύει τους χώρους με ευαισθησία και όλα τα στοιχεία της εικόνας συμμετέχουν ισότιμα στην ανάδειξη μιας απόλυτης ηρεμίας. Μπορούμε να την ονομάσουμε "ερεθιστική ηρεμία" δανειζόμενοι μια φράση του Σεζάν.
Η πρώτη επίσκεψη της Έλλης Σουγιουτζόγλου-Σεραϊδάρη στην Κρήτη πραγματοποιήθηκε το 1927. Εχουν περάσει μόλις τρία χρόνια από τη στιγμή που η φωτογράφος επιστρέφει από τη Γερμανία μεταφέροντας στις αποσκευές της όλα τα ερεθίσματα του φωτογραφικού οργασμού που επικρατούσε εκείνη την εποχή στην Ευρώπη. Η Nelly΄s επιθυμεί να εκφράσει μέσα από τη φωτογραφία την ιδέα της ελληνικότητας και της συνέχειας του ελληνικού πνεύματος και προσπαθεί να τα κοινωνήσει σε παγκόσμια κλίμακα. Το 1927 στο ταξίδι της στην Κρήτη επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στους αρχαιολογικούς χώρους της Κνωσού και της Φαιστού αλλά και σε οτιδήποτε είναι συνδεδεμένο με την αρχαιότητα. Συγχρόνως στο πέρασμά της από την Κεντρική Κρήτη φωτογραφίζει τη γυναίκα στο φούρνισμα, τις καλόγριες στη Μονή Παλιανής ή τον γέροντα χωρικό στη Μονή Αρκαδίου. Σε αυτές τις φωτογραφίες η Nelly΄s κρατά σε κάποια μακρινή απόσταση τους ανθρώπους που φωτογραφίζει. Ας μην ξεχνάμε ότι είναι από τις πρώτες επαφές-γνωριμίες της με τους ανθρώπους της υπαίθρου, έναν κόσμο που, όπως είναι γνωστό, λόγω της καταγωγής της, δεν της ήταν καθόλου οικείος.
Τη νέα δεκαετία του ΄30 που ξεκινά αμέσως μετά ο χάρτης των φωτογραφικών προτιμήσεων μετατοπίζεται σαφέστατα προς μια πιο ανθρωποκεντρική γεωγραφία και αυτό που κυρίως προτάσσεται είναι η αποκάλυψη της αγροτικής υπαίθρου και των ανθρώπων της αλλά και η ανάδειξη της ομορφιάς του φυσικού τοπίου. Η Nelly΄s επιστρέφει στην Κρήτη το 1939 για να φωτογραφίσει με εντολή του υπουργείου Τουρισμού με σκοπό την έκδοση τουριστικών βιβλίων. Παρ΄ όλες τις απογοητεύσεις και τις δυσκολίες, τη διστακτικότητα και τη δυσπιστία που αντιμετωπίζει εκ μέρους των κατοίκων, των σκληρών περιοχών του νησιού, η μικροκαμωμένη Nelly΄s αυτή τη φορά τολμά να πλησιάσει περισσότερο τα αντικείμενά της και να επικοινωνήσει μαζί τους. [...]
Ο Fred Boissonnas υπήρξε ο εμπνευστής των νεότερων ελλήνων φωτογράφων οι οποίοι στην προσπάθειά τους να τον μιμηθούν ακολούθησαν πολλά από τα μονοπάτια που αυτός χάραξε. Είναι βέβαιον ότι ο κοσμοπολίτης Boissonnas χάρισε στην εγκλωβισμένη από "επαρχιωτισμό" ελληνική φωτογραφία κάτι από τον ανεκτίμητο ζωογόνο αέρα του σύγχρονου ευρωπαίου περιηγητή.
Ο Boissonnas το 1911 μαζί με τον συνεργάτη του, φιλόλογο και ελληνιστή, Daniel Baud-Bovy έρχονται στην Ελλάδα και ο Ελευθέριος Βενιζέλος θα τους βοηθήσει να πραγματοποιήσουν τις φωτογραφικές περιπλανήσεις τους στην Κρήτη και στις Κυκλάδες με στόχο την έκδοση φωτογραφικού λευκώματος για την τουριστική προβολή των νησιών.
Στις φωτογραφίες του κυριαρχούν οι ανοιχτοί χώροι (χώροι ανάσας) στους οποίους φαίνεται ότι κινείται με τέτοια άνεση που κάνει τον θεατή ακόμη και όταν δεν γνωρίζει τον χώρο να τον οικειοποιείται γρήγορα. Το λιμάνι στο Ηράκλειο και η αποβάθρα στα Χανιά διακατέχονται από κινητικότητα και ζωντάνια και δίνουν την εντύπωση τόπων αναχώρησης και όχι εγκατάστασης. Η φωτογραφία της οικογένειας Μάντακα στους Λάκκους, από τις πιο εξαιρετικές ανάσες του λευκώματος, έχει μια παλικαριά και μια αμεσότητα μοναδική.
