Η `Αμοργός` είναι διαποτισμένη από μια φυσικότητα που την κάνει να ηχεί τόσο όμορφα όσο και την εποχή που εκδόθηκε, πράγμα που για πολύ λίγα ποιήματα μπορούμε να πούμε. Όσες παρατηρήσεις κι αν κάνουμε λοιπόν για την `Αμοργό`, είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να εντοπίσουμε το μυστικό της. Ίσως, μια υπόθεση κάνω, το αληθινά εκπληκτικό μ` αυτό το ποίημα να είναι, απλώς και μόνον, αυτή η φυσικότητά του, η ισορροπία του νοήματος πάνω στη γλώσσα, ερήμην και των δύο. Δεν μπορούμε και πάλι να θίξουμε τον πυρήνα αυτής της φυσικότητας, η οποία εν τέλει είναι θείο δώρο, μπορούμε ωστόσο να παρατηρήσουμε τα εξωτερικά γνωρίσματα της `αισθητικής` της, κι ένα απ` αυτά είναι σίγουρα η εντύπωση ότι οι λέξεις συνδέονται μ` ένα φύσημα του ανέμου, είναι σα να λέμε ότι ανάμεσα στις λάμψεις και τις σκιές του νοήματος, καθώς αυτά εναλλάσσονται, δεν υπάρχει κανένας κραδασμός, δεν διακρίνει κανείς ανάμεσα στις φράσεις τις `ραφές`, ο πιο μουσικός ρυθμός, αυτός που τον ακούμε συνήθως να καταλήγει στη φανφάρα, ελέγχει το πηδάλιο μιας φωνής καθαρής και λείας, σχεδόν ακύμαντης. Αυτό το επίτευγμα δεν είχε ίσως σημειωθεί ξανά στα ελληνικά γράμματα απ` την εποχή του Σολωμού.
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]
Νίκος Γκάτσος (1911 ή 1914-1992). Ο Νίκος Γκάτσος γεννήθηκε στα Χάνια Φραγκόβρυσης της Αρκαδίας. Το 1906 ορφάνεψε από πατέρα. Τέλειωσε το Γυμνάσιο στην Τρίπολη και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε με τη μητέρα και την αδελφή του στην Αθήνα, όπου σπούδασε στο τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου. Την περίοδο 1935-1936 ταξίδεψε στη Νότιο Γαλλία και το Παρίσι. Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία έκανε το 1931 με τη δημοσίευση του ποιήματος Της μοναξιάς στο περιοδικό Νέα Εστία, ενώ την ίδια περίοδο μπήκε στον κύκλο του περιοδικού Νέα Γράμματα με το οποίο συνεργάστηκε και ως κριτικός λογοτεχνίας, δραστηριότητα που ανέπτυξε και σε άλλα λογοτεχνικά περιοδικά της Αθήνας. Το 1943 εξέδωσε την Αμοργό, ποιητική συλλογή που θεωρήθηκε ως ορόσημο στην ιστορία της ελληνικής υπερρεαλιστικής ποίησης και επηρέασε σύγχρονους και μεταγενέστερούς του ποιητές. Μετά την Αμοργό ωστόσο δε δημοσίευσε παρά τρία ποιήματα στον περιοδικό Τύπο. Στη μεταπολεμική περίοδο συνεργάστηκε με το περιοδικό το Κ.Γ. Κατσίμπαλη Αγγλοελληνική Επιθεώρηση και με το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας. Ασχολήθηκε επίσης με τη θεατρική μετάφραση (Λόρκα, Στρίντμπεργκ, ΟʼΝηλ, Λόπε ντε Βέγκα, Τενεσσή Ουΐλλιαμς κ.α.) σε παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης και άλλων αθηναϊκών θιάσων και από τη δεκαετία του ʼ50 με τη στιχουργική. Στίχοι του μελοποιήθηκαν από το Μάνο Χατζιδάκι, το Μίκη Θεοδωράκη, το Σταύρο Ξαρχάκο και άλλους έλληνες συνθέτες. Τιμήθηκε με το Βραβείο του Δήμου Αθηναίων για το σύνολο του έργου του (1987) και εκλέχτηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας της Βαρκελώνης για τη συμβολή του (μέσω των μεταφράσεών του) στην προώθηση της ισπανικής λογοτεχνίας (1991). Πέθανε στην Αθήνα. Το 1995 κυκλοφόρησε στην Κωνσταντινούπολη τουρκική μετάφραση του ποιητικού έργου του από τον Η.Μήλλα. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Νίκου Γκάτσου βλ. χ.σ., «Γκάτσος Νίκος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό3. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985, Κούρτοβικ Δημοσθένης, «Νίκος Γκάτσος», Έλληνες μεταπολεμικοί συγγραφείς· Ένας οδηγός, σ.55-56. Αθήνα, Πατάκης, 1995 και Μανδηλαράς Φίλιππος- Πασσιά Αγγελική, «Νίκος Γκάτσος: Εργογραφία», Ελίτροχος 11, Χειμώνας 1996-1997, σ.8-13
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα