Προσωρινά μη διαθέσιμο
Καλέστε μας για πληροφορίες
ISBN:
9789608359840
Κατηγορίες:
Έτος κυκλοφορίας
Εκδότης
Ο πρώτος τόμος της ανθολογίας περιλαμβάνει τις ενότητες:
- Πριν και προς τον Σολωμό [Ανώνυμος της Κύπρου, Γεώργιος Χορτάτσης, Βιτσέντζος Κορνάρος, Νικόλαος Μαυροκορδάτος, ..., Αθανάσιος Χριστόπουλος]
- Ο Σολωμός
- Ρομαντισμός [Ιούλιος Τυπάλδος, Γεώργιος Τερτσέτης, Αντώνιος Μανούσος, Ανδρέας Λασκαράτος, ..., Γεράσιμος Μαρκοράς]
- Η εποχή του Παλαμά [Πολύβιος Δημητρακόπουλος, Αντώνης Αναπλιώτης, Γεώργιος Δροσίνης, Νίκος Καμπάς, Ιωάννης Πολέμης, Κώστας Κρυστάλλης, Κώστής Παλαμάς, ..., Στέφανος Δάφνης, Αιμιλία Δάφνη]
- Καβάφης
- Πρωθύστερο [Άγγελος Σικελιανός, Νίκος Καζαντζάκης, Λευτέρης Αλεξίου, Κώστας Βάρναλης, Βασίλης Ρώτας, Όμηρος Μπεκές, Γιάννης Σκαρίμπας]
Κωνσταντίνος Χρηστομάνος (1867-1911) Ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος γεννήθηκε στην Αθήνα, γιος του πανεπιστημιακού Αθανάσιου Χρηστομάνου. Εξαιτίας ενός ατυχήματος που είχε σε παιδική ηλικία έπασχε από κύφωση, ασθένεια που επηρέασε καθοριστικά την ψυχοσύνθεσή του. Φοίτησε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, διέκοψε όμως τις σπουδές του το 1887 και έφυγε για σπουδές Φιλολογίας στη Βιέννη. Το 1891 αναγορεύτηκε διδάκτωρ στο πανεπιστήμιο του Ίνσμπρουκ και διορίστηκε δάσκαλος ελληνικών και συνοδός της αυτοκράτειρας της Αυστρίας Ελισσάβετ, θέση την οποία διατήρησε ως το 1893 συνεχίζοντας παράλληλα τις μελέτες του. Το καλοκαίρι του 1892 ασπάστηκε το καθολικό δόγμα κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής του στη βιβλιοθήκη του Βατικανού και ακολούθησαν πέντε μήνες μοναστικής ζωής (από το Νοέμβριο του 1892 ως το Μάρτιο του 1893) στο Μόντε Κασσίνο. Από το 1895 ως το 1899 παρέμεινε στη Βιέννη, όπου πραγματοποίησε πανεπιστημιακή καριέρα, αρχικά ως λέκτορας της ελληνικής γλώσσας και στη συνέχεια ως καθηγητής στο Ινστιτούτο Ανατολικών Γλωσσών. Έφυγε από τη Βιέννη έχοντας αποκτήσει τον τίτλο του Βαρώνου-Ιππότη του τάγματος του Αγίου Ιωσήφ και δημοσιεύσει δύο έργα στα γερμανικά: την ποιητική συλλογή Orphische Lieder και το δράμα Die graue Frau, και τα δυο έντονα επηρεασμένα από το ρεύμα του συμβολισμού. Λόγος της αναχώρησής του από τη Βιέννη σε μια περίοδο κατά την οποία είχε αρχίσει να γίνεται γνωστός στους εκεί λογοτεχνικούς κύκλους ήταν η δημοσίευση του έργου του Tagebucher. Ο Χρηστομάνος δημοσίευσε το έργο μετά το φόνο της Ελισσάβετ από έναν Ιταλό αναρχικό στη Γενεύη, γεγονός που προκάλεσε τη δυσαρέσκεια της Αυλής και την παραίτησή του από το Πανεπιστήμιο. Ταξίδεψε στη Γαλλία και την Ιταλία και εγκαταστάθηκε το Νοέμβριο του 1901 στην Αθήνα, όπου ίδρυσε τη Νέα Σκηνή, θίασο που συνέβαλε ουσιαστικά στην ανανέωση της ελληνικής σκηνικής πράξης. Οι σημαντικές οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπισε τον ανάγκασαν να παραιτηθεί από την προσπάθειά του το 1905 και να αφοσιωθεί στη συγγραφή. Το 1908 κυκλοφόρησε στα ελληνικά το έργο του για την Ελισσάβετ με τίτλο "Το βιβλίο της αυτοκράτειρας Ελισσάβετ". Σελίδες ημερολογίου με πρόλογο του Μ. Μπαρρές και άρχισε να δημοσιεύει σε συνέχειες το μυθιστόρημα "Η κερένια κούκλα" στην εφημερίδα Πατρίς. Την ίδια χρονιά ο θίασος της Μαρίκας Κοτοπούλη ανέβασε χωρίς επιτυχία το έργο του "Τα τρία φιλιά". Πέθανε στην Αθήνα το 1911.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Γεννήθηκε στην Ζάκυνθο το 1798, από αριστοκρατική οικογένεια. Το 1808 στάλθηκε στην Ιταλία για σπουδές και σπούδασε νομικά. Μετά από δέκα χρόνια επιστρέφει στη Ζάκυνθο με γερή φιλολογική μόρφωση. Εκείνη την εποχή γίνεται δεκτός σε μια φιλολογική οργάνωση όπου αναγνωρίζεται ως στιχουργός. Στο τέλος του 1828 εγκαταλείπει τη Ζάκυνθο και εγκαθίσταται στη Κέρκυρα για να αφοσιωθεί στην ποίηση. Το 1833 ένα σοβαρό οικογενειακό γεγονός τον ταράζει, ο ετεροθαλής αδελφός του δηλώνει στις λιμενικές αρχές την κληρονομιά από τον πατέρα του και τη διεκδικεί. Όλα τα χρόνια που έζησε στην Κέρκυρα δεν έκανε ούτε ένα ταξίδι στην ελευθερωμένη Ελλάδα γιατί, όπως υποστηρίζεται, "δεν εσυνηθούσε να θεατρίζει στο εθνικό του φρόνηματα αλλά μες το άγιο βήμα της ψυχής". Όταν ο Σολωμός γύρισε από την Ιταλία, έφερε μαζί του ποιήματα θρησκευτικού περιεχομένου. Αργότερα δημιουργεί αυτοσχέδια σονέτα και τέλος λυρικά ποιήματα. Το πρώτο εκτενές ποίημα του Σολωμού είναι ο "Ύμνος εις την Ελευθερία" που είναι γραμμένος σε τετράστιχες στροφές. Ο Σολωμός πέθανε το Φεβρουάριο του 1857 από εγκεφαλική συμφόρηση. Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1865 στη Ζάκυνθο και τοποθετήθηκαν στην αρχή σε ένα μικρό μαυσωλείο στον τάφο του Κάλβου. Επίσης χαρακτηριστικό είναι ότι ο Σολωμός ως ποιητής απέκτησε φήμη από τα νεανικά του χρόνια και ότι με το πέρασμα των δεκαετηρίδων το ποιητικό του έργο δεν ξεπεράστηκε.