Διαθέσιμο κατόπιν παραγγελίας
Αποστέλλεται την ίδια ή την επόμενη εργάσιμη
ISBN:
9789603710219
Κατηγορίες:
Έτος κυκλοφορίας
Εκδότης
Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (Ε.Ι.Ε.). Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών
Η παρουσία των Εβραίων στον Ελλαδικό χώρο υπήρξε, όπως και σε πολλές άλλες γεωγραφικές περιοχές, ζωηρή, επί αιώνες. Είναι γνωστή η σημασία του ιστορικού αυτού λαού ως οικονομικού παράγοντα, αλλά και οι επιφυλάξεις και προκαταλήψεις του λοιπού εγχώριου πληθυσμού έναντί του. Σε αυτόν τον αξιόλογο παράγοντα της μεσαιωνικής αλλά και της νεώτερης ελληνικής Ιστορίας το Ινστιτούτο (τότε Κέντρο) Βυζαντινών Ερευνών αφιέρωσε ειδικό συνέδριο, το οποίο πραγματοποιήθηκε στις 24-25 Νοεμβρίου 1993, στο μέγαρο της Παλαιάς Βουλής. Παρά το ενδιαφέρον που κατά καιρούς επεδείχθη, οι συγκυρίες δεν επέτρεψαν μέχρι σήμερα την έκδοση των Πρακτικών της επιστημονικής αυτής συνάντησης. Το επιχειρούμε σήμερα, επειδή θεωρούμε ότι οι ανακοινώσεις των ειδικών ομιλητών δεν έχουν χάσει στο ελάχιστο την αξία τους. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]
Ο Αλέξης Γ. Κ. Σαββίδης (Αθήνα, 1955), Master of Philosophy του Πανεπιστημίου King΄s College, διδάκτορας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, βυζαντινολόγος-ιστορικός, είναι καθηγητής βυζαντινής και μεσαιωνικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Αιγαίου (Ρόδος). Την περίοδο 1995-1999 δίδαξε με ανάθεση βυζαντινή και μεσαιωνική ιστορία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (Παιδαγωγικό Τμήμα Δ.Ε.), ενώ από το 1997 διδάσκει (ανά διετία) βυζαντινή ιστορία και βυζαντινο-ισλαμικές σχέσεις στο Τμήμα Ελληνικών και Λατινικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Rand-Afrikaans του Johannesburg (Νοτίου Αφρικής). Την περίοδο 1985-2001 υπήρξε ερευνητής στο Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (Αθήνα). Είναι επιμελητής έκδοσης του περιοδικού "Βυζαντινός Δόμος" ) και του "Εγκυκλοπαιδικού Προσωπογραφικού Λεξικού Βυζαντινής Ιστορίας και Πολιτισμού" . Έχει γράψει βιβλία και μελέτες/άρθρα ιδιαίτερα για τις σχέσεις Βυζαντίου/Ισλάμ (Άραβες-Τούρκοι), για τη βυζαντινή προσωπογραφία/γενεαλογία και για τη μεσαιωνική ιστορία του ελλαδικού χώρου και της Εγγύς Ανατολής, ενώ άρθρα του έχουν κυκλοφορήσει σε έγκριτα διεθνή εγκυκλοπαιδικά έργα. Το 1997 του απονεμήθηκε το Α΄ Βραβείο Αμπντί-Ιπεκτσί 1996-1997 για τη συμβολή του στη μελέτη των βυζαντινο-τουρκικών σχέσεων.
Ο Μίλτος Γαρίδης, γιος του δικηγόρου Κωνσταντίνου Γαρίδη, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1926. Μετά την αποφοίτησή του από το Πειραματικό Σχολείο Αθηνών, ασχολήθηκε με τη γλυπτική στο εργαστήρι του γλύπτη Απάρτη, του οποίου υπήρξε μαθητής.
Το 1948, επί εμφυλίου πολέμου, συνελήφθη και έμεινε εξόριστος και φυλακισμένος οκτώ χρόνια σε διάφορους τόπους εξορίας και φυλακές (Μακρόνησος, Γιούρα, Καμμένα Βούρλα, Κέρκυρα, Κεφαλλονιά, Κρήτη, Αίγινα κ.α.). Οι κακουχίες και τα δεινά της φυλακής δεν τον πτόησαν και συνέχισε όσο του επέτρεπαν οι συνθήκες, να ασκεί την τέχνη του -κυρίως να δημιουργεί προτομές των συγκρατουμένων του. Συγχρόνως, μελετούσε ξένες γλώσσες. Εκτός από τα γαλλικά και τα αγγλικά που κατείχε, έμαθε ρώσικα, ιταλικά, ισπανικά και λίγα κινέζικα. Έτσι, είχε αργότερα τη δυνατότητα να κάνει μεταφράσεις στην ελληνική γλώσσα από τα γαλλικά, τα αγγλικά και τα ρώσικα. Επιπλέον, μεταξύ του 1957 και του 1962 έγραψε περίπου 180 άρθρα ως κριτικός τέχνης στην εφημερίδα "Αυγή".
