AΠΟΔΗΜΗΤΙΚΟΣ
Κοχύλι ἔβαλε στ’ αὐτὶ
Τὰ μακρινὰ σήματα τῆς θαλάσσης
Γιὰ ν’ ἀκούσει.
Μὲ τό ’να χέρι στὴν καρδιὰ
Μὲ τ’ ἄλλο τὸ ζερβὶ γιὰ νὰ ἱστορήσει
Προτοῦ τὰ κύματα ξεσπάσουνε στὰ βράχια
Πρὶν ἀπὸ τὸν ἦχο πού…
Ξαφνικὸς ἄνεμος
Καὶ τοῦ πουλιοῦ φτερούγισμα
Νὰ φεύγει στὰ οὐράνια.
Ἀποδημητικὸς γιὰ πάντα
Ἀπ’ ὅταν ἔνιωσε
Τὸ μέσα σῶμα νὰ κραυγάζει.
ΔΕIΠΝΟΣ
Κάλεσα τὴ Ζωή, τὴ Μαγδαληνή, τὸν Χριστόφορο
Καὶ τ’ ἄλλα ἀγέννητα παιδιὰ μου
Στοὺς κήπους μου γιὰ νὰ δειπνήσουν
Χαμογελοῦσε φεγγάρι ἀνάερο στὰ σύννεφα
Σημάδι πώς μᾶς εὐλογοῦσαν οἱ προγόνοι
Μὰ ἡ ψυχή μου ἔγερνε πάλι
Ἀπὸ παιδὶ πού ἦταν λυπημένη.