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Ο Βιτσέντζος Κορνάρος έζησε στην Κρήτη το 1553 - 1613. Είναι ο πιθανότερος ποιητής του Ερωτόκριτου. Η οικογένειά του ήταν πολύ πλούσια. Ο Βιτσέντζος ήταν ο μικρότερος από τους πέντε γιούς του Βενετοκρήτου Ιακώβου Κορνάρου. Γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου του 1553 στο χωριό Τραπεζούντα κοντά στην Σητεία. Κατάγεται από τους ευγενείς Κορνάρους της Σητείας. Έμεινε εκεί ώς το 1590, δηλαδή ώς τα τριανταπέντε του χρόνια. Η χρονολογία του γάμου του με την Μαριέτα Zeno είναι άγνωστη και το μόνο που ξέρουμε είναι ότι αυτός ο γάμος έγινε στον Χάνδακα. Η γυναίκα του ήταν από παλιά οικογένεια με μεγάλη κτηματική περιουσία. Από την γυναίκα του απέκτησε δύο κόρες, την Κατερούτσα και την Ελένετα. Μετά τον γάμο του και την μόνιμη πια εγκατάστασή του στην πόλη που γεννήθηκε, από το 1598-1600 έζησε μαζί με τα παιδιά του και την γυναίκα του. Υπάρχουν φήμες ότι ο Κορνάρος εγκαταστάθηκε στον Χάνδακα κοντά στους δύο αδερφούς του, τον Ιωάννη Φραγκίσκο και τον Αντρέα. Πέθανε στον Χάνδακα μετά τις 12 Αυγούστου του 1613 και θάφτηκε στο μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου. Η αιτία του θανάτου του είναι άγνωστη αλλά αν υπολογίσουμε ότι έζησε 35 χρόνια στην Σητεία, θα πρέπει να πέθανε γύρω στα 58 του χρόνια.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Ο Γεώργιος Βιζυηνός (1849-1896) ποιητής και πεζογράφος γεννήθηκε στη Βιζύη της Ανατολικής Θράκης. Όταν τελείωσε το δημοτικό, δούλεψε αρχικά στην Πόλη για τρία χρόνια περίπου σ΄ ένα ραφτάδικο. Το 1867, με τη βοήθεια του Κύπριου εμπόρου Γιάγκου Γεωργιάδη πήγε στην Κύπρο για να γίνει κληρικός και φοίτησε στην Ελληνική Σχολή της Λευκωσίας. Το 1872 συνόδεψε τον επίσκοπο Κύπρου Σωφρόνιο στο Φανάρι για εκκλησιαστικούς λόγους και γράφτηκε ως ιεροσπουδαστής στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Με τη βοήθεια του Φαναριώτη ποιητή Ηλία Τανταλίδη το 1873 τύπωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Ποιητικά. Η συλλογή αυτή συνέβαλε στη γνωριμία του με τον πάμπλουτο Έλληνα Γεώργιο Ζαρίφη που του παρείχε τα οικονομικά μέσα για να ταξιδέψει στην Αθήνα και να γραφτεί στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου. Τον ίδιο χρόνο ο ποιητής κέρδισε στο Βουτσιναίο ποιητικό διαγωνισμό το πρώτο βραβείο με το ποίημα Κόδρος. Μετά την αποφοίτησή του γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Παν/μίου Αθηνών αλλά προτίμησε να συνεχίσει τις σπουδές του στη φιλοσοφία στο Γκαίτιγκεν της Γερμανίας. Εξακολούθησε να γράφει ποιήματα και πήρε το πρώτο βραβείο στο Βουτσιναίο διαγωνισμό με την ποιητική συλλογή "Άραις, Μάραις, Κουκουνάραις" την οποία μετονόμασε σε "Βοσπορίδες Αύραι". Από το Μάιο του 1877 μέχρι τον Αύγουστο του 1878 συνέχισε τις φιλολογικές σπουδές του στη Λιψία, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην ιστορία της φιλοσοφίας, την αισθητική και την ψυχολογία. Το 1880 άρχισε να γράφει τη διδακτορική του διατριβή με θέμα "Το παιχνίδι υπό έποψη ψυχολογική και παιδαγωγική". Το 1883 πήγε στο Λονδίνο όπου άρχισε να γράφει τα διηγήματά του με πρώτο "Το αμάρτημα της μητρός μου". Τα υπόλοιπα είναι: "Μεταξύ Πειραιώς και Νεαπόλεως" (1883), "Ποιος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου" (1883), "Αι συνέπειαι της παλαιάς ιστορίας" (1884), "Πρωτομαγιά" (1884), "Το μόνον της ζωής του ταξείδιον" (1884), "Διατί η μηλιά δεν έγεινε μηλέα" (1885) και "Ο Μοσκώβ Σελήμ". Στο Λονδίνο έγραψε και την επί υφηγεσία διατριβή του με τίτλο: "Η φιλοσοφία του Καλού παρά Πλωτίνω" και εξέδωσε και τη νέα ποιητική συλλογή του "Ατθίδες Αύραι". Το 1884 λόγω του θανάτου του Γ. Ζαρίφη επέστρεψε στην Αθήνα και διορίστηκε καθηγητής στο Γυμνάσιο. Το 1885 ανακηρύχτηκε παμψηφεί υφηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή αλλά λόγω ανταγωνισμών δεν πέτυχε η ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία. Οι φιλολογικοί κύκλοι τον περιφρονούσαν και ξαφνικά χωρίς λόγο απολύθηκε από καθηγητής και για να ζήσει, εργάστηκε ως καθηγητής της Δραματολογίας στο Ωδείο Αθηνών και έγραψε παράλληλα για τον Μπαρτ και τον Χιρστ στο "Λεξικόν Εγκυκλοπαιδικόν". Το 1890 άρχισαν τα συμπτώματα μιας ασθένειας των νεύρων και μετέβη για λουτρά στις κεντρικές Άλπεις της Αυστρίας, όμως η κατάστασή του δεν βελτιώθηκε. Επιστρέφοντας στην Αθήνα γράφει διαρκώς: μια μελέτη για την Ιστορία της Φιλοσοφίας του Zeller και μεταφράσεις γνωστών ευρωπαϊκών μπαλλαντών (βαλλίσματα). Ο συγγραφέας σε ηλικία 40 ετών ερωτεύθηκε σφοδρά ένα δεκατετράχρονο κορίτσι, το οποίο ζήτησε σε γάμο αλλά η πρότασή του απορρίφθηκε από τη μητέρα της. Ακολούθησαν θλιβερά επεισόδια που κατέληξαν στον εγκλεισμό του Βιζυηνού στο Δρομοκαΐτειο Ψυχιατρείο, όπου και πέθανε τον Απρίλιο του 1896.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής (1809 - 1892). Ο Αλέξανδρος Ρίζος-Ραγκαβής γιος του Ιάκωβου Ρίζου-Ραγκαβή γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1809, έζησε όμως από το 1813 ως το 1821 στην Αυλή του Αλεξάνδρου Σούτσου στο Βουκουρέστι και από το 1821 ως το 1825 στη Ρωσία. Πατέρας του ήταν ο Ιάκωβος Ρίζος Ραγκαβής. Από το 1825 ως το 1829 σπούδασε στη στρατιωτική σχολή του Μονάχου με υποτροφία του Βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου του Α΄ και αποφοίτησε με το βαθμό του ανθυπολοχαγού του πυροβολικού. Με το βαθμό αυτό υπηρέτησε για βραχύ χρονικό διάστημα στον ελληνικό στρατό αλλά σύντομα παραιτήθηκε και ασχολήθηκε με την πολιτική. Το 1832 επί κυβερνήσεως Ι.Κωλέττη διορίσθηκε σύμβουλος στο υπουργείο Παιδείας, όπου υπουργός ήταν ο θείος του Ιακωβάκης Ρίζος Νερουλός. Από τη θέση αυτή οργάνωσε τη λειτουργία του πρώτου πανεπιστημίου στο ελεύθερο ελληνικό κράτος, καθώς επίσης της μέσης και ανώτερης εκπαίδευσης . Οργάνωσε επίσης την Αρχαιολογική Εταιρεία, της οποίας ήταν γραμματέας ως το 1850 και την Αρχαιολογική Εφημερίδα, όπου δημοσίευσε διάφορα άρθρα. Το 1837 δημοσίευσε δύο τόμους με Μαθηματικά προβλήματα ένα τόμο με ποιήματα και την τραγωδία Κυρα Φροσύνη. Το 1839 παντρεύτηκε την αγγλίδα Καρολίνα Σκην. Το 1841 έγραψε μαζί με τον Ανδρέα Κορομηλά το εγχειρίδιο Ελληνική Χρηστομάθεια για το ομώνυμο σχολικό μάθημα. Το 1842 διορίστηκε σύμβουλος του Ι.Χρηστίδη, τότε υπουργού Εσωτερικών και από τη θέση αυτή συνέταξε διάφορα νομοσχέδια. Την ίδια χρονιά άρχισε να εκδίδει τη Συλλογή των ελληνικών αρχαιοτήτων. Το 1844 η εφαρμογή του νόμου περί αυτοχθόνων προκάλεσε παύση του από τα υπουργικά του καθήκοντα και ο Ραγκαβής διορίστηκε καθηγητής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο. Το 1845 δημοσίευσε την κωμωδία Του κουτρούλη ο γάμος, η οποία μεταφράστηκε στα γερμανικά και συνοδεύτηκε από μουσική του καθηγητή του παρισινού ωδείου Δανχάουζερ. Το 1847 εξέδωσε το περιοδικό Ευτέρπη μαζί με τον Γρηγ.Καμπούρογλου. Το 1849 ξεκίνησε την έκδοση του περιοδικού Πανδώρα σε συνεργασία με τους Ν.Δραγούμη και Κ.Παπαρρηγόπουλο. Στην Πανδώρα δημοσιεύτηκαν πολλά διηγήματα του Ραγκαβή. Την ίδια εποχή δημοσίευσε σε τόμους τον Αυθέντη του Μωρέως, που μεταφράστηκε στα γερμανικά και γαλλικά. Το 1850 ταξίδεψε στην Αγγλία για οικογενειακούς λόγους. Από το 1853 ως το 1857 και ενώ μαινόταν ο Κριμαϊκός πόλεμος ο Ραγκαβής μαζί με τους Νικόλαο Δραγούμη, Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, Μάρκο Ρενιέρη και Ιωάννη Σούτσο εξέδωσε το γαλλόφωνο περιοδικό Spectateur de l΄ Orient, το οποίο υπηρέτησε τα ελληνικά δίκαια. Το 1855 οργάνωσε τις αρχαιολογικές ανασκαφές στο Ηραίο του Άργους. Κατόπιν επέστρεψε στην Αθήνα και εκλέχτηκε δημοτικός σύμβουλος. Από το 1856 ως το 1859 διετέλεσε υπουργός εξωτερικών της κυβέρνησης του Δ.Βούλγαρη και επιμελήθηκε της ίδρυσης του Ζαππείου μεγάρου, της ανέγερσης του Αστεροσκοπείου Αθηνών και άλλων έργων. Το 1859 παραιτήθηκε. Το 1862 εξέδωσε το πρώτο φύλλο της εφημερίδας Ευνομία και το 1866 δημοσίευσε την Ιστορία της αρχαίας καλλιτεχνίας και το έμμετρο δράμα Οι τριάκοντα τύραννοι. Την ίδια χρονιά αναγορεύτηκε πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1867 διορίστηκε πρεσβευτής της Ελλάδας στην Ουάσιγκτον και το 1868 διορίστηκε πρεσβευτής στο Παρίσι. Από τις θέσεις αυτές ενίσχυσε σημαντικά την κρητική επανάσταση καθώς και το ζήτημα του Λαυρίου . Συμμετείχε επίσης στις διαδικασίες επανέναρξης των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ ελληνικού και τουρκικού κράτους μετά την κρητική επανάσταση . Το 1873 ξεκίνησε την έκδοση των Απάντων του και τη μετάφραση της Ιερουσαλήμ του Τορκουάτο Τάσσο. Το 1874 διορίστηκε πρεσβευτής στο Βερολίνο, όπου εκπροσώπησε την Ελλάδα, μαζί με τον Θ.Δεληγιάννη σε διεθνές συνέδριο μετά τη λήξη του ρωσοτουρκικού πολέμου. Το 1887 αποσύρθηκε από την πολιτική και έμεινε στην Πλάκα, όπου πέθανε το 1892. Εκτός από τους καρπούς της πολιτικής του δράσης ο Αλέξανδρος Ραγκαβής άφησε και σημαντικό λογοτεχνικό και φιλολογικό έργο. Στις πνευματικές επιδράσεις που δέχτηκε συγκαταλέγονται εκείνες του Σέλιγκ και του Τίρς, των οποίων παρακολούθησε μαθήματα στο Μόναχο, καθώς επίσης του ρομαντικού συγγραφέα Διονυσίου Ταγιαπιέρα (ωστόσο ο Ραγκαβής , για λόγους πολιτικής μάλλον, καταδίκασε το
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ (1824-1879) Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης γεννήθηκε στη Λευκάδα το 1824, γιος του επιχειρηματία και γερουσιαστή Ιωάννη Βαλαωρίτη και της Αναστασίας το γένος Τυπάλδου Φορέστη. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο Λύκειο της Λευκάδας (1830-1837), κατόπιν φοίτησε στην Ιόνιο Ακαδημία στην Κέρκυρα (1838-1841) και ταξίδεψε στην Ιταλία και την ελεύθερη Ελλάδα (1841-1842). Ακολούθησαν σπουδές στη Γενεύη (όπου πήρε πτυχίο προλύτη Γραμμάτων και επιστημών από το εκεί κολλέγιο), το Παρίσι (νομικά) και τέλος την Πίζα, όπου ανακηρύχτηκε διδάκτωρ νομικής στο εκεί πανεπιστήμιο. Μεσολάβησε (1846) προσβολή του από τυφώδη πυρετό και επιστροφή στη γενέτειρά του. Ακολούθησαν ταξίδια του στην Ιταλία και την Αυστρία, όπου με κίνδυνο της ζωής του πήρε μέρος σε ενέργειες υπέρ της ελληνικής απελευθέρωσης. Παράλληλα μελέτησε γερμανική φιλοσοφία και το 1847 είχε ήδη τυπώσει την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Στιχουργήματα στην Κέρκυρα. Ακολούθησε μια περίοδος περιπλάνησής του στην Ιταλία, κυρίως στη Βενετία. Εκεί πήρε μέρος σε φοιτητικές κινητοποιήσεις και γνώρισε την κόρη του Αιμιλίου Τυπάλδου Ελοϊσία, την οποία παντρεύτηκε το 1852. Από το γάμο του απέκτησε τρεις κόρες (τη Μαρία, που πέθανε το 1855 σε βρεφική ηλικία, μια δεύτερη, επίσης Μαρία, που πέθανε το 1866 και τη Ναθαλία, που πέθανε το 1875 στη Βενετία) και δύο γιους, το Νάνο και τον Αιμίλιο. Μετά το γάμο του ταξίδεψε στην Ευρώπη για ένα χρόνο και όταν επέστρεψε στη Λευκάδα ενίσχυσε το επαναστατικό κίνημα της Ηπείρου με άντρες και χρήματα, με αποτέλεσμα να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια του τότε άγγλου αρμοστή και να αναγκαστεί να φύγει για την Ιταλία ξανά. Το 1856 πέθανε ο πατέρας του και η μητέρα του. Το 1857 δημοσίευσε τη δεύτερη ποιητική συλλογή του με τίτλο Μνημόσυνα, που τιμήθηκε από τον Όθωνα με τον Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος. Την ίδια χρονιά απέκτησε το δεύτερο γιο του, τον Αιμίλιο και εξελέγη βουλευτής Λευκάδας στην Ιόνιο Βουλή, θέση την οποία κράτησε από το 1857 ως το 1864. Το 1864 επισκέφτηκε την Αθήνα μαζί με τον πρόεδρο της Ιονίου Βουλής και άλλους επιφανείς πολιτικούς και συνέταξε το σχέδιο για το ψήφισμα της Ένωσης. Η εμφάνισή του στην Εθνοσυνέλευση στέφτηκε από μεγάλη επιτυχία. Εκλέχτηκε δυο φορές βουλευτής στην κυβέρνηση Κουμουνδούρου (1865 και 1868), αρνήθηκε όμως να αναλάβει υπουργικά καθήκοντα. Μετά τις εκλογές του 1868, απογοητευμένος από την πολιτική αποσύρθηκε και απομονώθηκε στη Μαδουρή, ένα μικρό νησί κοντά στη Λευκάδα. Εκεί συνέθεσε το ποίημα Διάκος και τον Αστραπόγιαννο, έργα που τύπωσε μαζί το 1867. Κατόπιν πρόσκλησης του πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1871 έγραψε και απήγγειλε με μεγάλη επιτυχία ένα ποίημα για τον Πατριάρχη στην αποκάλυψη του ανδριάντα του. Πέθανε το 1879. Λίγο πριν το θάνατό του έγραψε τα τρία πρώτα άσματα του Φωτεινού, έργου που έμεινε ημιτελές λόγω του θανάτου του. Ο Φωτεινός εντάχθηκε στο δεύτερο συγκεντρωτικό τόμο των έργων του που εκδόθηκαν μετά το θάνατό του, το 1891. Έγραψε επίσης λίγες μεταφράσεις (Η Λίμνη του Λαμαρτίνου, Το τριακοστό τρίτο άσμα της Κόλασης του Δάντη κ.α.) και δημοσίευσε άρθρα πολιτικού και ιστορικού προβληματισμού. Στο έργο του Βαλαωρίτη συναντιέται η γλωσσική τεχνοτροπία της Επτανησιακής Σχολής με εκείνη της Αθηναϊκής. Τα ποιητικά του έργα είναι γραμμένα σε απλή γλώσσα ενώ τα πεζά του στην καθαρεύουσα. Ο επικός χαρακτήρας των έργων του, καθώς επίσης οι αγώνες του για την Πατρίδα, του χάρισαν τον τιμητικό τίτλο του εθνικού ποιητή, ενόσω ακόμη ήταν εν ζωή. Η κριτική διχάστηκε στην περίπτωση του Βαλαωρίτη και ποικίλει από την πλήρη αποδοχή (Παλαμάς, Ροΐδης, Σικελιανός) ως την πλήρη άρνηση (Πολυλάς, Πανάς, Βερναρδάκης). Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη βλ. «Βιοχρονογραφία του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη», Τετράδια Ευθύνης10, 1979, σ.197-200, Γεωργαντά Αθηνά - Σαββίδης Γ.Π., «Αθησαύριστα κείμενα του Βαλαωρίτη ΙΙ (και άγνωστες πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του)», Παλίμψηστον3 (Ηράκλειο), 12/1986, σ.35-53, Γρηγόρης Γεράσιμος, «Χρονικό του βίου και των έργων του», Αριστοτέλης Βαλαωρίτης· Ο αρματολός της Λύρας 1824-1879· Βίος, Έργα, Ανθολογία, Κριτική, Εικόνες, Βιβλιογραφία, σ.15-61. Αθήνα,
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Ανδρέας Λασκαράτος (1811-1901). Ο Ανδρέας Τυπάλδος Λασκαράτος γεννήθηκε το 1811 στην Κεφαλονιά. Η οικογένειά του ανήκε στις παλιές αριστοκρατικές οικογένειες της Επτανήσου. Ο πατέρας του Γεράσιμος καταγόταν από τη Νάπολη και διέθετε μεγάλη περιουσία και πολιτική δύναμη. Πρώτοι δάσκαλοι του Ανδρέα ήταν οι Ευγένιος Διογένης και Σπυρίδων Τρέκας. Σε ηλικία δώδεκα ετών έφυγε για το Αργοστόλι, όπου έμεινε στο σπίτι του θείου του κόντε Δελλαδετσίνα. Εκεί διδάχτηκε την ιταλική και την αρχαία ελληνική γλώσσα από τους Ιάκωβο Βαπτιστή Μπαρτολότσι και το Νεόφυτο Βάμβα αντίστοιχα. Στο Αργοστόλι γνώρισε επίσης το λόρδο Μπάυρον. Εν συνεχεία φοίτησε στη Σχολή του Κάστρου και το 1828 πήγε στην Κέρκυρα όπου μυήθηκε στην ιταλική σάτιρα και λογοτεχνία από το Βιτσέντζο Νανούντσι, ποιητή του Κύκλου του Σολωμού και θιασώτη της απλής γλώσσας. Εκεί γνωρίστηκε επίσης με τον Ανδρέα Κάλβο, του οποίου υπήρξε μαθητής, καθώς και με το Βηλαρά. Καθοριστική ωστόσο στάθηκε η γνωριμία του με το Σολωμό, στον οποίο ο Λασκαράτος υπέβαλε ποιήματα και μεταφράσεις και από τον οποίο ενθαρρύνθηκε να συνεχίσει να γράφει. Σπούδασε νομικά στην Ιόνιο Ακαδημία και εργάστηκε ως βοηθός στη Γραμματεία της Ιονίου Γερουσίας και στο Ειρηνοδικείο Κεφαλληνίας. Το 1836 έφυγε για το Παρίσι, όπου έμεινε ως το 1839, οπότε πήγε στην Πίζα. Εκεί πήρε το δίπλωμα του δικηγόρου, ήρθε σε επαφή με τις φιλελεύθερες ιδέες της εποχής και έγραψε τα πρώτα του ποιήματα. Επέστρεψε στην Κεφαλονιά σε ηλικία 30 ετών και διορίστηκε Πρόεδρος Δικαστής στο Ληξούρι, θέση από την οποία σύντομα παραιτήθηκε. Το 1844 πέθανε ο πατέρας του και ο Ανδρέας ανέλαβε τη διαχείριση της περιουσίας του. Την ίδια περίοδο (1845) ταξίδεψε στην Κρήτη για να γνωρίσει τον λαϊκό πολιτισμό της, επέστρεψε όμως απογοητευμένος, καθώς μπόρεσε να συγκεντρώσει μόνο λίγα τραγούδια , τα οποία δημοσίευσε στο οικογενειακό περιοδικό Λύχνος, το οποίο εξέδωσε το 1859 