Η γοργόνα
zoom in

Με το μπρίκι του καπετάν Φαράση αρμένιζα μισοκάναλα εκείνη τη νύχτα. Σπάνια νύχτα! πρώτη και τελευταία θαρρώ στη ζωή μου. Τι είχαμε φορτωμένο; Τι άλλο από σιτάρι. Που πηγαίναμε; Που άλλου από τον Πειραιά. Πράματα και τα δυο που τα έκαμα το λιγότερο είκοσι φορές. Μα εκείνη τη βραδιά ένιωθα τέτοιο πλάκωμα στην ψυχή, που κιντύνευα να λιγοθυμήσω. Δεν ξέρω τι μου έφταιγε· θες η γαληνεμένη θάλασσα, θες ο ξάστερος ουρανός, θες το τσουχτερό λιοπύρι· δεν μπορώ να ειπώ. Μα είχα τόσο βαριά την ψυχή, ήβρεσκα τόσο σαχλοπλημμυρισμένη τη ζωή, που αν με άρπαζε κανείς να με ρίξει στο νερό, `όχι!` δε θα `λεγα. [...]

Ανδρέας Καρκαβίτσας

Ανδρέας Καρκαβίτσας (Συγγραφέας)

O Aνδρέας Kαρκαβίτσας (1865-1922), κύριος εκπρόσωπος του ηθογραφικού διηγήματος, μετά τον Παπαδιαμάντη, γεννήθηκε στα Λεχαινά Hλείας. Ήταν πρωτότοκος γιος του Δημητρίου Καρκαβίτσα και της Άννας το γένος Σκαλτσά. Είχε τέσσερις αδερφούς και τέσσερις αδερφές. Τα πρώτα γράμματα έμαθε στη γενέτειρά του και δεκατριών χρόνων πήγε στην Πάτρα για γυμνασιακές σπουδές. Στην Πάτρα μελέτησε ελληνική μυθολογία και ελληνική λογοτεχνία, κυρίως τους Επτανήσιους και τους πεζογράφους της Α΄ Αθηναϊκής Σχολής. Την περίοδο αυτή χρονολογείται ο άτυχος έρωτάς του για την Ιολάνθη Βασιλειάδη, από τη μορφή της οποίας θεωρείται πως εμπνεύστηκε για την ηρωίδα της "Λυγερής" (1896). Το 1883 γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών από οπού αποφοίτησε πέντε χρόνια αργότερα. Στην Αθήνα σχετίστηκε με τον Κωστή Παλαμά, τον Κωνσταντίνο Χατζόπουλο και τον Γρηγόριο Ξενόπουλο. Η προκήρυξη του διαγωνισμού διηγήματος της "Εστίας" τον ώθησε στο χώρο της ηθογραφίας και ταξίδεψε σε χωριά της Ρούμελης για να συλλέξει λαογραφικά και ιστορικά στοιχεία τα οποία χρησιμοποίησε στα πρώτα έργα του. Το 1889 στρατεύτηκε και κατά τη διάρκεια της θητείας του στο Μεσολόγγι γνώρισε τις άθλιες συνθήκες ζωής της ελληνικής υπαίθρου. Τις εντυπώσεις του κατέγραψε σε μια σειρά οδοιπορικών σημειώσεων, που αξιοποίησε στη νουβέλα του "Ο ζητιάνος" το 1897. Υπηρέτησε επίσης ως έφεδρος δόκιμος γιατρός και το 1891 μετά τη λήξη της στρατιωτικής του θητείας διορίστηκε υγειονομικός γιατρός στο ατμόπλοιο "Αθήναι", με το οποίο ταξίδεψε στη Μεσόγειο, τη Μαύρη Θάλασσα, τα παράλια της Μικράς Ασίας και τον Ελλήσποντο. Οι εμπειρίες του από την περίοδο αυτή της ζωής του περιέχονται στο ταξιδιωτικό ημερολόγιο "Σ΄ Ανατολή και Δύση" και αξιοποιήθηκαν στη συλλογή διηγημάτων "Λόγια της πλώρης" (1899). Από τον Αύγουστο του 1896 και ως το 1921 υπήρξε μόνιμος αξιωματικός του ελληνικού στρατού φθάνοντας ως το βαθμό του γενικού αρχίατρου. Από τη θέση αυτή συνέχισε να ταξιδεύει με συνεχείς μεταθέσεις που επιδίωξε ο ίδιος (την έντονη αυτή επιθυμία του για τα ταξίδια ονόμαζε ο ίδιος "αειφυγία"). Υπήρξε μέλος της Εθνικής Εταιρίας που προωθούσε τη Μεγάλη Ιδέα και η ήττα του 1897 στάθηκε για τον Καρκαβίτσα πολύ μεγάλη απογοήτευση. Μέλος του Στρατιωτικού Συνδέσμου το 1909, συμμετείχε στο κίνημα στο Γουδί, στράφηκε όμως στη συνέχεια εναντίον του Βενιζέλου. Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους ως στρατιωτικός γιατρός και το 1916 αντιτάχτηκε στο κίνημα Εθνικής Αμύνης με αποτέλεσμα να τεθεί σε περιορισμό και να εξοριστεί στη συνέχεια στη Μυτιλήνη. Στο στράτευμα επανήλθε το 1920 και αποστρατεύτηκε δυο χρόνια αργότερα με δική του αίτηση. Οι κακουχίες της εξορίας συνέβαλαν στον κλονισμό της υγείας του και το 1922 πέθανε από φυματίωση του λάρυγγα. Σύντροφός του στα τελευταία χρόνια της ζωής του στάθηκε η Δέσποινα Σωτηρίου. Η πορεία του Ανδρέα Καρκαβίτσα στα γράμματα ξεκίνησε στο πλαίσιο της φθίνουσας περιόδου του Αθηναϊκού Ρομαντισμού. Από την περίοδο αυτή σώζονται χειρόγραφα από ποιητικά και πεζά έργα του στην καθαρεύουσα. Πολύ σύντομα όμως στράφηκε στη δημοτική και έγινε δημοφιλής στους λογοτεχνικούς κύκλους, δημοσιεύοντας από το 1885 άρθρα ποικίλου περιεχομένου, διηγήματα και νουβέλες σε πολλά αθηναϊκά λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες. Τις εκδόσεις των έργων του φρόντιζε ο ίδιος διορθώνοντας και συμπληρώνοντας τις αρχικές μορφές των κειμένων του. Το 1898 βραβεύτηκε στο διαγωνισμό της Εστίας για το διήγημα "Πάσχα στα πέλαγα" και το 1911 τιμήθηκε με τον Αργυρό Σταυρό. Γύρω στο 1905 η λογοτεχνική παραγωγή του παρουσίασε σημαντική κάμψη που διάρκεσε ως το τέλος της ζωής του με μοναδική εξαίρεση τη διετία 1918-1920, οπότε ξεκίνησε η ενασχόλησή του με τη συγγραφή σχολικών αναγνωσμάτων σε συνεργασία με τον Επαμεινώνδα Παπαμιχαήλ. Πριν το θάνατό του εξέδωσε δυο ακόμη συλλογές παλιότερων διηγημάτων του με στρατιωτική θεματογραφία ("Διηγήματα για τα παλικάρια μας" και "Διηγήματα του γυλιού"), ενώ δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει τον "Αρματωλό", μυθιστόρημα που είχε ξεκινήσει από το 1894. Στο λογοτεχνικό έργο του Καρκαβίτσα κυριαρχεί η δημοτική γλώσσα στη μετριοπαθή της έκφραση. Η συμβολή του συγγραφέα στο δημοτικιστ


Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα

Δημήτρης Καλοκύρης

Δημήτρης Καλοκύρης (Εικονογράφος)

Γεννήθηκε το 1948 στο αχανές Ρέθυμνο. Σπούδασε νεοελληνική φιλολογία στη Θεσσαλονίκη, όπου ίδρυσε το περιοδικό "Τραμ", καθώς και τις ομώνυμες εκδόσεις λογοτεχνίας και τέχνης (1971-87). Στην Αθήνα εξέδωσε το λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό περιοδικό "Χάρτης" (1982-87). Διετέλεσε διευθυντής συντάξεως και καλλιτεχνικός διευθυντής του πολιτιστικού περιοδικού "Το Τέταρτο" (1985-87). Έχει κάνει τρεις εκθέσεις κολάζ και εικονογράφησε βιβλία για παιδιά. Το 1996 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για το φαντασμαγορικό του σύγγραμμα "Η ανακάλυψη της Ομηρικής" και το 2014 με το βραβείο του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών, για το σύνολο του έργου του. Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄70 ασχολείται συστηματικά με το έργο του Μπόρχες με μεταφράσεις, ομιλίες, άρθρα, συμμετοχές σε διεθνή συνέδρια και ραδιοφωνικές εκπομπές. Συναντήθηκαν δύο φορές και συζήτησαν διεξοδικά. Το "Μπεθ" είναι το πρώτο βιβλίο που έχει γραφτεί για τον Μπόρχες στα ελληνικά.

Ελένη Καλοκύρη (Εικονογράφος)


Τόπος Έκδοσης:
Αθήνα
Τόμος:
1
Δέσιμο:
Χαρτόδετο
Βάρος:
0.4 κιλά

Αξιολογήσεις

Γράψε μια αξιολόγηση