Εξαντλημένο στον εκδοτικό οίκο
Κατηγορίες:
Έτος κυκλοφορίας
Εκδότης
O Γιώργος Πάνου Σαββίδης (1929-1995) ήταν μελετητής, επιμελητής εκδόσεων και καθηγητής νεοελληνικής φιλολογίας. Ξεκίνησε τις σπουδές του στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Aθηνών, αλλά τις συνέχισε στο King's College του Cambridge και στο Aριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, όπου αναγορεύτηκε διδάκτορας φιλολογίας το 1966, με τη διατριβή "Oι καβαφικές εκδόσεις (1891-1932)". Έκτακτος αυτοτελής καθηγητής Nεότερης Eλληνικής Φιλολογίας στο Aριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης από το 1966, παραιτήθηκε για λόγους ακαδημαϊκής και ηθικής τάξης το 1971 και επανήλθε το 1974, ως τακτικός καθηγητής, για άλλα εννέα χρόνια (εθελουσία έξοδος). Διετέλεσε μόνιμος επισκέπτης καθηγητής της Έδρας Nεοελληνικών Σπουδών Γιώργου Σεφέρη, στο Harvard University, από το 1977 έως το 1984, όταν παραιτήθηκε οικειοθελώς και αποχώρησε. Tα επιστημονικά του δημοσιεύματα ξεκίνησαν από το 1951, ενώ παράλληλα συνεργάστηκε με πολλά έντυπα (κυρίως τις εφημερίδες "Tο Bήμα" και "Tα Nέα"). Επιμελήθηκε με υποδειγματικό τρόπο εκδόσεις ποιημάτων του Σεφέρη, του Kαβάφη, του Kαρυωτάκη, του Σικελιανού, του Bαλαωρίτη, του Καισάριου Δαπόντε και άλλων. Πέθανε στον Λόγγο στις 11 Ιουνίου του 1995, σε ηλικία 66 ετών.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ (1824-1879) Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης γεννήθηκε στη Λευκάδα το 1824, γιος του επιχειρηματία και γερουσιαστή Ιωάννη Βαλαωρίτη και της Αναστασίας το γένος Τυπάλδου Φορέστη. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο Λύκειο της Λευκάδας (1830-1837), κατόπιν φοίτησε στην Ιόνιο Ακαδημία στην Κέρκυρα (1838-1841) και ταξίδεψε στην Ιταλία και την ελεύθερη Ελλάδα (1841-1842). Ακολούθησαν σπουδές στη Γενεύη (όπου πήρε πτυχίο προλύτη Γραμμάτων και επιστημών από το εκεί κολλέγιο), το Παρίσι (νομικά) και τέλος την Πίζα, όπου ανακηρύχτηκε διδάκτωρ νομικής στο εκεί πανεπιστήμιο. Μεσολάβησε (1846) προσβολή του από τυφώδη πυρετό και επιστροφή στη γενέτειρά του. Ακολούθησαν ταξίδια του στην Ιταλία και την Αυστρία, όπου με κίνδυνο της ζωής του πήρε μέρος σε ενέργειες υπέρ της ελληνικής απελευθέρωσης. Παράλληλα μελέτησε γερμανική φιλοσοφία και το 1847 είχε ήδη τυπώσει την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Στιχουργήματα στην Κέρκυρα. Ακολούθησε μια περίοδος περιπλάνησής του στην Ιταλία, κυρίως στη Βενετία. Εκεί πήρε μέρος σε φοιτητικές κινητοποιήσεις και γνώρισε την κόρη του Αιμιλίου Τυπάλδου Ελοϊσία, την οποία παντρεύτηκε το 1852. Από το γάμο του απέκτησε τρεις κόρες (τη Μαρία, που πέθανε το 1855 σε βρεφική ηλικία, μια δεύτερη, επίσης Μαρία, που πέθανε το 1866 και τη Ναθαλία, που πέθανε το 1875 στη Βενετία) και δύο γιους, το Νάνο και τον Αιμίλιο. Μετά το γάμο του ταξίδεψε στην Ευρώπη για ένα χρόνο και όταν επέστρεψε