και ως το 1868, οπότε και έκλεισε, έβγαλε μόνο 49 φύλλα. Στο δρόμο για την Κρήτη πέρασε από την Αθήνα, όπου τύπωσε το έργο του Το Ληξούρι εις του 1836, μίμηση του ποιήματος του Αl. Tassoni La sechia rapitia. Από την Κρήτη επέστρεψε στην Κεφαλονιά και παντρεύτηκε την Πηνελόπη Καργιαλένια, κόρη μεγαλεμπόρου καταγόμενη από το Λιβόρνο, η οποία στάθηκε πιστή σύντροφος και συμπαραστάτιδά του. Το 1850 πήρε μέρος στις εκλογές της Θ΄ Βουλής ως αντίπαλος του κόμματος των φιλελευθέρων, απέτυχε ωστόσο και έφυγε με την οικογένειά του για το Αργοστόλι. Το 1856 δημοσίευσε το έργο Μυστήρια της Κεφαλλονιάς, ήτοι σκέψεις απάνω στην οικογένεια, στη θρησκεία και στην πολιτική, το οποίο κίνησε αντιδράσεις, οδήγησε στον αφορισμό του και έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή του. Έφυγε για τη Ζάκυνθο, αντιμετώπισε ξανά δυσκολίες και κατέφυγε τελικά μόνος στο Λονδίνο. Εκεί διεύρυνε τις γνώσεις του και έγραψε την Απόκριση στον αφορισμό, έργο που εκδόθηκε δώδεκα χρόνια αργότερα. Η αλληλογραφία του με τη σύζυγό του είναι ενδεικτική για την ψυχολογική του κατάσταση εκείνη την περίοδο. Αντιμετώπισε και νέες αντιδράσεις, συνέχισε ωστόσο να τυπώνει έργα του από την Αθήνα, την Κεφαλονιά, τη Ζάκυνθο και την Κέρκυρα, ώσπου κατηγορήθηκε για συκοφαντία του ιδεολογικού του αντιπάλου και μέλους της επίσημης εκκλησίας Λομβάρδου και φυλακίστηκε για τέσσερις μήνες. Νέες αντιδράσεις προκάλεσε το ποίημά του Νανάρισμα για τον τότε διάδοχο του θρόνου. Το περιοδικό του Λύχνος έκλεισε και ο ίδιος κινδύνεψε ξανά να φυλακιστεί, γλίτωσε όμως κατόπιν επιστολής του στο Βασιλιά. Το 1864 δημοσίευσε μια Στιχουργική της γραικικής γλώσσας, μετέφρασε δύο βίους αγίων από τα αγγλικά και μετά τον μεγάλο σεισμό του 1867 έγραψε το Ιστορικό των σεισμών. Την έκδοση της Απόκρισης στον Αφορισμό, ακολούθησε νέα δίκη, αυτή τη φορά όμως ο Λασκαράτος αθωώθηκε. Αμέσως μετά δημοσίευσε το έργο Η δίκη μου με τη Σύνοδο. Λόγω οικονομικών δυσκολιών επιχείρησε να ιδρύσει ένα ιδιωτικό Παρθεναγωγείο σε συνεργασία με τη σύζυγό του, προσπάθεια που απέτυχε. Το 1872 εκδόθηκαν τα Στιχουργήματα και από το 1873 ως το 1876 σειρά φυλλαδίων με τίτλο Η κοινωνική μας κατάσταση. Την περίοδο εκείνη ήταν ήδη γνωστός στο χώρο του ελεύθερου ελληνικού κράτους και στον κύκλο του Παλαμά. Το 1873 ανακηρύχτηκε επίτιμο μέλος του συλλόγου Βύρων και το 1877 του Παρνασσού. Το 1878 έγραψε το δοκίμιο Η τέχνη του δημηγορείν και του συγγράφειν και το 1879 το Ιδού ο άνθρωπος , το οποίο εξέδωσε το 1886 μαζί με μια συλλογή από χαρακτήρες στα πρότυπα του Θεόφραστου και του La Bruyere. Το 1884 δημοσίευσε το φυλλάδιο Περί γλώσσης και το 1889 το Γλώσσα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του συμπλήρωσε το έργο Ήθη, έθιμα και δοξασίες της Κεφαλονιάς που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του και συνέχισε να γράφει ποιήματα, λυρικά και σατιρικά. Στα 1894 - 1896 επιχείρησε μια επανέκδοση του Λύχνου. Λίγο πριν το θάνατό του με εισήγηση του νέου Δεσπότη Κεφαλληνίας Γερ.Δοριζα άρθηκε ο αφορισμός του. Πέθανε το 1901 στο Αργοστόλι. Στο έργο του Λασκαράτου κυριαρχεί πνεύμα φιλελεύθερο, κριτικό, δηκτικό και το ύφος του συχνά γίνεται έντονα καυστικό. Συνεπής στους λόγους και τα έργα του διώχτηκε για την ελευθεροστομία του, δεν έχασε ποτέ όμως τη μαχητικότητά του. Οι ιστορικοί της λογοτεχνίας τον χαρακτήρισαν ως τον κυριότερο σύνδεσμο ανάμεσα στην Επτανησιακή και την Α΄ Αθηναϊκή Σχολή. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ανδρέα Λασκαράτου βλ. Άγρας Τέλλος, «Λασκαράτος Ανδρέας», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια. Αθήνα, Πυρσός, 1931, Αλισανδράτος Γ.Γ., «Ανδρέας Λασκαράτος», Η παλαιότερη πεζογραφική μας παράδοση· Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο Ε΄· 1830-1880, σ.278-303. Αθήνα, Σοκόλης, 1996, Κωστίου Κατερίνα, «Λασκαράτος Ανδρέας», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986, Παπαγεωργίου Αλέκος Γ., «Λασκαράτος - Τυπάλδος Ανδρέας», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 9. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και Παπαγεωργίου Αλέκος Γ., «Σύντομο χρονολογικό διάγραμμα της ζωής του Α.Λασκαράτου», Νέα Εστία 70, ετ.ΛΕ΄, Χριστούγεννα 1971, αρ.827, σ.134-139.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Γεώργιος Δροσίνης (1859-1911). Ο Γεώργιος Δροσίνης καταγόταν από οικογένεια αγωνιστών του Μεσολογγίου και γεννήθηκε στην Αθήνα. Τις εγκύκλιες σπουδές του παρακολούθησε στη Βαρβάκειο Σχολή και το Λύκειο Σουρμελή. Σπούδασε Νομική και, με σύσταση του Νικολάου Πολίτη, Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και Ιστορία Καλών Τεχνών και ξένης φιλολογίας στη Γερμανία (Λειψία, Δρέσδη, Βερολίνο 1885-1888). Επέστρεψε στην Αθήνα και από το 1889 ως το 1897 υπήρξε διευθυντής του περιοδικού της Εστίας, που ο ίδιος μετέτρεψε σε εφημερίδα το 1894. Την ίδια περίοδο διηύθυνε επίσης τα περιοδικά Εθνική Αγωγή και Μελέτη (που ίδρυσε επίσης). Το 1899 μαζί με τον Δημήτριο Βικέλα ίδρυσαν το Σύλλογο προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων, όπου εξέδωσε λογοτεχνικά έργα, λαογραφικές και άλλες μελέτες. Το 1901 ίδρυσε τις σχολικές βιβλιοθήκες και το 1908 το εκπαιδευτικό μουσείο. Συνέβαλε επίσης στην ανέγερση του Οίκου Τυφλών και της Σεβαστοπούλειας Επαγγελματικής Σχολής, του Α΄ Εκπαιδευτικού Συνεδρίου του 1907 και της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρίας (1908). Από το 1914 και ως το 1923 διετέλεσε τμηματάρχης του υπουργείου Παιδείας με ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, ενώ υπήρξε επίσης μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από το έτος ίδρυσής της (1926). Από το 1922 διηύθυνε το Ημερολόγιο της Μεγάλης Ελλάδος, ενώ. