Δεν υπάρχει δυνατότητα παραγγελίας
Κατηγορίες:
Εκδότης
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ (1884-1974). Ο Κώστας Βάρναλης γεννήθηκε το 1884 στον Πύργο της Βουλγαρίας (τότε Ανατολικής Ρωμυλίας), όπου βίωσε το κλίμα του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897. Το 1898 τέλειωσε το Ελληνικό Σχολείο και γράφτηκε στα Ζαρίφεια Διδασκαλεία. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του το 1902 και διορίστηκε δάσκαλος στο σχολείο του Πύργου σε ηλικία δεκαοχτώ ετών. Τον ίδιο χρόνο έφυγε για σπουδές στην Αθήνα με υποτροφία του κληροδοτήματος του Νικόλαου Παρασκευά από τη Βάρνα. Φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή και πήρε μέρος στη διαμάχη για το Γλωσσικό Ζήτημα ως υποστηρικτής των δημοτικιστών. Το 1907 συμμετείχε στην ίδρυση του ποιητικού περιοδικού Ηγησώ το οποίο κυκλοφόρησε δέκα τεύχη. Το 1908 αποφοίτησε από τη Φιλοσοφική Σχολή και διορίστηκε ελληνοδιδάσκαλος στην Αμαλιάδα. Από εκεί έστειλε στο περιοδικό Νέα Ζωή της Αλεξάνδρειας το ποίημα Θυσία. Μετά από άρνηση του περιοδικού να το δημοσιεύσει, μέλη της Νέας Ζωής αποχώρησαν και δημιούργησαν το περιοδικό Γράμματα, όπου και δημοσιεύτηκε η Θυσία. Τρία χρόνια αργότερα έγινε σχολάρχης στην Αργαλαστή του Πηλίου και μετά από κατηγορίες εναντίον του για εμπλοκή στην υπόθεση των Αθεϊκών του Βόλου μετατέθηκε στα Μέγαρα. Μετά το δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο, στον οποίο πήρε μέρος με τους «απαλλαγέντας και αγυμνάστους του 1900-1902», φοίτησε στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης του Γληνού και το 1915 διορίστηκε σχολάρχης στην Κερατιά Αττικής. Από το 1910 άρχισε να ασχολείται με τη λογοτεχνική μετάφραση και ως το 1916 ολοκλήρωσε τους Ηρακλείδες του Ευριπίδη, τον Αίαντα του Σοφοκλή, τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα και τον Πειρασμό του Αγίου Αντωνίου του Φλωμπέρ. Το 1916 επιστρατεύτηκε ξανά, αυτή τη φορά στη Λήμνο (είχε προηγηθεί η λήξη της Βουλγαρικής ουδετερότητας). Το 1917 διορίστηκε καθηγητής στο Γυμνάσιο Πειραιά, και το 1919 έφυγε με υποτροφία για μετεκπαίδευση στην αισθητική και τη νεοελληνική φιλολογία στο Παρίσι. Η εκεί παραμονή του σηματοδότησε την ιδεολογική προσχώρησή του στο μαρξιστικό διαλεκτικό υλισμό, καρπός της οποίας στάθηκε το ποίημα Προσκυνητής. Μετά την πτώση της κυβέρνησης Βενιζέλου η υποτροφία του διακόπηκε και ο Βάρναλης επέστρεψε στην Αθήνα, όπου στις αρχές του 1821 διορίστηκε καθηγητής στο Γ΄ Γυμνάσιο του Πειραιά. Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου έγραψε στην Αίγινα Το Φως που καίει, που εξέδωσε ένα χρόνο αργότερα στην Αλεξάνδρεια με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας (δέυτερη αναθεωρημένη έκδοση πραγματοποίησε το 1933). Το 1922 δημοσίευσε επίσης τους Μοιραίους στο περιοδικό Νεολαία και τη Λευτεριά στο περιοδικό Μούσα. Το φθινόπωρο του 1923 μετά από ανάκληση της διακοπής της υποτροφίας του ξαναπήγε στο Παρίσι, όπου έμεινε στο σπίτι του φίλου του χαράκτη Γιάννης Κεφαληνού. Το 1924 γύρισε στην Αθήνα και δίδαξε νεοελληνική λογοτεχνία στην Παιδαγωγική Ακαδημία υπό τη διεύθυνση του Γληνού. Ένα χρόνο αργότερα σημειώθηκε η κριτική διαμάχη του Βάρναλη με τον Γιάννη Αποστολάκη. Ο Βάρναλης δημοσίευσε το