Ένας ξένος ταξιδιώτης που θα παρεπιδημούσε για έναν χρόνο στην Αθήνα, το 1847 για παράδειγμα, θα παρευρισκόταν, εκών άκων, σε πολλαπλούς δημόσιους εορτασμούς. Ο ταξιδιώτης μας, τις ημέρες των εορτασμών, θα ξυπνούσε την αυγή από είκοσι έναν κανονιοβολισμούς, ενώ εωθινά άσματα θα ακούγονταν σε διάφορα μέρη της πόλης από τις στρατιωτικές μπάντες. Αργότερα, θα παρασυρόταν από τη βοή του πλήθους και, ενδεχομένως, θα έφτανε στον ναό της Αγίας Ειρήνης. Εκεί, θα μπορούσε να παρατηρήσει όλη την πολιτική, θρησκευτική, στρατιωτική και εκπαιδευτική ελίτ της χώρας, συγκεντρωμένη γύρω από τον Βασιλιά Όθωνα και τη Βασίλισσα Αμαλία.
Ποιος οργάνωνε τις εορτές στο ελληνικό βασίλειο και για ποιον λόγο; Παρά τις διαφορές τους, οι εορτές μπορούν να εξεταστούν ως σύνολο και ως απόρροια της βούλησης της μοναρχίας να κινητοποιεί την αφοσίωση των πολιτών προς τον βασιλιά. Ο πανηγυρικός τρόπος, μέσω ενός απαράβατου πρωτοκόλλου, εξέπεμπε την κρατική ιεραρχία και ήταν πρόσφορη διαδικασία για να επιτυγχάνεται η συσπείρωση του έθνους και της εκκλησίας γύρω από τον θρόνο. Οι δημόσιες εορτές λειτούργησαν ως ο καθρέφτης της ιστορίας: αντανακλούσαν το παρελθόν του Έλληνα, αλλά μέσα στο είδωλο λάμβανε κεντρική θέση και ο νέος μονάρχης.