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1879 με ποιήματά του στο περιοδικό Ραμπαγάς. Στην πρώτη φάση της λογοτεχνικής παραγωγής του ανήκουν οι συλλογές Ιστοί αράχνης (1880) και Σταλακτίται (1881), με τις οποίες εντάχτηκε στους νεωτεριστές ποιητές που απομακρύνθηκαν από το πομπώδες ύφος των αθηναίων ρομαντικών της Α΄ Αθηναϊκής Σχολής. Με τις συλλογές Ειδύλλια (1884) και Γαλήνη (1902) προσχώρησε στη γενιά του 1880, ενώ συνέχισε να δημοσιεύει ποιήματα ως το 1930 με τη συλλογή Βραδιάζει, καθώς επίσης διηγήματα και μυθιστορήματα. Πέθανε στην Κηφισιά το 1951. Ο Γεώργιος Δροσίνης εντάσσεται στους ποιητές της νέας Αθηναϊκής Σχολής, κυρίως λόγω της δημοτικής γλώσσας και της απλότητας της έκφρασης της ποίησής του, καθώς και των επιρροών που δέχτηκε από τους παρνασσιστές γάλλους ποιητές και την παρνασσική ποίηση του Παλαμά. Στην πεζογραφία του επηρεασμένος από τον Εμμανουήλ Ροΐδη, το Νικόλαο Πολίτη και τον ΄Άγγελο Βλάχο, αλλά και από τις σπουδές του στη Γερμανία (υπήρξε δια βίου θαυμαστής των Schiller, Wagner και Goethe), επέλεξε συχνά θέματα από τη ζωή στην ελληνική επαρχία προτάσσοντας μια ειδυλλιακή αντιμετώπισή της. Τοποθετείται έτσι στην πρώτη φάση της ηθογραφικής πεζογραφίας στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Γεώργιου Δροσίνη βλ. Αγγελάτος Δημήτρης, «Δροσίνης Γεώργιος», Παγκόσμιιο Βιογραφικό Λεξικό 3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985, Κατσή - Χρυσογέλου ΄Αννα, «Γεώργιος Δροσίνης» , Η παλαιότερη πεζογραφία μας·Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοΖ΄ (1880-1900). Αθήνα Σοκόλης, 1997, Μαυροειδή - Παπαδάκη Σοφία, «Δροσίνης Γεώργιος», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 6. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και Μερακλής Μ.Γ., «Γεώργιος Δροσίνης», Η ελληνική ποίηση· Ρομαντικοί - Εποχή του Παλαμά - Μεταπαλαμικοί· Ανθολογία - Γραμματολογία, σ.304-307. Αθήνα, Σοκόλης, 1977.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.)
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Ο Αριστομένης Προβελέγγιος γεννήθηκε στη Σίφνο και σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας, καθώς και στα πανεπιστήμια του Μονάχου, της Λειψίας και της Ιένας, όπου αναγορεύτηκε και διδάκτωρ Φιλολογίας και Ιστορίας της Τέχνης. Διετέλεσε γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών (1891-1892) και βουλευτής Μήλου από το 1899 ως το 1905. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του έζησε αποσυρμένος στη γενέτειρά του. Το 1926 εκλέχτηκε πρόσεδρο μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Τα λογοτεχνικά είδη με τα οποία ασχολήθηκε είναι η ποίηση και το θέατρο. Τα ποιήματά του είναι λυρικά και επικολυρικά. Κατά τη διάρκεια των αθηναϊκών σπουδών του βραβεύτηκε στον ποιητικό διαγωνισμό του Πανεπιστημίου Αθηνών (1871) με το ποίημα Θησεύς και δημοσίευσε ποιήματα σε λογοτεχνικά περιοδικά και ημερολόγια. Ακολούθησαν δυο ακόμη συλλογές του στην Αθήνα, που συναποτελούν μαζί με τον Θησέα την επικολυρική φάση της ποίησής του. Το 1881 επέστρεψε από τη Γερμανία στην Αθήνα. Από το 1898 ξεκινά τυπικά η δεύτερη φάση της ποίησής του, με πρώτο σταθμό τη συλλογή Παλαιά και νέα, όπου εισήγαγε μια νέα γλωσσική έκφραση, μείγμα καθαρεύουσας και δημοτικής, καθώς και μια λυρικότερη θεματολογία. Ως ορόσημο στην αλλαγή των γλωσσικών του πεποιθήσεων θεωρήθηκε η επαφή του με το Νικόλαο Πολίτη και τον Εμμανουήλ Ροΐδη στα 1890 στην επιτροπή του Φιλαδέλφειου διαγωνισμού, όπου ο Προβελέγγιος ήταν επίσης μέλος. Για το θέατρο έγραψε δράματα και τραγωδίες, νεοκλασικιστικής τεχνοτροπίας. Από τα θεατρικά του έργα παραστάθηκαν ο Ρήγας η Φαίδρα η Ιόλη και η Επιστροφή του ασώτου ενώ ο Νικηφόρος Φωκάς βραβεύτηκε το 1915 στον Αβερώφειο διαγωνισμό. Το 1888 μετέφρασε το Faust του Goethe και το 1902 τη μελέτη του Lessing Λαοκόων ή περί των ορίων της ζωγραφικής και της ποίησης, και τα δύο σε γλώσσα καθαρεύουσα. Ο Προβελέγγιος έγραψε στην εκπνοή της Α΄ Αθηναϊκής Σχολής και στις αρχές της Νέας Αθηναϊκής Σχολής. Ο Παλαμάς υποστήριξε πως στο πρόσωπό του αντικατοπτρίστηκε η μετάβαση της ελληνικής λογοτεχνίας από το γερμανικό νεοκλασικισμό στον ελληνικό πραγματισμό. Κατά τη διάρκεια των βαλκανικών πολέμων έγραψε επίσης θουρίους και πατριωτικά ποιήματα. 1. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Αριστομένη Προβελέγγιου βλ. Άγρας Τέλλος, «Προβελέγγιος Αριστομένης», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια20. Αθήνα, Πυρσός, 1932 (τώρα και στον τόμο Τέλλος Άγρας, Κριτικά Τόμος δεύτερος· Ποιητικά πρόσωπα και κείμενα· Φιλολογική επιμέλεια Κώστας Στεργιόπουλος, σ.260-264. Αθήνα, Ερμής, 1981), Αργυρίου Αλεξ., "Προβελέγγιος Αριστομένης", Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό8. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988, Κανακάρης Αντώνης, "Προβελέγγιος Αριστομένης", Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας11. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και Μερακλής Μ.Γ., "Αριστομένης Προβελέγγιος", Η ελληνική ποίηση· Ρομαντικοί - Εποχή του Παλαμά - Μεταπαλαμικοί· Ανθολογία - Γραμματολογία, σ.172-175. Αθήνα, Σοκόλης, 1977.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΗΛΑΡΑΣ (1771- 1823). Ο Ιωάννης Βηλαράς, γιος του γιατρού Στέφάνου Βηλαρά, γεννήθηκε στα Κύθηρα και μεγάλωσε στα Γιάννενα, όπου έμαθε και τα πρώτα γράμματα, καθώς επίσης λατινικά, ιταλικά, γαλλικά και μαθηματικά από τον πατέρα του. Το 1789 έφυγε για την Ιταλία για σπουδές Ιατρικής στην Πάντοβα και τη Μπολόνια. Εκεί ήρθε σε επαφή με τις φιλελεύθερες ιδέες του Γαλλικού Διαφωτισμού. Το 1801 επέστρεψε στα Γιάννενα και διορίστηκε γιατρός του γιου του Αλή Πασά, μυημένος παράλληλα σε μυστική απελευθερωτική οργάνωση. Ακολουθώντας τον Αλή Πασά στις εκστρατείες του γύρισε όλη την Ελλάδα και έφτασε ως τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες (1812-1815) και τη Λάρισσα (1815-1817), όπου μπήκε στον κύκλο των υπέρμαχων της απλής γλώσσας. Διατήρησε παράλληλα αλληλογραφία με εξέχοντα μέλη της Φαναριώτικης κοινωνίας, η οποία εν μέρει σώζεται και είναι ενδεικτική της πνευματικής κίνησης της εποχής. Το 1819 επέστρεψε στα Γιάννενα και συνεργάστηκε με τον Αθανάσιο Ψαλίδα για την έκδοση των γλωσσικών τους θεωριών, καθώς και μιας γλωσσικής προκήρυξης. Ο θάνατος του Αλή Πασά όμως ματαίωσε την ολοκλήρωση των σχεδίων τους και ο Βήλαρας κατέφυγε στο Τσεπέλοβο του Ζαγορίου, από όπου πήρε μέρος στην οργάνωση του Αγώνα στην Ήπειρο. Στο Τσεπέλοβο πέθανε, κληροδοτώντας οικονομικά προβλήματα στη γυναίκα και τους δυο γιους του. Το μόνο έργο του Βηλαρά που τυπώθηκε όσο ζούσε είναι η μελέτη Η Ρομέηκη γλώσσα (1814), όπου τονίζει την αξία της φυσικής λαϊκής γλώσσας και προτείνει την εφαρμογή ενός φωνητικού ορθογραφικού συστήματος αντί της ιστορικής ορθογραφίας. Το έργο είναι αφιερωμένο στον Αθανάσιο Ψαλίδα, και περιλαμβάνει επίσης ποιήματα, δύο μεταφράσεις από τον Ανακρέοντα, μία από τον Πλάτωνα (Κρίτων) και μία από τον Επιτάφιο του Θουκυδίδη. Το 1827 βγήκε η πρώτη συγκεντρωτική έκδοση ποιημάτων και πεζών του στην Κέρκυρα από τον Αθανάσιο Πολίτη. Τα ποιήματα του Βηλαρά διακρίνονται σε ερωτικά και σατιρικά. Στα πρώτα υμνείται η παντοδυναμία του έρωτα, με έντονη παρουσία στοιχείων όπως το ειδυλλιακό ποιμενικό περιβάλλον και τα αρχαιοελληνικά ονόματα των ηρώων. Στα σατιρικά ποιήματα εξάλλου η σάτιρα έχει διδακτικό στόχο, σύμφωνα με τις επιταγές του Διαφωτισμού, και καταδεικνύει άλλοτε πρόσώπα και άλλοτε ήθη και συνήθειες. Ο Βηλαράς έγραψε επίσης έμμετρους μύθους, δύο πεζά (Ο λογιότατος ταξιδιώτης και Ο Λογιότατος ή ο Κολοκυθούλης) με εκπαιδευτικό προσανατολισμό, καθώς και μια μετάφραση της Βατραχομυιομαχίας. Ο Βηλαράς έγραφε πάντα σε στίχο ομοιοκατάληκτο. Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί η ύπαρξη μιας δεύτερης γραφής ενός από τους Μύθους του σε στίχο ανάπαιστο ανομοιοκατάληκτο, καθώς επίσης και η ύπαρξη του ημιτελούς ποιήματός του Σε νέας λύρας κόρδες, που σύμφωνα με τους ιστορικούς της νεοελληνικής λογοτεχνίας τοποθετεί το Βηλαρά στους προδρόμους του Σολωμού. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ιωάννη Βηλαρά βλ. Κεχαγιόγλου Δημήτρης, «Ιωάννης Βηλαράς», Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμοΒ΄, 2, σ.104-113. Αθήνα, Σοκόλης, 1999, Τσαντσάνογλου Ελένη, «Βηλαράς Ιωάννης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 2. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1984 και χ.σ., «Βιλλαράς και Βηλαράς Ιωάννης», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 3. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Αχιλλέας Παράσχος (1838-1885). Ο Αχιλλέας Παράσχος γεννήθηκε στο Ναύπλιο, καταγόταν όμως από τη Χίο. Η οικογένειά του είχε καταφύγει στο Ναύπλιο μετά την καταστροφή του νησιού από τους τούρκους και λίγο καιρό αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ο Παράσχος πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Οι πληροφορίες για τη μόρφωσή του είναι λίγες και αβέβαιες. Έμαθε τα πρώτα γράμματα κοντά στον μεγαλύτερο αδερφό του Γεώργιο, επίσης ποιητή. Είχε επίσης δύο μεγαλύτερες αδερφές που χάθηκαν στη σφαγή της Χίου και μια αδελφή ακόμη την Αιμιλία, γνωστή για την ομορφιά της, η οποία πέθανε νέα και ενέπνευσε τους ποιητές Γεώργιο Ζαλοκώστα και Ρίλγδεν. Ο Παράσχος πρωτοδημοσίευσε στίχους του στο περιοδικό Αβδηρίτις του Δημ.