Το 1958 έφυγε για το Παρίσι, όπου αργότερα παντρεύτηκε και απέκτησε μια κόρη. Στο Παρίσι εγγράφηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών και συνέχισε να ασχολείται με τη γλυπτική ως μαθητής του Georges Saupique και του Rene Collamarini. Επίσης, σπούδασε αρχαιολογία και ιστορία της τέχνης στη Σορβόννη όπου, μεταξύ άλλων, είχε καθηγητή τον Andre Grabar. Το 1966 έγινε κάτοχος του Doctorat de 3e Cycle με τη διατριβή του, "Η δευτέρα παρουσία ή η μέλλουσα κρίση στη μεταβυζαντινή τέχνη". Σε αυτό το διάστημα έγινε μέλος του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών Γαλλίας (CNRS), όπου εργάστηκε ως ερευνητής μέχρι το 1979. Τα χρόνια εκείνα ταξίδεψε πολλές φορές στα Βαλκάνια, στην Πολωνία και στη Ρωσία, για να εξετάσει επί τόπου τα βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία που τον ενδιέφεραν, ενώ ταυτόχρονα μελέτησε κι άλλες ξένες γλώσσες, απαραίτητες για την έρευνά του (τουρκικά, βουλγάρικα, ρουμάνικα και λίγα σερβοκροατικά). Το 1981 με το βιβλίο του, "La peinture murale dans le monde orthodoxe apres la chute de Byzance (1450-1600) et dans les pays sous domination etrangere" έγινε κάτοχος του Doctorat d΄Etat. Από το 1979 μέχρι το 1994 (έτος της συνταξιοδότησής του) διετέλεσε καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιo των Ιωαννίνων και από το 1981 ανέλαβε την εποπτεία διδακτορικών διατριβών στα Πανεπιστήμια της Σορβόννης και των Ιωαννίνων.
Έγραψε πολλά άρθρα και μονογραφίες και έλαβε μέρος σε διεθνή συνέδρια και συμπόσια στην Ήπειρο.
Πέθανε τον Απρίλιο του 1996 στο Παρίσι, μετά από εγχείρηση ανοικτής καρδιάς.
Ο Νίκος Γ. Μοσχονάς είναι Ιστορικός, ομ. Διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και επίτιμος ερευνητής στο Κολλέγιο Royal Holloway του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Υπήρξε ερευνητής του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας. Έχει ανασυγκροτήσει το Ιστορικό Αρχείο της Κεφαλονιάς και πραγματοποιήσει πολλές ερευνητικές επιστημονικές αποστολές σε αρχεία της Ελλάδας και του Εξωτερικού. Στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, πέρα από την ερευνητική του δραστηριότητα, οργάνωσε και διευθύνει το Φροντιστήριο Ιστορικών Επιστημών με σκοπό τη μετάδοση εξειδικευμένων γνώσεων σε νέους επιστήμονες. Είναι επίσης επιστημονικός υπεύθυνος του προγράμματος "Αρχαιολογία της πόλης των Αθηνών" (www.eie.gr/archaeologia). Δίδαξε στη δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μελετά τις σχέσεις του βυζαντινού και του νεότερου Ελληνισμού με τη Δύση και στο συγγραφικό έργο του περιλαμβάνονται πολλές επιστημονικές μελέτες και άρθρα στα ελληνικά, ιταλικά, αγγλικά, ενώ μελέτες του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά και γερμανικά. Παράλληλα, ασχολείται με την κριτική εικαστικών τεχνών και το δοκίμιο και έχει μεταφράσει έργα ξένων συγγραφέων (Lorca, Machiavelli, Neruda, Pavese, Pirandello, Prevert, Puppa, Wilde και άλλων). Ξένα θεατρικά έργα σε δική του μετάφραση έχουν παρουσιαστεί από σκηνής. Για το έργο του έχει τιμηθεί από την Ιταλική Δημοκρατία με τη διάκριση του Cavaliere.
Ο Αργύρης Πετρονώτης γεννήθηκε το 1924 στην Τρίπολη. ΄Ελαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση ως αντάρτης του ΕΛΑΣ. Για ανταμοιβή του εξορίστηκε στο κολαστήριο της Μακρονήσου και βασανίστηκε. Σπούδασε και πήρε δίπλωμα Αρχιτέκτονα-Μηχανικού Ε.Μ.Π. Φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή ΕΚΠΑ και του απενεμήθη πτυχίο του Ιστορικού-Αρχαιολογικού Τμήματος. Μετεκπαιδεύτηκε στη Γερμανία και τελείωσε εκεί ως αριστούχος Διδάκτωρ Μηχανικός (Dr. Ingenieur) στο Πολυτεχνείο του Μονάχου. Εργάστηκε ως επαγγελματίας Αρχιτέκτων και ως συνερευνητής σε ανασκαφές. Υπηρέτησε στο έργο προετοιμασίας αναστήλωσης του Ναού Επικουρίου Απόλλωνος στις Βάσσες Αρκαδίας. Δίδαξε Ιστορία Αρχιτεκτονικής στην Πολυτεχνική Σχολή Α.Π.Θεσσαλονίκης (παράλληλα Αρχιτεκτονική Μορφολογία στην εκεί Σχολή Καλών Τεχνών αμισθί) ως Αναπληρωτής Καθηγητής. Δεν κρίθηκε άξιος προαγωγής στη βαθμίδα Καθηγητού. Έλαβε μέρος σε τοπικά, εθνικά και διεθνή Συνέδρια. Μέλος Επιστημονικών Εταιριών/Ινστιτούτων. Δημοσίευσε εργασίες σχετικές με την ειδίκευσή του. Μελέτησε και κατασκευάζει με οικογενειακές δαπάνες Μνημείο των 603 Πεσόντων Αρκάδων το ΄40. Συνεργάζεται σε κοινοφελή έργα και επιστημονικές έρευνες. Και διδάσκοντας ακόμα, διδάσκεται και ενίοτε αναθεωρεί.