Εξαντλημένο στον εκδοτικό οίκο
ISBN:
9789608722507
Κατηγορίες:
Έτος κυκλοφορίας
Εκδότης
Ο Γαΐτης άφησε πίσω του έναν τεράστιο αριθμό έργων διασκορπισμένων σ΄ όλο τον κόσμο.
Η δίψα του και η αντοχή του στη δουλειά, του επέτρεψαν να συμμετάσχει στη διάρκεια σαράντα χρόνων δραστηριότητας, σε εκατό ατομικές και διακόσιες ομαδικές εκθέσεις. Δηλαδή σχεδόν δέκα εκδηλώσεις το χρόνο σε περίπου είκοσι χώρες...
Ο Γιάννης Γαΐτης πέθανε στις 22 Ιουλίου του 1984, λίγες μέρες μετά τα εγκαίνια της αναδρομικής έκθεσης του έργου του στην Εθνική Πινακοθήκη Αθηνών. Η τότε υπουργός πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη του απέδωσε τιμές ανάλογες με εκείνες που πρόσφεραν κατά την αρχαιότητα σε όσους είχαν δοξάσει την πόλη τους.
Καταγόμενος από το Αιγαίο, ακριβέστερα από το νησί της Παναγίας, την Τήνο, πατρίδα τόσων καλλιτεχνών, αναπαύεται στη δροσερή σκιά ενός μικρού λευκού παρεκκλησιού της Ίου. Σύμφωνα με την παράδοση, ο τάφος του Ομήρου βρίσκεται σ΄ αυτό το νησί.
Η θέληση να διατηρηθεί ζωντανό το έργο του Γιάννη Γαΐτη -που έγινε πραγματικό χρέος τόσο για εμένα όσο και γι΄ αυτούς που έμειναν πίσω όταν εκείνος έφυγε- η θέληση να διαδοθεί και να προωθηθεί το έργο του, δίνει σήμερα καρπούς.
Ο Γαΐτης αναμφίβολα μου έμαθε, πως έπρεπε, κάθε μέρα, ακούραστα και με πίστη, να ξανακάνω τις ίδιες κινήσεις, κάποτε μάλιστα μέχρι εξαντλήσεως, γνωρίζοντας στο βάθος πως πρόκειται για τη μόνη δυνατή επιλογή.
Αυτές οι κινήσεις κοινές σε όλους μας, επαναλαμβανόμενες κάθε μέρα, οδήγησαν στη δημιουργία ενός μουσείου και ενός καταλόγου που θα επιτρέψουν την καλύτερη κατανόηση της ποικιλομορφίας, του πλούτου και του πραγματικού εύρους του έργου του.[...]
Λορέττα Γαΐτη - Charrat
Ο Ντένης Ζαχαρόπουλος είναι ιστορικός και κριτικός της τέχνης, καλλιτεχνικός διευθυντής του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 11 Ιουνίου 1952. Τελείωσε το Λεόντειο Λύκειο το 1970 και παράλληλα σπούδασε μουσική και ιστορία της μουσικής στο Ωδείο Αθηνών. Σπούδασε σύγχρονη φιλολογία και αισθητική στο Πανεπιστήμιο της Αιξ-αν-Προβάνς, κοινωνιολογία της τέχνης και σημαντική των αναπαραστατικών συστημάτων στην Ανωτάτη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών στο Παρίσι. Ανώτατο δίπλωμα κοινωνικών επιστημών με τον J. Cassou, το 1976. Μεταπτυχιακό στην ιστορία και θεωρία της τέχνης με τους L. Marin, H. Damish και G. Genette, το 1980. Παρακολούθησε συστηματικά το διδακτορικό σεμινάριο φιλοσοφίας και αισθητικής του L. Marin από το 1980 έως το 1985. Από το 1986 μέχρι το 1991 δίδαξε στην Ανωτάτη Σχολή Εικαστικών Τεχνών της Γενεύης· από το 1986 μέχρι το 1993 στη Μεταπτυχιακή Σχολή του Εθνικού Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης, "Le Magazin", της Γκρενόμπλ· από το 1992 μέχρι το 1996 εκλέχτηκε ομότιμος καθηγητής της Ακαδημίας Καλών Τεχνών της Βιέννης και διευθυντής του Ινστιτούτου Σύγχρονης Τέχνης. Δίδαξε ως καθηγητής στο Μεταπτυχιακό της Rijksacademie van Beeldende Kunsten, στο Άμστερνταμ, και ως έκτακτος καθηγητής στη Hochschulle fur Kunst und Gestaltung της Βέρνης. Από το 2002 διδάσκει ιστορία της τέχνης και μουσειολογία στο Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου του Αιγαίου, στη Μυτιλήνη.