στη Λευκάδα ενίσχυσε το επαναστατικό κίνημα της Ηπείρου με άντρες και χρήματα, με αποτέλεσμα να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια του τότε άγγλου αρμοστή και να αναγκαστεί να φύγει για την Ιταλία ξανά. Το 1856 πέθανε ο πατέρας του και η μητέρα του. Το 1857 δημοσίευσε τη δεύτερη ποιητική συλλογή του με τίτλο Μνημόσυνα, που τιμήθηκε από τον Όθωνα με τον Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος. Την ίδια χρονιά απέκτησε το δεύτερο γιο του, τον Αιμίλιο και εξελέγη βουλευτής Λευκάδας στην Ιόνιο Βουλή, θέση την οποία κράτησε από το 1857 ως το 1864. Το 1864 επισκέφτηκε την Αθήνα μαζί με τον πρόεδρο της Ιονίου Βουλής και άλλους επιφανείς πολιτικούς και συνέταξε το σχέδιο για το ψήφισμα της Ένωσης. Η εμφάνισή του στην Εθνοσυνέλευση στέφτηκε από μεγάλη επιτυχία. Εκλέχτηκε δυο φορές βουλευτής στην κυβέρνηση Κουμουνδούρου (1865 και 1868), αρνήθηκε όμως να αναλάβει υπουργικά καθήκοντα. Μετά τις εκλογές του 1868, απογοητευμένος από την πολιτική αποσύρθηκε και απομονώθηκε στη Μαδουρή, ένα μικρό νησί κοντά στη Λευκάδα. Εκεί συνέθεσε το ποίημα Διάκος και τον Αστραπόγιαννο, έργα που τύπωσε μαζί το 1867. Κατόπιν πρόσκλησης του πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1871 έγραψε και απήγγειλε με μεγάλη επιτυχία ένα ποίημα για τον Πατριάρχη στην αποκάλυψη του ανδριάντα του. Πέθανε το 1879. Λίγο πριν το θάνατό του έγραψε τα τρία πρώτα άσματα του Φωτεινού, έργου που έμεινε ημιτελές λόγω του θανάτου του. Ο Φωτεινός εντάχθηκε στο δεύτερο συγκεντρωτικό τόμο των έργων του που εκδόθηκαν μετά το θάνατό του, το 1891. Έγραψε επίσης λίγες μεταφράσεις (Η Λίμνη του Λαμαρτίνου, Το τριακοστό τρίτο άσμα της Κόλασης του Δάντη κ.α.) και δημοσίευσε άρθρα πολιτικού και ιστορικού προβληματισμού. Στο έργο του Βαλαωρίτη συναντιέται η γλωσσική τεχνοτροπία της Επτανησιακής Σχολής με εκείνη της Αθηναϊκής. Τα ποιητικά του έργα είναι γραμμένα σε απλή γλώσσα ενώ τα πεζά του στην καθαρεύουσα. Ο επικός χαρακτήρας των έργων του, καθώς επίσης οι αγώνες του για την Πατρίδα, του χάρισαν τον τιμητικό τίτλο του εθνικού ποιητή, ενόσω ακόμη ήταν εν ζωή. Η κριτική διχάστηκε στην περίπτωση του Βαλαωρίτη και ποικίλει από την πλήρη αποδοχή (Παλαμάς, Ροΐδης, Σικελιανός) ως την πλήρη άρνηση (Πολυλάς, Πανάς, Βερναρδάκης). Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη βλ. «Βιοχρονογραφία του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη», Τετράδια Ευθύνης10, 1979, σ.197-200, Γεωργαντά Αθηνά - Σαββίδης Γ.Π., «Αθησαύριστα κείμενα του Βαλαωρίτη ΙΙ (και άγνωστες πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του)», Παλίμψηστον3 (Ηράκλειο), 12/1986, σ.35-53, Γρηγόρης Γεράσιμος, «Χρονικό του βίου και των έργων του», Αριστοτέλης Βαλαωρίτης· Ο αρματολός της Λύρας 1824-1879· Βίος, Έργα, Ανθολογία, Κριτική, Εικόνες, Βιβλιογραφία, σ.15-61. Αθήνα,
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα