Δίδυμα αδέρφια γεννιούνται αποτελώντας την εκπλήρωση μιας προφητείας, χωρίς να το γνωρίζουν. Οι συνθήκες και οι δεισιδαιμονίες θα τα χωρίσουν. Χρόνια αργότερα θα έχουν εκπληρωθεί τα πρώτα βήματα της προφητείας και οι πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος χωρίς να το ξέρουν πλησιάζουν σ’ εκείνη τη νύχτα που θα απαιτήσει ανθρώπινο αίμα. Πώς θα κλείσει αυτός ο κύκλος; Θα ξαναβρεθούν τα αδέλφια με το περίεργο σημάδι στο χέρι; Τι ρόλο παίζουν στην ιστορία το ξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής και ένα ζευγάρι ασημένια μάτια στολισμένα με πετράδια;
Η ιστορία εκτυλίσσεται στη σημερινή εποχή και αναμιγνύει ιδανικά τον μύθο και τις προφητείες με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Η συγγραφέας καταπιάνεται αυτήν τη φορά με ένα εντελώς διαφορετικό θέμα και το αφηγείται διαλέγοντας ένα στυλ που δεν έχει δοκιμάσει ως τώρα: την εναλλακτική πρωτοπρόσωπη αφήγηση μεταξύ των χαρακτήρων από την αρχή ως το τέλος του βιβλίου. Αυτό το γνώρισμα, μαζί με την ατμόσφαιρα που αναδύεται λες μέσα από τα βάθη αιώνιων βουνών, δίνουν στο μυθιστόρημα ένα εξωπραγματικό σκηνικό και του χαρίζουν εκείνη τη γλυκειά άχλυ που περιβάλλει ιστορίες φαντασίας και μυστηρίου. Θεοί περιμένουν τη θυσία, θνητοί νομίζουν πως κινούνται τυχαία χωρίς να ξέρουν πως αποτελούν την κλωστή από τον καμβά της μοίρας...
Το μυθιστόρημα ξεκινάει ως η περιπέτεια μιας κοπέλας που καταφέρνει να το σκάσει από τον σύζυγο που τη δέρνει καθημερινά και βρίσκει καταφύγιο σε άλλη πόλη, γνωρίζοντας καλοσυνάτους ανθρώπους που τη βοηθάνε στα πρώτα της βήματα. Σύντομα όμως καταλαβαίνει πως δεν είναι παρά ένα πιόνι στα σχέδια του ανθρώπου που παντρεύτηκε χρόνια πριν, ενός κακού και βάναυσου άντρα που γνωρίζει για έναν θρύλο και θέλει να εκπληρώσει την προφητεία ώστε να γεμίσει πλούτη (ένας τόσο βάναυσος και υποχθόνιος χαρακτήρας δε θα έπρεπε να λέγεται Θεόφιλος, εκτός κι αν επελέγη σκόπιμα αυτό το όνομα ένεκα η τραγική ειρωνεία). Σύντομα έπαψα ν’ ασχολούμαι με τη δική μου καθημερινότητα, μιας και η φαντασία της κυρίας Ιωάννου με παρέσυρε σε έναν κόσμο που χωρίζεται από τον παρόντα με μια λεπτή κλωστή. Αλήθεια και μύθος, αγωνία και εκπλήξεις, ξωτικά και δαιμόνια στήνουν έναν ξέφρενο χορό περιστατικών γεμάτο ένταση, κρυμμένες αλήθειες και θαμμένα μυστικά. Οι χαρακτήρες δε μένουν στάσιμοι. Ναύπλιο, Αθήνα, Χαλκίδα, ορεινή Ευρυτανία, Θεσσαλονίκη, Κωνσταντινούπολη είναι μερικοί από τους τόπους όπου διαδραματίζεται η πλοκή, ο καθένας με τη δική του αύρα και «προσωπικότητα».
Η γραφή πιστεύω πως θέλει άλλο ένα μικρό βήμα για να γίνει πιο δυνατή, ειδικά στην παράθεση των διαλόγων, όμως το περιβάλλον που καλείται ν’ αποδώσει και να περιγράψει στα μάτια του αναγνώστη η κυρία Ιωάννου το στήνει σωστά και ακριβοδίκαια. Υπάρχουν περιστατικά που δίνονται ακόμη και μέσα σε μία παράγραφο, κάτι που δίνει ένταση και δύναμη στην αφήγηση. Ίσως κάπου οι συμπτώσεις να φανούν υπερβολικά πολλές όμως αυτή ακριβώς είναι η πορεία ενός κειμένου που αποδίδει με ενάργεια τον κόσμο των ξωτικών και των θρύλων. Τα «Ασημένια μάτια» είναι ένα παραμύθι ενηλίκων και πραγματικά χάρηκα που ο ρεαλισμός παραχωρούσε ευχαρίστως τη θέση του στην τιθασευμένη παρ’ όλ’ αυτά φαντασία. Αυτό είναι άλλο ένα προτέρημα της συγγραφέως: γνωρίζει μέχρι πού μπορεί να φτάσει η μυθοπλασία και τη συμμαζεύει, γιατί αν προχωρούσε ένα βήμα παραπέρα ίσως τα γεγονότα να ανακατεύονταν σε ένα αξεχώριστο συνοθύλευμα. Ξέρει τι θέλει να γράψει, γνωρίζει τι επιθυμεί να μεταδώσει και πού να δώσει έμφαση, είναι αυστηρή με τον εαυτό της και παρέδωσε ένα κείμενο με ισορροπίες, αισθήματα και αγάπη προς την πλούσια λαογραφική παράδοση του τόπου μας.
