«Είμαι ένας απ’ αυτούς τους περίεργους τύπους που δεν έχουν ανάγκη από ύπνο. Όταν ο καιρός είναι καλός, μόλις νυχτώνει βγαίνω και περιπατώ στο δάσος. Όποτε τύχει ν’ανταμώσω καμιά νεράιδα, καθόμαστε και σιγοκουβεντιάζουμε ως το λυκαυγές, ξορκίζοντας τα κακά πνεύματα. Ύστερα, γυρνώ σπίτι μου να κοιμηθώ, όχι επειδή έχω χρεία, όπως προείπα· μόνο για να ονειρευτώ. Επιθυμώ, ξυπνώντας, να πιάσω χαρτί και καλαμάρι, να διηγηθώ τα όνειρα μου. Αλίμονο...
Ο δυστυχής, δεν θυμούμαι τίποτα απ’ όσα συνταρακτικά μου συμβαίνουν στην αγκαλιά του Μορφέα. Ίσως να φταίει που ονειροβατώ στον ξύπνιο μου. Δεν ξέρω να πω με βεβαιότητα. Όπως και να ‘χει, περνώ τις ώρες της μοναξιάς μου σκαρώνοντας ιστοριούλες των 121 λέξεων ακριβώς, που δημοσιεύονται με το λογοτεχνικό μου ψευδώνυμο.»