Βρατσάνου και στη Χρυσαλλίδα. Πολύ γρήγορα έγινε δημοφιλής στους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής. Την ίδια περίοδο εντάχθηκε στην αντιοθωνική οργάνωση Χρυσή νεολαία, διώχθηκε και φυλακίστηκε. Βγήκε από τη φυλακή κατόπιν παρέμβασης του αδερφού του. Εξακολούθησε ωστόσο την ίδια τακτική, γράφοντας ποιήματα κατά του ΄Οθωνα και πήρε μέρος στην εξέγερση του 1862, η οποία οδήγησε στην πτώση του ΄Οθωνα. Μετά το θάνατο του τέως βασιλιά ωστόσο έγραψε το Ελεγείον εις τον Όθωνα, ποίημα που φανέρωνε μεταμέλεια για την προηγούμενη δράση του και τον κατέστησε ακόμη πιο δημοφιλή. Υπήρξε υπάλληλος στη Βουλή, έπαρχος Θήρας, πρόξενος στο Ταϊγάνι της Ρωσίας και γραμματέας του γενικού λογιστηρίου του Κράτους, σ΄ όλες όμως τις παραπάνω θέσεις ήταν αργόμισθος χάρη στις πολιτικές φιλίες που διατηρούσε με κάθε κυβέρνηση. Στην πραγματικότητα ο Παράσχος ανήκει στους ποιητές οι οποίοι έγραφαν και κατά παραγγελία κερδίζοντας χρήματα από την τέχνη τους. Παράλληλα δημοσίευε ποιήματα σε εφημερίδες και περιοδικά, απήγγελλε ελεγεία και πανηγυρικά ποιήματα, κυρίως όμως ήταν γνωστός για τα ερωτικά του ποιήματα, τα πρώτα από τα οποία ήταν αφιερωμένα σε κάποια Μαρία. Πίσω από το όνομα αυτό κρυβόταν μια νεαρή ψυχασθενής γυναίκα η οποία νοσηλευόταν σε κάποιο μοναστήρι της Θήρας, από όπου ο Παράσχος, έπαρχος τότε του νησιού κλήθηκε να τη μεταφέρει στο ψυχιατρείο της Κέρκυρας. Η πρώτη έκδοση ποιημάτων του Παράσχου έγινε από τον οίκο Ανδρέου Κορομηλά σε τρεις τόμους (τα επικολυρικά, τα πατριωτικά και τα ελεγεία, τα ερωτικά),οι οποίοι έγιναν ανάρπαστοι. Κατόπιν ταξίδεψε στις ελληνικές παροικίες της Ρωσίας, της Γαλλίας, της Ρουμανίας και της Αιγύπτου για να προωθήσει την παραπάνω έκδοση και έγινε παντού δεκτός με ενθουσιασμό. Ο Παράσχος στάθηκε ο πιο δημοφιλής ποιητής της Α΄ Αθηναϊκής Σχολής και ο τελευταίος εκπρόσωπος της αθηναϊκής ρομαντικής ποίησης την περίοδο που έγερνε προς την παρακμή της, με όλες τις γλωσσικές και εκφραστικές υπερβολές που αυτό συνεπάγεται. Η γλώσσα του είναι άλλοτε καθαρεύουσα και άλλοτε μεικτή. Ενδεικτική της δημοτικότητάς του είναι η συμμετοχή των θαυμαστών του στην κηδεία του, την οποία παρακολούθησε και ο Βασιλιάς, ενώ κατά τη διάρκειά της εκφωνήθηκαν πάνω από είκοσι επικήδειοι και ποιήματα. Για το έργο του έγραψαν μεταγενέστεροί του λογοτέχνες όπως ο Κωστής Παλαμάς και ο Εμμανουήλ Ροΐδης. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Αχιλλέα Παράσχου βλ. Βελλιανίτης Θ. «Παράσχος Αχιλλεύς», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια 19. Αθήνα, Πυρσός, 1932, Μερακλής Μ.Γ., «Αχιλλεύς Παράσχος», Η ελληνική ποίηση· Ρομαντικοί - Εποχή του Παλαμά - Μεταπαλαμικοί· Ανθολογία - Γραμματολογία, σ.73-74. Αθήνα, Σοκόλης, 1977, Φαρμάκης Φρ., «Παράσχος Π. Αχιλλεύς», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 11. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και χ.σ., «Παράσχος Αχιλλεύς», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 8. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Ο Νικόλαος Μαυροκορδάτος υπήρξε ένας από τους διασημότερους Έλληνες, οι οποίοι διέπρεψαν κατά το διάστημα της Τουρκοκρατίας. Γόνος της μεγάλης βυζαντινής οικογένειας των Μαυροκορδάτων γεννήθηκε το 1670 στην Κωνσταντινούπολη. "Σοφός υιός σοφού πατρός", του Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, του εξ απορρήτων, επέσυρε τον θαυμασμό των συγχρόνων του, με την οξύνοια του πνεύματός του και την ευρυτάτη μόρφωσή του.
Διετέλεσε Λογοθέτης της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, το 1698 διαδέχεται τον πατέρα του στο αξίωμα του Μεγάλου Διερμηνέως ενώπιον της υψηλής πύλης. Το 1709 διορίστηκε ηγεμών της Μολδαυΐας, το 1716 εστάλη ηγεμών στη Βλαχία, όπου και έμεινε μέχρι το θάνατό του το 1730. Ιδιαιτέρως ασχολήθηκε με την ανάπτυξη της παιδείας, ιδρύοντας στο Βουκουρέστι Ελληνική σχολή υπό τη διεύθυνση του Γεωργίου Τραπεζουντίου.
Εκπρόσωπος του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, συνέγραψε το πρωτοποριακό μυθιστόρημα "Φιλοθέου πάρεργα" (1717), τη δεοντολογικής πραγματεία "Περί των καθηκόντων βίβλος" (1719), διαλόγους στο ύφους του Λουκιανού και του Φενελόν και άλλα ηθολογικά έργα.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Ο Ευγένιος Αρανίτσης γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1955. Από το 1974 ζει στην Αθήνα. Από το 1978 εργάζεται στην εφημερίδα "Ελευθεροτυπία". Το 1976 ίδρυσε τις εκδόσεις "Άκμων", που διηύθυνε καθ΄ όλο το μήκος της διαδρομής τους. Έγραψε πολλά δοκίμια και άρθρα για την ελληνική και την ξένη λογοτεχνία, που αργότερα συγκεντρώθηκαν σε τρεις τόμους. Το 1986, σε συνεργασία με τον Οδυσσέα Ελύτη, εξέδωσαν το έργο "Το δωμάτιο με τις εικόνες". Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας το 2000 για το δοκίμιο του "Σε ποιον ανήκει η Κέρκυρα" (1999). Άλλα έργα του είναι: "Αφρική", 1988, "Ποιήματα και πράξεις", 1990, "Λεπτομέρειες για το τέλος του κόσμου", 1993 (στα γαλλικά από τις εκδόσεις Flammarion, 2007), "Ιστορίες που άρεσαν σε μερικούς ανθρώπους που ξέρω", 1995, "Η θάλασσα", 1998, "Orphan Drugs", 1999, "Ιψ ο Τυπογράφος: ο Ελύτης για παιδιά και ερωτευμένους", 2000, "Καλοκαίρι στον σκληρό δίσκο", 2002, "Late Antiquity", 2003.