Ο συγγραφές, αφού ύφανε σ΄ όλη του τη ζωή, με πικρή και δακρυσμένη κάποτε αγρύπνια, μέσα σε μόνωση αυστηρή το έργο του, φεύγοντας από τον κόσμο αυτό τ΄ αφήνει, όπως ο προφήτης το χιτώνα του, σ΄ εκείνους που τον γνώρισαν και τον αγάπησαν. Εκείνος έφυγε, το έργο απόμεινε. Το έργο είναι πια η μυστηριώδης παρουσία του προσώπου, το πρόσωπο το ίδιο αποκαθαρμένο, στη μύχια ουσία κι αλήθεια του. Έτσι, ανεπαίσθητα και κατά το μέτρο που οι άνθρωποι, εκείνοι που γνώρισαν το φυσικό πρόσωπο, την ένσαρκη ύπαρξη, φεύγουν κι αυτοί απ΄ τον κόσμο, ο άνθρωπος-συγγραφέας χωνεύει μέσα στο έργο του, διαλύεται, αποροφάται και το έργο πια λάμπει σε μορφή συνθεμένη με λόγο και πνεύμα. [...] (Από την εισαγωγή του Κώστα Ε. Τσιρόπουλου)