δοκίμιο Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική, αντιτιθέμενος στην ιδεαλιστική ποιητική θεωρία που είχε εκφράσει ο Αποστολάκης στο έργο του Η ποίηση στη ζωή μας. Το 1926 παύτηκε από τη θέση του ως καθηγητή της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, αρχικά προσωρινά και στη συνέχεια οριστικά, με αφορμή ένα δημοσίευμα της Εστίας που δημοσίευσε ως παράδειγμα της αντεθνικής δράσης των μεταρρυθμιστών Παιδαγωγών ένα απόσπασμα από Το φως που καίει. Ο Βάρναλης στράφηκε στη δημοσιογραφία και έφυγε για τη Γαλλία ως ανταποκριτής της Προόδου. Το 1927 επέστρεψε στην Αθήνα και τύπωσε τους Σκλάβους Πολιορκημένους. Το 1929 παντρεύτηκε την ποιήτρια Δώρα Μοάτσου. Το 1932 εξέδωσε την Αληθινή απολογία του Σωκράτη . Το 1935 πήρε μέρος ως αντιπρόσωπος των ελλήνων συγγραφέων στο Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων στη Μόσχα μαζί με το Γληνό και μετά από εντολή του Κονδύλη εξορίστηκε στη Μυτιλήνη και τον Άγιο Ευστράτιο. Παρέμεινε πιστός στην ιδεολογία του κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου, το 1856 τιμήθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών και το 1959 τιμήθηκε με το βραβείο Λένιν. Είχαν προηγηθεί μεταξύ άλλων εκδόσεις των έργων του Ζωντανοί άνθρωποι, Το Ημερολόγιο της Πηνελόπης, Ποιητικά, Διχτάτορες, Αισθητικά- Κριτικά (δύ
Δημήτρης Φωτιάδης (1898-1988). Ο Δημήτρης Φωτιάδης, γιος του γαιοκτήμονα και λογοτέχνη Αλέκου Φωτιάδη, γεννήθηκε και πέρασε τα νεανικά του χρόνια στη Σμύρνη. Κατά τη διάρκεια του Μικρασιατικού Πολέμου υπηρέτησε ως εθελοντής και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή έφυγε στην Αθήνα. Εργάστηκε ως υπάλληλος ναυτιλιακού γραφείου στον Πειραιά, ενώ παράλληλα μπήκε στους λογοτεχνικούς και δημοσιογραφικούς κύκλους. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής εργάστηκε ως ανταποκριτής στην Αίγυπτο, το Λονδίνο και τη Μέση Ανατολή. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου διώχτηκε και εξορίστηκε για τα αριστερά πολιτικά του φρονήματα και στη συνέχεια έγινε μέλος της Διοικητικής Επιτροπής στην ΕΔΑ. Από το 1936 και για πέντε χρόνια διηύθυνε το λογοτεχνικό περιοδικό Νεοελληνικά Γράμματα και από το 1945 ως το 1948 τα Ελεύθερα Γράμματα. Στο χώρο της λογοτεχνίας ασχολήθηκε κυρίως με το θέατρο, όπου πρωτοεμφανίστηκε επίσημα το 1931 με το βραβευμένο στον Καλοκαιρίνειο δραματικό διαγωνισμό έργο Μάνια Βιτρόβα, που παραστάθηκε τον επόμενο χρόνο από το Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη. Τον ίδιο χρόνο βραβεύτηκε στο διαγωνισμό της καλλιτεχνικής λέσχης Ατελιέ για το μονόπρακτο θεατρικό του έργο Το μαγεμένο βιολί. Έργα του ανέβηκαν επίσης από τους θιάσους της Μαρίκας Κοτοπούλη και των Ενωμένων Καλλιτεχνών, ενώ ασχολήθηκε επίσης με τη θεατρική μετάφραση, την ιστοριογραφία και το δοκίμιο. Τιμήθηκε με το Μετάλλιο της Εταιρείας Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Σορβόννης (1939) και το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορηματικής Βιογραφίας (1982 για το έργο του Ενθυμήματα). Πέθανε στην Αθήνα. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Δημήτρη Φωτιάδη βλ. Άγρας Τέλλος, «Φωτιάδης Δημήτρης», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια 24. Αθήνα, Πυρσός, 1934 και χ.σ. «Φωτιάδης Δημήτρης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 9β. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Γεννήθηκε γύρω στο 450 π.Χ., ήταν Κυδαθηναιεύς, γιος του Φιλίππου και της Ζηνοδώρας, και ανήκε στην Πανδιονίδα φυλή. Στο σχολείο ο κωμωδιοποιός διδάσκεται Όμηρο και Ησίοδο, μαθαίνει τον Αίσωπο και ακούει για τον Αρχίλοχο και τον Αλκαίο. Όταν ήταν εννιά ετών, διδάσκεται η Αντιγόνη του Σοφοκλή, όταν κλείνει τα δώδεκα έχει τελειώσει ο Παρθενώνας. και όταν ξεσπάει ο πελ/κός πόλεμος του λείπει ένας χρόνος για να κλείσει τα είκοσι. Πρόφτασε τη δόξα του Περικλή και είδε το θάνατό του, το 429. Θεματολογικά στο έργο του Αριστοφάνη κυριαρχεί η πολιτική, η οποία στην κωμωδία εμφανίζεται για πρώτη φορά με τον Κρατίνο. Συντηρητικός ο ίδιος, υπήρξε πολέμιος του δημαγωγού Κλέωνα και την αντίθεσή του τη βρίσκουμε στους Ιππής. Σατίρισε σκληρά τους πολιτικούς, ακόμη και τον Περικλή, τους στρατηγούς όπως το Λάμαχο, και τους ποιητές, όπως τον Ευριπίδη και τον Αισχύλο και δε λησμόνησε τον Σωκράτη. Γνωρίζουμε 44 τίτλους έργων του, οι σωζόμενες όμως κωμωδίες του είναι έντεκα: Αχαρνής, Ιππής, Νεφέλαι, Σφήκες, Ειρήνη, Όρνιθες, Λυσιστράτη, Θεσμοφοριάζουσαι, Βάτραχοι, Εκκλησιάζουσαι, Πλούτος. Πήρε μία πρώτη νίκη στα Διονύσια και τέσσερις στα Λήναια. Πέθανε γύρω στο 385 π.Χ.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Φοίτησε σε σχολεία της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης, και τέλειωσε το γυμνάσιο στον Βόλο. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα. Υπήρξε πολυγραφότατος, μελετητής της ελληνικής ιστορίας από την αρχαιότητα έως την σύγχρονη εποχή.
Υπήρξε από τα ιδρυτικά στελέχη της "Φοιτητικής Συντροφιάς" και του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος - Κομμουνιστικό ή ΣΕΚΕ(Κ) (1920), προκατόχου του ΚΚΕ, και διετέλεσε γενικός γραμματέας του (1920-1924) και διευθυντής του Ριζοσπάστη (1922-1924). Το 1927, αποχώρησε από το ΚΚΕ, επειδή διαφώνησε με τις θέσεις του κόμματος για την Μακεδονία. Συνέχισε ωστόσο να είναι κοντά στο ΚΚΕ, και γι΄ αυτό φυλακίστηκε στα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά.
Αν και αυτοδίδακτος ιστορικός, εντούτοις ήταν πολυγραφότατος. Το βιβλίο του "Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επανάστασης", που κυκλοφόρησε το 1924, ήταν ένα από τα πρώτα δείγματα του "ιστορικού υλισμού" στην Ελλάδα, και προκάλεσε ποικίλες και έντονες αντιδράσεις. Παρόμοιες αντιδράσεις προκάλεσε και το βιβλίο του Ιησούς Χριστός και Χριστιανισμός, μια "κριτική έρευνα", όπως γράφει ο ίδιος, "πάνω στο μεγαλύτερο επαναστατικό κίνημα που συγκλόνισε τον κόσμο, τον χριστιανισμό και το λαϊκό ηγέτη και επαναστάτη Χριστό". Το βιβλίο αυτό, αν και αποτέλεσμα μόχθου 20 ετών, δεν κυκλοφόρησε παρά μόνο μετά τον θάνατό του, καθώς κανένας εκδότης δεν τολμούσε να αναλάβει την έκδοσή του.
Ήταν επίσης μεγάλος γνώστης της Ελληνικής Γραμματείας, αρχαίας και νέας, και ασχολήθηκε επαγγελματικά ως επιμελητής των εκδόσεων της κλασικής Ελληνικής Γραμματείας, που κυκλοφόρησαν από τον οίκο του Ι. Χ. Ζαχαρόπουλου.
Σήμερα, στην γενέτειρά του Ζαγορά, λειτουργεί πολιτιστικός σύλλογος που φέρει το όνομά του, ενώ το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας τον τίμησε δίνοντας το όνομά του σε κεντρικό αμφιθέατρο στο κτίριο Παπαστράτου στον Βόλο.