Ο ιατρός, βυζαντινολόγος και αρχαιοδίφης Αλέξανδρος Πασπάτης (Χίος 1814 - Αθήνα 1891) δημοσιεύει εδώ πρωτότυπες αυτοτελείς τοπογραφικές, ιστορικές και αρχαιολογικές μελέτες του για τα χερσαία τείχη της Κωνσταντινούπολης (του Θεοδοσίου, του Ηρακλείου και του Λέοντος), τις πύλες και τις επιγραφές τους, το αυτοκρατορικό παλάτι των Βλαχερνών (ή "νέον παλάτιον"), τα βυζαντινά αρχαιολογικά ευρήματα των ανασκαφών για την κατασκευή του "Θρακικού Σιδηροδρόμου" (1871) -ανάμεσα στα οποία τα θεμέλια του παλατίου του Βουκολέοντος-, το εμπόριο των Γενουατών στη βασιλεύουσα και στον Γαλατά (1204-1352) και τις (γνωστές και άγνωστες, "ιστάμενες και ηρειπωμένες") βυζαντινές εκκλησίες της Πόλης. Συγκεκριμένα, δημοσιεύονται (αποτυπώνονται και μεταγράφονται) και επεξηγούνται 41 επιγραφές των τειχών. Η περιγραφή των βυζαντινών ναών, που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της ύλης (σσ. 277-409), συνοδεύεται από καλλιτεχνικές απεικονίσεις (λιθογραφίες) σχεδόν εκάστης από αυτές. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, οι βυζαντινές εκκλησίες της Πόλης ανέρχονται σε 51, εκ των οποίων 17 έχουν μετατραπεί σε τεμένη, 15 ήταν άγνωστες έως τη δημοσίευση της μελέτης, 14 έχουν ερειπωθεί, τρεις κατέχονται από τους ορθοδόξους χριστιανούς και δύο από τους Αρμενίους. Ο Πασπάτης καταλήγει σημειώνοντας με λύπη την εγκατάλειψη των βυζαντινών σπουδών επί των ημερών του (τον 19ο αιώνα): "ταύτην την προαιώνιον κατά των Βυζαντίων κακοβουλίαν των ξένων, εκληρονόμησαν οι σημερινοί συγγραφείς εκ των χρόνων των θεομανών σταυροφόρων". Και παροτρύνει τους συγχρόνους του Έλληνες να μην λησμονούν ότι "είμεθα αυτών απόγονοι, αυτών ομόθρησκοι και όμαιμοι".