Οι χαρακτήρες αλλάζουν και μεταβάλλονται συνεχώς εξαιτίας των γεγονότων και των ανατροπών που συναντούν μπροστά τους. Ναι, είναι όλοι τους μονήρεις από την αρχή ως το τέλος (οι κακοί παραμένουν κακοί και οι καλοί παραμένουν καλοί) αλλά είναι ακέραιοι, πιστοί στον σκοπό και τους στόχους τους και δίνουν με την ποικιλία των συναισθημάτων τους έναν σωστό ρεαλισμό στα δρώμενα. Αγαπημένη μορφή φυσικά ο πατήρ Γρηγόριος, η σωστή εμφάνιση του λογικού και η περιορισμένη ανάμιξη του θείου σε μια πολύ γοητευτική ιστορία, όπως είναι κάθε κομμάτι της ελληνικής και γενικότερα της παγκόσμιας μυθολογίας.
Τα «Ασημένια μάτια» είναι μια διαφορετική ιστορία που χαράζει τα δικά της μονοπάτια στην καρδιά του αναγνώστη και ένα στοίχημα που κατάφερε να κερδίσει η συγγραφέας, μιας και τα δύο προηγούμενα έργα της κατέγραψαν με αγάπη, υπομονή και πάθος ανθρώπινες ερωτικές ιστορίες. Τώρα δοκιμάστηκε στη λεπτή εξισορρόπηση του φανταστικού με το πραγματικό, ποτισμένη με τις διηγήσεις των παππούδων της για χαμένους θησαυρούς και θαύματα και κατάφερε να το φέρει επάξια σε πέρας. Με ταξίδεψε και με συγκίνησε, με έπεισε ότι κάτι «πέραν του κόσμου τούτου» θα μπορούσε να συμβεί στην εποχή μας και μου έδειξε πως η αγάπη και η αυταπάρνηση μπορούν να βοηθήσουν ουσιαστικά τον κόσμο να πάει μπροστά.
Πάνος Τουρλής
Η ιστορία εκτυλίσσεται στη σημερινή εποχή και αναμιγνύει ιδανικά τον μύθο και τις προφητείες με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Η συγγραφέας καταπιάνεται αυτήν τη φορά με ένα εντελώς διαφορετικό θέμα και το αφηγείται διαλέγοντας ένα στυλ που δεν έχει δοκιμάσει ως τώρα: την εναλλακτική πρωτοπρόσωπη αφήγηση μεταξύ των χαρακτήρων από την αρχή ως το τέλος του βιβλίου. Αυτό το γνώρισμα, μαζί με την ατμόσφαιρα που αναδύεται λες μέσα από τα βάθη αιώνιων βουνών, δίνουν στο μυθιστόρημα ένα εξωπραγματικό σκηνικό και του χαρίζουν εκείνη τη γλυκειά άχλυ που περιβάλλει ιστορίες φαντασίας και μυστηρίου. Θεοί περιμένουν τη θυσία, θνητοί νομίζουν πως κινούνται τυχαία χωρίς να ξέρουν πως αποτελούν την κλωστή από τον καμβά της μοίρας...
Το μυθιστόρημα ξεκινάει ως η περιπέτεια μιας κοπέλας που καταφέρνει να το σκάσει από τον σύζυγο που τη δέρνει καθημερινά και βρίσκει καταφύγιο σε άλλη πόλη, γνωρίζοντας καλοσυνάτους ανθρώπους που τη βοηθάνε στα πρώτα της βήματα. Σύντομα όμως καταλαβαίνει πως δεν είναι παρά ένα πιόνι στα σχέδια του ανθρώπου που παντρεύτηκε χρόνια πριν, ενός κακού και βάναυσου άντρα που γνωρίζει για έναν θρύλο και θέλει να εκπληρώσει την προφητεία ώστε να γεμίσει πλούτη (ένας τόσο βάναυσος και υποχθόνιος χαρακτήρας δε θα έπρεπε να λέγεται Θεόφιλος, εκτός κι αν επελέγη σκόπιμα αυτό το όνομα ένεκα η τραγική ειρωνεία). Σύντομα έπαψα ν’ ασχολούμαι με τη δική μου καθημερινότητα, μιας και η φαντασία της κυρίας Ιωάννου με παρέσυρε σε έναν κόσμο που χωρίζεται από τον παρόντα με μια λεπτή κλωστή. Αλήθεια και μύθος, αγωνία και εκπλήξεις, ξωτικά και δαιμόνια στήνουν έναν ξέφρενο χορό περιστατικών γεμάτο ένταση, κρυμμένες αλήθειες και θαμμένα μυστικά. Οι χαρακτήρες δε μένουν στάσιμοι. Ναύπλιο, Αθήνα, Χαλκίδα, ορεινή Ευρυτανία, Θεσσαλονίκη, Κωνσταντινούπολη είναι μερικοί από τους τόπους όπου διαδραματίζεται η πλοκή, ο καθένας με τη δική του αύρα και «προσωπικότητα».
Η γραφή πιστεύω πως θέλει άλλο ένα μικρό βήμα για να γίνει πιο δυνατή, ειδικά στην παράθεση των διαλόγων, όμως το περιβάλλον που καλείται ν’ αποδώσει και να περιγράψει στα μάτια του αναγνώστη η κυρία Ιωάννου το στήνει σωστά και ακριβοδίκαια. Υπάρχουν περιστατικά που δίνονται ακόμη και μέσα σε μία παράγραφο, κάτι που δίνει ένταση και δύναμη στην αφήγηση. Ίσως κάπου οι συμπτώσεις να φανούν υπερβολικά πολλές όμως αυτή ακριβώς είναι η πορεία ενός κειμένου που αποδίδει με ενάργεια τον κόσμο των ξωτικών και των θρύλων. Τα «Ασημένια μάτια» είναι ένα παραμύθι ενηλίκων και πραγματικά χάρηκα που ο ρεαλισμός παραχωρούσε ευχαρίστως τη θέση του στην τιθασευμένη παρ’ όλ’ αυτά φαντασία. Αυτό είναι άλλο ένα προτέρημα της συγγραφέως: γνωρίζει μέχρι πού μπορεί να φτάσει η μυθοπλασία και τη συμμαζεύει, γιατί αν προχωρούσε ένα βήμα παραπέρα ίσως τα γεγονότα να ανακατεύονταν σε ένα αξεχώριστο συνοθύλευμα. Ξέρει τι θέλει να γράψει, γνωρίζει τι επιθυμεί να μεταδώσει και πού να δώσει έμφαση, είναι αυστηρή με τον εαυτό της και παρέδωσε ένα κείμενο με ισορροπίες, αισθήματα και αγάπη προς την πλούσια λαογραφική παράδοση του τόπου μας.
Οι χαρακτήρες αλλάζουν και μεταβάλλονται συνεχώς εξαιτίας των γεγονότων και των ανατροπών που συναντούν μπροστά τους. Ναι, είναι όλοι τους μονήρεις από την αρχή ως το τέλος (οι κακοί παραμένουν κακοί και οι καλοί παραμένουν καλοί) αλλά είναι ακέραιοι, πιστοί στον σκοπό και τους στόχους τους και δίνουν με την ποικιλία των συναισθημάτων τους έναν σωστό ρεαλισμό στα δρώμενα. Αγαπημένη μορφή φυσικά ο πατήρ Γρηγόριος, η σωστή εμφάνιση του λογικού και η περιορισμένη ανάμιξη του θείου σε μια πολύ γοητευτική ιστορία, όπως είναι κάθε κομμάτι της ελληνικής και γενικότερα της παγκόσμιας μυθολογίας.
Τα «Ασημένια μάτια» είναι μια διαφορετική ιστορία που χαράζει τα δικά της μονοπάτια στην καρδιά του αναγνώστη και ένα στοίχημα που κατάφερε να κερδίσει η συγγραφέας, μιας και τα δύο προηγούμενα έργα της κατέγραψαν με αγάπη, υπομονή και πάθος ανθρώπινες ερωτικές ιστορίες. Τώρα δοκιμάστηκε στη λεπτή εξισορρόπηση του φανταστικού με το πραγματικό, ποτισμένη με τις διηγήσεις των παππούδων της για χαμένους θησαυρούς και θαύματα και κατάφερε να το φέρει επάξια σε πέρας. Με ταξίδεψε και με συγκίνησε, με έπεισε ότι κάτι «πέραν του κόσμου τούτου» θα μπορούσε να συμβεί στην εποχή μας και μου έδειξε πως η αγάπη και η αυταπάρνηση μπορούν να βοηθήσουν ουσιαστικά τον κόσμο να πάει μπροστά.
Πάνος Τουρλής