Έχει διατελέσει: διευθυντής του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης και Πολιτισμού και Πάρκου Γλυπτικής, Domaine de Kerguehennec στη Βρετάνη, Γαλλία από το 1992-1999. Συν-διευθυντής της Documenta IX του Κάσσελ, 1992. Κομισάριος του Γαλλικού Περιπτέρου στη 48η Μπιενάλε της Βενετίας, 1999. Σύμβουλος της Επιτροπής Αναγνώρισης Ανωτάτων Διπλωμάτων Καλών Τεχνών του Ομοσπονδιακού Συνεδρίου Δημόσιας Εκπαίδευσης της Ελβετίας.
Επιμελητής και οργανωτής πολυάριθμων εκθέσεων σε Μουσεία και Κέντρα Τέχνης στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ελβετία, την Ιταλία, την Ελλάδα, την Αυστρία, το Βέλγιο, την Ισπανία, την Ολλανδία, το Μαυροβούνιο και τις Η.Π.Α.
Εκλέχτηκε Γενικός Επιθεωρητής Καλών Τεχνών του Υπουργείου Πολιτισμού της Γαλλίας το 1999, θέση από την οποία παραιτήθηκε το 2000. Έχει διατελέσει σύμβουλος και σύνεδρο μέλος της Εθνικής Συλλογής Σύγχρονης Τέχνης της Γαλλίας, από το 1993 μέχρι το 2000, των περιφερειακών συλλογών της Καμπανίας και Αρδεννών, από το 1997 μέχρι το 2000, του Βορρά και Καλαί, από το 1984 μέχρι το 1990. Διατέλεσε σύνεδρο μέλος της επιτροπής διεθνούς πολιτιστικής πολιτικής του Υπουργείου Εξωτερικών της Γαλλίας από το 1993 μέχρι το 1999. Από το 1987 μέχρι το 1989 συμμετείχε ως μέλος της Επιτροπής Εκθέσεων του Υπουργείου Πολιτισμού της Ισπανίας. Συντονιστής Προγράμματος του Ελληνικού Μήνα στο Λονδίνο, 1975-1976, Ινστιτούτο Σύγχρονης Τέχνης. Βοηθός του Τ. Σπητέρη από το 1973 μέχρι το 1979, για τη συγγραφή του τρίτομου "Τρεις αιώνες νεοελληνικής τέχνης (1660-1967)".