Ο Στέφανος Μαλικόπουλος ήταν πολιτικός μηχανικός και ερασιτέχνης φωτογράφος. Οι φωτογραφίες του δεν παρουσιάζουν κάποιο ιδιαίτερο σημάδι καινοτομίας που να διεκδικεί την προσοχή του θεατή.
Το λεύκωμα συμπληρώνεται από δύο άκρως κατατοπιστικά κείμενα της Ειρήνης Μπουντούρη και του Γιώργη Μανουσάκη τα οποία βοηθούν τον αναγνώστη στην ευκολότερη προσέγγιση του περιεχομένου της έκδοσης.
Μέσα από αυτό το πολυφωνικό υλικό διαφαίνεται η ώσμωση που υπάρχει στο έργο των φωτογράφων και το πιο σημαντικό είναι ότι αυτή η ώσμωση, αυτό το αλισβερίσι επιδράσεων, μεταγγίζεται και στους αποδέκτες αυτού του έργου.
(απόσπασμα από το κείμενο της Νίνας Κασσιανού "Πέντε ματιές στην Κρήτη", στην εφημερίδα "Το Βήμα"/ "Βιβλία", 17.3.2002)
Nelly είναι το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο με το οποίο υπέγραφε τα έργα της η διάσημη Ελληνίδα φωτογράφος Έλλη Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη (Αϊδίνιο 1899 - Αθήνα 1998).
Ο Fred Boissonnas γεννήθηκε στη Γενεύη στις 18 Ιουνίου το 1858. Γιος του Henri - Antoine Boissonnas, ωρολογοποιού και φαρμακοποιού στη Γενεύη, αλλά και σχεδιαστή, ο οποίος ασχολήθηκε τελικά με τη φωτογραφία λόγω οικονομικής κρίσης στην ωρολογοποιία. Το 1960 ο πατέρας του άνοιξε φωτογραφείο στη Γενεύη. Ο Fred, διστάζοντας να επιλέξει μεταξύ πιάνου και αρχιτεκτονικής, αποφάσισε να ασχοληθεί με τη φωτογραφία. Έκανε το γύρο της Ευρώπης για να επισκεφθεί τους μεγάλους φωτογράφους: τον Kohler στο Koblenz και τον Brandseph στη Βουδαπέστη. Το 1880-1887 εργάστηκε στο στούντιο του πατέρα του, ενώ παρακολούθησε μαθήματα. Το 1888 ανέλαβε το στούντιο του πατέρα του μαζί με τον αδερφό του Edmond-Victor, όπου ένα χρόνο μετά παρουσίασαν την ανακάλυψή τους: την ορθοχρωματική πλάκα, με την οποία ο Fred φωτογράφισε το Mont-Blanc χωρίς ρετουσάρισμα. Το 1890 παντρεύτηκε την Augusta Magnin με την οποία απέκτησε 9 παιδιά. Το στούντιό του πηγαίνει πολύ καλά, δουλεύοντας κυρίως πορτραίτα και το 1900 έλαβε μέρος στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού και κέρδισε αρκετά μετάλλια. Το 1901 άνοιξε στούντιο με τον Taponnier στο Παρίσι και άλλο ένα στη Ρεμς. Ένα χρόνο μετά δημιούργησε στούντιο στη Λυών και σε συνεργασία με τον Fritz Eggler άνοιξε κι άλλο στην Αγία Πετρούπολη. Το 1903 ταξίδεψε για πρώτη φορά στην Ελλάδα με τον Daniel Baud-Bovy, πρύτανη της Σχολής Καλών Τεχνών στη Γενεύη. Ακολούθησαν και άλλα ταξίδια στην Ελλάδα με τον ομηριστή Victor Berard για το βιβλίο "Ακολουθώντας το πλοίο του Οδυσσέα". Τον Αύγουστο του 1913, μαζί με τον Daniel Baud-Bovy και τον Χρήστο Κάκκαλο, κατακτάει την κορυφή του Ολύμπου. Το 1923 έκλεισε για οικονομικούς λόγους το στούντιο στην Αγία Πετρούπολη, αργότερα μετακόμισε στο Παρίσι, ταξίδεψε στην Αίγυπτο και το Άγιο Όρος και πέθανε στις 17 Οκτωβρίου το 1946 στη Γενεύη.