Πρίαμος: Έκτορα, αγαπημένο μου παιδί, μη στέκεις μόνος σου μπροστά στον Αχιλλέα! Είναι θηρίο ανήμερο, πιο δυνατός απ’ όλους! Τόσους γενναίους γιους μου στέρησε...Μέσα στην πόλη μπες , αγόρι μου, εδώ να μας γλιτώσεις. Σπλαχνίσου με, που αν χαθείς, φριχτό τέλος θα έχω. Όλες τις συμφορές θα δω, τους γιους μου σκοτωμένους, τις νύφες και τις κόρες μου σκλάβες των Αχαιών, τα ανήλικα παιδιά μας πεταμένα στο χώμα… και το άψυχο κορμί μου ντροπιασμένο θα το τραβολογούν σκυλιά – θέαμα πιο θλιβερό δεν έχει από το γέρικο κορμί γυμνό μέσα στη σκόνη.
Η μάνα του, η Εκάβη, κι αυτή θρηνώντας γυμνώνει το στήθος της και το σηκώνει με το χέρι της.
Εκάβη: Έκτορα, αγόρι μου, σεβάσου αυτά που βύζαξες , λυπήσου με! Μέσα απ’ τα τείχη έλα να πολεμήσεις. Αν σε σκοτώσει αυτός, δε θα μπορέσουμε να σε μοιρολογήσουμε σε στρώμα, θα σε πετάξει στα σκυλιά να σε κατασπαράξουν.
Κανείς από τους δυο γονείς δεν άλλαξε τη γνώμη του Έκτορα. Μένει μόνος, έξω απ’ τα τείχη, προσμένοντας τον Αχιλλέα που πλησιάζει απειλητικά.
Ιωάννα Αμπατζή (Εικονογράφος)