Κριτικός τέχνης, συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά. Δημοσίευσε βιβλία, καταλόγους, δοκίμια και μελέτες πάνω στη σύγχρονη τέχνη, τη ζωγραφική, τη γλυπτική, την άρτε πόβερα, την τοιχογραφία, το χώρο, την αναπαράσταση, την αρχιτεκτονική, το τοπίο, τον ήχο, την ιστορία της τέχνης, τη μεθοδολογία, την ιστορία των θεσμών, την κριτική της τέχνης, και σημαντικό αριθμό μονογραφιών πάνω σε σύγχρονους και ιστορικούς καλλιτέχνες. Έχει δώσει διαλέξεις και συμμετάσχει, διευθύνει και οργανώσει συνέδρια σε πολυάριθμα μουσεία, ιδρύματα και πανεπιστήμια στην Ευρώπη και την Αμερική.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα
Ο Ντένης Ζαχαρόπουλος είναι ιστορικός και κριτικός της τέχνης, καλλιτεχνικός διευθυντής του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 11 Ιουνίου 1952. Τελείωσε το Λεόντειο Λύκειο το 1970 και παράλληλα σπούδασε μουσική και ιστορία της μουσικής στο Ωδείο Αθηνών. Σπούδασε σύγχρονη φιλολογία και αισθητική στο Πανεπιστήμιο της Αιξ-αν-Προβάνς, κοινωνιολογία της τέχνης και σημαντική των αναπαραστατικών συστημάτων στην Ανωτάτη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών στο Παρίσι. Ανώτατο δίπλωμα κοινωνικών επιστημών με τον J. Cassou, το 1976. Μεταπτυχιακό στην ιστορία και θεωρία της τέχνης με τους L. Marin, H. Damish και G. Genette, το 1980. Παρακολούθησε συστηματικά το διδακτορικό σεμινάριο φιλοσοφίας και αισθητικής του L. Marin από το 1980 έως το 1985. Από το 1986 μέχρι το 1991 δίδαξε στην Ανωτάτη Σχολή Εικαστικών Τεχνών της Γενεύης· από το 1986 μέχρι το 1993 στη Μεταπτυχιακή Σχολή του Εθνικού Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης, "Le Magazin", της Γκρενόμπλ· από το 1992 μέχρι το 1996 εκλέχτηκε ομότιμος καθηγητής της Ακαδημίας Καλών Τεχνών της Βιέννης και διευθυντής του Ινστιτούτου Σύγχρονης Τέχνης. Δίδαξε ως καθηγητής στο Μεταπτυχιακό της Rijksacademie van Beeldende Kunsten, στο Άμστερνταμ, και ως έκτακτος καθηγητής στη Hochschulle fur Kunst und Gestaltung της Βέρνης. Από το 2002 διδάσκει ιστορία της τέχνης και μουσειολογία στο Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου του Αιγαίου, στη Μυτιλήνη.
Έχει διατελέσει: διευθυντής του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης και Πολιτισμού και Πάρκου Γλυπτικής, Domaine de Kerguehennec στη Βρετάνη, Γαλλία από το 1992-1999. Συν-διευθυντής της Documenta IX του Κάσσελ, 1992. Κομισάριος του Γαλλικού Περιπτέρου στη 48η Μπιενάλε της Βενετίας, 1999. Σύμβουλος της Επιτροπής Αναγνώρισης Ανωτάτων Διπλωμάτων Καλών Τεχνών του Ομοσπονδιακού Συνεδρίου Δημόσιας Εκπαίδευσης της Ελβετίας.
Επιμελητής και οργανωτής πολυάριθμων εκθέσεων σε Μουσεία και Κέντρα Τέχνης στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ελβετία, την Ιταλία, την Ελλάδα, την Αυστρία, το Βέλγιο, την Ισπανία, την Ολλανδία, το Μαυροβούνιο και τις Η.Π.Α.
Εκλέχτηκε Γενικός Επιθεωρητής Καλών Τεχνών του Υπουργείου Πολιτισμού της Γαλλίας το 1999, θέση από την οποία παραιτήθηκε το 2000. Έχει διατελέσει σύμβουλος και σύνεδρο μέλος της Εθνικής Συλλογής Σύγχρονης Τέχνης της Γαλλίας, από το 1993 μέχρι το 2000, των περιφερειακών συλλογών της Καμπανίας και Αρδεννών, από το 1997 μέχρι το 2000, του Βορρά και Καλαί, από το 1984 μέχρι το 1990. Διατέλεσε σύνεδρο μέλος της επιτροπής διεθνούς πολιτιστικής πολιτικής του Υπουργείου Εξωτερικών της Γαλλίας από το 1993 μέχρι το 1999. Από το 1987 μέχρι το 1989 συμμετείχε ως μέλος της Επιτροπής Εκθέσεων του Υπουργείου Πολιτισμού της Ισπανίας. Συντονιστής Προγράμματος του Ελληνικού Μήνα στο Λονδίνο, 1975-1976, Ινστιτούτο Σύγχρονης Τέχνης. Βοηθός του Τ. Σπητέρη από το 1973 μέχρι το 1979, για τη συγγραφή του τρίτομου "Τρεις αιώνες νεοελληνικής τέχνης (1660-1967)".
Κριτικός τέχνης, συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά. Δημοσίευσε βιβλία, καταλόγους, δοκίμια και μελέτες πάνω στη σύγχρονη τέχνη, τη ζωγραφική, τη γλυπτική, την άρτε πόβερα, την τοιχογραφία, το χώρο, την αναπαράσταση, την αρχιτεκτονική, το τοπίο, τον ήχο, την ιστορία της τέχνης, τη μεθοδολογία, την ιστορία των θεσμών, την κριτική της τέχνης, και σημαντικό αριθμό μονογραφιών πάνω σε σύγχρονους και ιστορικούς καλλιτέχνες. Έχει δώσει διαλέξεις και συμμετάσχει, διευθύνει και οργανώσει συνέδρια σε πολυάριθμα μουσεία, ιδρύματα και πανεπιστήμια στην Ευρώπη και την Αμερική.
Ο Γιάννης Γαΐτης (1923-1984) γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών το 1942, με δάσκαλο τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Ως φοιτητής επηρεάστηκε έντονα από τις καλλιτεχνικές ανησυχίες μιας γενιάς που έτρεχε με λαχτάρα στο νεοσύστατο τότε θέατρο Κουν. Στο σπίτι του, στην οδό Μαυρομματαίων, ο νεαρός Γαΐτης έκανε την πρώτη του έκθεση, το 1944, στην οποία οι επιρροές των μετα-ιμπρεσιονιστών είναι εμφανείς. Ο καλλιτέχνης εκφράστηκε με ποικίλες καλλιτεχνικές τάσεις -γεωμετρικές, κυβιστικές, σουρεαλιστικές, εξπρεσιονιστικές-, και τον κέρδισε για ένα διάστημα η αφηρημένη τέχνη. Το όνειρό του να ζήσει στο Παρίσι θα πραγματοποιηθεί τη δεκαετία του ʼ50. Έκτοτε μοίραζε τον καιρό του μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας, έως το 1974, οπότε επέστρεψε στην Ελλάδα διεθνώς αναγνωρισμένος και με πλήθος εκθέσεων στο ενεργητικό του. Το 1964 το "Μυρμηγκάκι", η πρώτη του φιγούρα, δίνει τέλος στην αφηρημένη περίοδο του Γαΐτη και προαναγγέλει το αντικείμενο-αρχέτυπο, το "Ανθρωπάκι" του, που θα κάνει την πρώτη του εμφάνιση το 1967 και θα φτάσει στην οριστική του μορφή τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ΄70. Τα στυλιζαρισμένα "ανθρωπάκια" του Γαΐτη, σύμβολο της αλλοτρίωσης και της μαζικοποίησης του σύγχρονου ανθρώπου, απετέλεσαν το σήμα κατατεθέν της καλλιτεχνικής του έκφρασης. Στο απόγειο της δόξας του, στις αρχές της δεκαετίας του ʼ80, έκανε εκθέσεις και εγκαταστάσεις σε όλο τον κόσμο. Λίγο πριν από το θάνατό του, η Εθνική Πινακοθήκη οργάνωσε προς τιμήν του μεγάλη αναδρομική έκθεση στην Αθήνα. Μια επόμενη μεγάλη αναδρομική έκθεση του έργου του έγινε στο Μουσείο Μπενάκη, στην οδό Πειραιώς, από 14 Απριλίου έως 4 Ιουνίου 2006, με επιμέλεια και συντονισμό της κόρης του Λορέττας Γαΐτη- Charrat.